7.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία η Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του Άρθρου 5 του Κανονισμού, διαπιστώνει παραβίαση των διατάξεων των παραγράφων 3 και 6 του Άρθρου 3, των παραγράφων 2 και 7 του Άρθρου 4, των παραγράφων 1, 2, 3, 5 και 6 του Άρθρου 5, του Άρθρου 6, του Άρθρου 7, του Άρθρου 10, του Άρθρου 11, της παραγράφου 5 του Άρθρου 14, της παραγράφου 1 του Άρθρου 15 και του Άρθρου 17 του Κανονισμού, δύναται να επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις σε Πάροχο Υπηρεσιών Φιλοξενίας ο οποίος έχει την κύρια εγκατάστασή του στη Δημοκρατία ή έχει ορίσει νόμιμο αντιπρόσωπό του στη Δημοκρατία:
(2) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), «διοικητική κύρωση» σημαίνει-
(α) σύσταση για συμμόρφωση με ορισμένη υποχρέωση εντός συγκεκριμένης προθεσμίας η οποία ορίζεται από την Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων, με προειδοποίηση επιβολής διοικητικού προστίμου σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης∙ ή
(β) επιβολή διοικητικού προστίμου, το ύψος του οποίου δεν δύναται να υπερβαίνει το τέσσερα τοις εκατόν (4%) του κύκλου εργασιών του Παρόχου Υπηρεσιών Φιλοξενίας, ο οποίος πραγματοποιήθηκε κατά το οικονομικό έτος το οποίο προηγείται της παράβασης, όπως παρουσιάζεται στις οικονομικές του καταστάσεις, σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης τα οποία έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και δυνάμει των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου και τους κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(3) Η Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων, σε περίπτωση κατά την οποία Πάροχος Υπηρε-σιών Φιλοξενίας συστηματικά ή συνεχιζόμενα παραλείπει να αφαιρεί τρομοκρατικό περιεχόμενο ή να απενεργοποιεί την πρόσβαση σε αυτό σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης το συντομότερο δυνατόν και οπωσδήποτε εντός μίας ώρας από την παραλαβή της Εντολής Αφαίρεσης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του Άρθρου 3 του Κανονισμού, δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο ύψους έως και τέσσερα τοις εκατόν (4%) επί του συνολικού κύκλου εργασιών του, ο οποίος πραγματοποιήθηκε κατά το προηγούμενο της παράβασης οικονομικό έτος, όπως παρουσιάζεται στις οικονομικές του καταστάσεις, σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης που έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου και των προνοιών των Κανονισμών οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(4) Η Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων, πριν από την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) και (3), λαμβάνει υπόψη τις περιστάσεις οι προβλέπονται στην παράγραφο 2 του Άρθρου 18 του Κανονισμού.
(5)(α) Η Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων, προτού προβεί στην έκδοση απόφασης για επιβολή οποιασδήποτε διοικητικής κύρωσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, παρέχει στον Πάροχο Υπηρεσιών Φιλοξενίας ή σε νόμιμο εκπρόσωπό του δικαίωμα ακρόασης και λαμβάνει υπόψη τις υποβληθείσες ενώπιόν του παραστάσεις.
(β) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α), η Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση η οποία κοινοποιείται στον Πάροχο Υπηρεσιών Φιλοξενίας.
(6) Η απόφαση της Αρμόδιας Αρχής Επιβολής Κυρώσεων δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5), υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου.
(7) Διοικητική κύρωση η οποία επιβάλλεται από την Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εισπράττεται από την Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων και σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του ποσού, το οφειλόμενο ποσό εισπράττεται ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
(8) Σε περίπτωση κατά την οποία η Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων διαπιστώνει παραβίαση των διατάξεων του στοιχείου (γ) της παραγράφου (3) του Άρθρου 5 ή της επιφύλαξης της παραγράφου (3) του Άρθρου 6 του Κανονισμού, η οποία εμπίπτει στις αρμοδιότητες του Επιτρόπου, η Αρμόδια Αρχή Επιβολής Κυρώσεων δεν επιβάλλει διοικητική κύρωση στον Πάροχο Υπηρεσιών Φιλοξενίας, αλλά ενημερώνει αμελλητί τον Επίτροπο, ο οποίος δύναται να του επιβάλει, κατά περίπτωση, τις διοικητικές κυρώσεις οι οποίες προβλέπονται στην παράγραφο 2 του Άρθρου 56 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, τηρουμένων των διατάξεων του Άρθρου 18 του Κανονισμού.