2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«αντιμισθία» σημαίνει αντιμισθία την οποία τα μέλη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας και της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας δικαιούνται να λαμβάνουν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3 του περί της Αντιμισθίας του Προέδρου και των Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου, και περιλαμβάνει την αύξηση της αντιμισθίας-
(α) η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5 του περί της Αντιμισθίας του Προέδρου και των Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου και η οποία παραχωρήθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αύξησις Αντιμισθίας) Νόμου του 1987,
(β) η οποία παραχωρήθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αύξηση Αντιμισθίας) Νόμου του 1990,
(γ) η οποία παραχωρήθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αύξηση Αντιμισθίας) Νόμου του 1994,
(δ) η οποία παραχωρήθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αύξηση Αντιμισθίας) Νόμου του 1996,
(ε) η οποία παραχωρήθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αύξηση Αντιμισθίας) Νόμου του 2000,
(στ) η οποία παραχωρήθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αύξηση Αντιμισθίας) Νόμου του 2003,
(ζ) η οποία παραχωρήθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και της Επιτροπής Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αύξηση Αντιμισθίας) Νόμου του 2006,
(η) η οποία παραχωρήθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αύξηση Αντιμισθίας) Νόμου του 2007, και
(θ) η οποία παραχωρήθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Μελών των Επιτροπών Δημόσιας Υπηρεσίας και Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αύξηση Αντιμισθίας) Νόμου του 2008,
όπως αυτή διαμορφώνεται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (γ) του άρθρου 3 του περί Αναδιαρθρώσεως του Κρατικού Μισθολογίου (Ενσωμάτωση Γενικών Αυξήσεων και του Τιμαριθμικού Επιδόματος και Ρύθμιση Άλλων Συναφών Θεμάτων) Νόμου·
«Αστυνομία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Αστυνομίας Νόμου·
«βασικός μισθός» σημαίνει τον μισθό τον οποίο ο κρατικός υπάλληλος δικαιούται να λάβει με βάση την καθορισμένη για τη θέση του με τον Προϋπολογισμό ή με ειδικό Νόμο μισθοδοτική κλίμακα ή πάγιο μισθό, όπως αυτός διαμορφώνεται δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β) του άρθρου 3 του περί Αναδιαρθρώσεως του Κρατικού Μισθολογίου (Ενσωμάτωση Γενικών Αυξήσεων και του Τιμαριθμικού Επιδόματος και Ρύθμιση Άλλων Συναφών Θεμάτων) Νόμου·
«δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου∙
«δημόσια υπηρεσία» σημαίνει -
(α) τη δημόσια υπηρεσία όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, και
(β) τη δικαστική υπηρεσία και την υπηρεσία στη θέση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, του Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας και του Βοηθού Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας·
«κρατικός υπάλληλος» σημαίνει πρόσωπο που κατέχει θέση στη δημόσια υπηρεσία ή στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία ή στην Αστυνομία ή στην Πυροσβεστική ή στον Στρατό, είτε μόνιμα είτε προσωρινά είτε με αναπλήρωση·
«μέλος» σημαίνει τον Πρόεδρο και οποιοδήποτε μέλος της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας και τον Πρόεδρο και οποιοδήποτε μέλος της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας·
«Πυροσβεστική» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Νόμου·
«Στρατός» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί του Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου·
«σύνταξη» σημαίνει οποιαδήποτε ετήσια σύνταξη που πληρώνεται περιοδικά δυνάμει των εκάστοτε σε ισχύ Νόμων που διέπουν τις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων και περιλαμβάνει σύνταξη εξαρτωμένων·
«σύνταξη εξαρτωμένων» σημαίνει σύνταξη που καταβάλλεται στον χήρο, ή στη χήρα ή και στα τέκνα κρατικού υπαλλήλου ή συνταξιούχου που απεβίωσε, δυνάμει οποιουδήποτε από τους εκάστοτε σε ισχύ Νόμους που διέπουν τις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων·
«συνταξιούχος» σημαίνει πρόσωπο στο οποίο χορηγήθηκε σύνταξη δυνάμει οποιουδήποτε από τους εκάστοτε σε ισχύ Νόμους που διέπουν τις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων.