15.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου ή Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, όταν τρίτο μέρος χρηματοδοτεί την αντιπροσωπευτική αγωγή για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης, το Δικαστήριο δύναται να ελέγχει κατά πόσο υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ του τρίτου μέρους και του αντικειμένου της αντιπροσωπευτικής αγωγής.
(2) Κατά τον έλεγχο που διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), το Δικαστήριο δύναται να εξετάζει, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους παράγοντες:
(α) Εάν η χρηματοδότηση από τρίτους που έχουν οικονομικό συμφέρον για την καταχώριση ή την έκβαση της αντιπροσωπευτικής αγωγής για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης εκτρέπει την αντιπροσωπευτική αγωγή από την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών∙
(β) εάν οι αποφάσεις νομιμοποιούμενων φορέων στο πλαίσιο αντιπροσωπευτικής αγωγής, περιλαμβανομένων των αποφάσεων διακανονισμού, επηρεάζονται αδικαιολόγητα από τρίτους κατά τρόπο που θα μπορούσε να είναι επιζήμιος για τα συλλογικά συμφέροντα των καταναλωτών που αφορά η αντιπροσωπευτική αγωγή·
(γ) εάν η αντιπροσωπευτική αγωγή ασκείται κατά εμπορευομένου ο οποίος είναι ανταγωνιστής του χρηματοδότη ή από τον οποίο εξαρτάται ο χρηματοδότης.
(3) Για τους σκοπούς των εδαφίων (1) και (2), το Δικαστήριο δύναται, μεταξύ άλλων, κατόπιν αίτησης ή αυτεπαγγέλτως-
(α) να διατάξει τον νομιμοποιούμενο φορέα να προσκομίσει οικονομική επισκόπηση που απαριθμεί τις πηγές χρηματοδότησης που αυτός χρησιμοποιεί για την υποστήριξη της αντιπροσωπευτικής αγωγής·
(β) να διατάξει κατάλληλα μέτρα, περιλαμβανομένης της απαίτησης όπως νομιμοποιούμενος φορέας απαγορεύσει ή μεταβάλει τη σχετική χρηματοδότηση και, εφόσον είναι αναγκαίο, να απορρίψει τη νομιμοποίηση του νομιμοποιούμενου φορέα σε συγκεκριμένη αντιπροσωπευτική αγωγή: