9.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Διευθυντής διαπιστώσει ότι επιχείρηση τροφίμων και άλλων προϊόντων, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, δεν έχει υποβάλει στοιχεία ή ότι έχει υποβάλει ψευδείς, ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες ή σε περίπτωση κατά την οποία, πρόσωπο παρακωλύει ή παρεμποδίζει την Αρμόδια Αρχή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της ή σε περίπτωση κατά την οποία, επιχείρηση παραλείπει να συμμορφωθεί με υποχρέωση που επιβάλλει ο Νόμος, ο Διευθυντής δύναται να-
(α) διατάξει τον παραβάτη όπως τερματίσει άμεσα την παράβαση και αποφύγει επανάληψή της στο μέλλον·
(β) επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, αναλόγως της φύσης, της βαρύτητας και της διάρκειας της παράβασης, ύψους μέχρι πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000)·
(γ) σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης επιβάλει διοικητικό πρόστιμο μέχρι χίλια ευρώ (€1.000), για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης·
(δ) σε περίπτωση που η παράβαση τερματιστεί, επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, αναλόγως της φύσης, της βαρύτητας και της διάρκειας της παράβασης, το οποίο δεν ξεπερνά τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000).
(2) Ο Διευθυντής αιτιολογεί δεόντως την απόφασή του σε σχέση με την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας η οποία προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1).
(3) Τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) διοικητικά πρόστιμα επιβάλλονται στον παραβάτη από τον Διευθυντή, αφού προηγουμένως ο τελευταίος δώσει την ευκαιρία στο πρόσωπο που αφορά η παράβαση ή εκπρόσωπό του να ακουστεί προφορικώς ή/και γραπτώς.
(4) Το επιβληθέν διοικητικό πρόστιμο καθίσταται άμεσα πληρωτέο και η διαδικασία είσπραξής του δεν αναστέλλεται λόγω της ενδεχόμενης καταχώρισης προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο κατά της απόφασης του Διευθυντή.
(5) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του επιβαλλόμενου διοικητικού προστίμου, ο Διευθυντής λαμβάνει δικαστικά μέτρα και το οφειλόμενο ποσό εισπράττεται ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.