7.-(1) Η καταχώριση αντιπροσωπευτικής αγωγής, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του Μέρους III, αναστέλλει τις ισχύουσες προθεσμίες παραγραφής ως προς τους καταναλωτές τους οποίους αφορά η εν λόγω αίτηση, ώστε αυτοί να είναι σε θέση να ασκήσουν μεταγενέστερα αγωγή για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης σε σχέση με την κατ’ ισχυρισμό παράβαση, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 2.
(2) Η καταχώριση αντιπροσωπευτικής αγωγής, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του Μέρους IV, αναστέλλει τις ισχύουσες προθεσμίες παραγραφής ως προς τους καταναλωτές τους οποίους αφορά η εν λόγω αντιπροσωπευτική αγωγή.
(3)(α) Η περίοδος αναστολής άρχεται από την καταχώριση της αίτησης και λήγει με την έκδοση τελεσίδικης απόφασης ή, όσον αφορά την περίπτωση που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 13, με την υποβολή δήλωσης του θιγόμενου καταναλωτή ότι δεν επιθυμεί να εκπροσωπηθεί στη δίκη.
(β) Επιφυλασσόμενων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν οι διατάξεις του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου.