40.-(1) Το Δικαστήριο δύναται, όταν είναι σκόπιμο να διορίζει νέο επίτροπο εμπιστευμάτων ή νέους επιτρόπους εμπιστευμάτων, και όταν διαπιστώνεται ότι είναι άσκοπο, δύσκολο και μη πρακτικό να ενεργήσει με τον τρόπο αυτό χωρίς τη βοήθεια του Δικαστηρίου, να εκδίδει διάταγμα που να διορίζει νέο επίτροπο εμπιστευμάτων ή νέους επιτρόπους εμπιστευμάτων είτε σε υποκατάσταση είτε επιπρόσθετα προς οποιοδήποτε υφιστάμενο επίτροπο εμπιστευμάτων ή επιτρόπους εμπιστευμάτων, ή έστω και αν δεν υπάρχει υφιστάμενος επίτροπος.
Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας της προηγούμενης διάταξης, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα που να διορίζει νέο επίτροπο εμπιστευμάτων σε υποκατάσταση επιτρόπου ο οποίος καταδικάστηκε σε φυλάκιση ή ο οποίος είναι πρόσωπο διανοητικά ασθενές ή πρόσωπο μη υγιές πνευματικά ή πτωχεύσας ή νομικό πρόσωπο υπό εκκαθάριση ή που διαλύθηκε.
(2) Διάταγμα βάσει του άρθρου αυτού, και οποιοδήποτε επακόλουθο διάταγμα παραχώρησης ή μεταβίβασης, δεν εφαρμόζεται περαιτέρω ή διαφορετικά ως απαλλαγή οποιουδήποτε προηγούμενου ή συνεχίζοντα επιτρόπου εμπιστευμάτων από ότι θα εφαρμόζετο σε διορισμό νέων επιτρόπων εμπιστευμάτων δυνάμει οποιασδήποτε εξουσίας προς τον σκοπό αυτό που περιέχεται σε οποιοδήποτε έγγραφο.
(3) Καμιά διάταξη στο άρθρο αυτό δεν παρέχει εξουσία για διορισμό εκτελεστή ή διαχειριστή.
41. Το Δικαστήριο δύναται να επιτρέψει σε οποιοδήποτε επίτροπο εμπιστευμάτων άλλον από τον Επίσημο Επίτροπο, τέτοια αμοιβή για τις υπηρεσίες του ως επιτρόπου εμπιστευμάτων όπως το Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει ορθό.
42. Κάθε επίτροπος εμπιστευμάτων που διορίστηκε από Δικαστήριο αρμόδιας δικαιοδοσίας, τόσο πριν από όσον και μετά το χρόνο κατά τον οποίο η ιδιοκτησία του εμπιστεύματος περιέρχεται σε αυτόν διά νόμου, ή διά απόκτησης δικαιώματος, ή διαφορετικά, έχει τις ίδιες αρμοδιότητες, εξουσίες, και διακριτικές εξουσίες, και δύναται από κάθε άποψη να ενεργεί ωσάν να είχε αρχικά διοριστεί επίτροπος εμπιστευμάτων διά του εγγράφου, αν υπάρχει, που δημιουργεί το εμπίστευμα.