4.-(1) Διά του παρόντος Νόμου και διά τους σκοπούς αυτού ιδρύεται Συμβούλιον κληθησόμενον Συμβούλιον Εμπορίας Κυπριακών Καρόττων και Τεύτλων.
(2) Το Συμβούλιον είναι νομικόν πρόσωπον με διηνεκή διαδοχήν και κοινήν σφραγίδα, κέκτηται δε εξουσίαν κτήσεως, κατοχής και διαθέσεως κινητής και ακινήτου περιουσίας, συμβατικήν ικανότητα, ως και την ικανότητα του παρίστασθαι επί δικαστηρίω ως ενάγων ή εναγόμενος υπό την ιδίαν του νομικού προσώπου επωνυμίαν:
Νοείται ότι μέχρις ου παραχωρηθή σφραγίς δύναται να χρησιμοποιήται ως κοινή σφραγίς ετέρα τοιαύτη φέρουσα την επιγραφήν “Συμβούλιον Εμπορίας Κυπριακών Καρόττων και Τεύτλων”.
- 71/1966
- 24/1983
5.-(1) Το Συμβούλιον σύγκειται εκ του Προέδρου διοριζομένου υπό του Υπουργού και δεκατριών ετέρων μελών διοριζομένων ωσαύτως υπό του Υπουργού εξ ων επτά να δύνανται να αντιπροσωπεύσωσι τα συμφέροντα των παραγωγών καρόττων και τεύτλων, δύο τα συμφέροντα των Ελληνικών και Τουρκικών αντιστοίχως κινήσεων συνεργατικής αναπτύξεως και δύο τα συμφέροντα των εξαγωγέων καρόττων και τεύτλων εις το συμβούλιον μετέχουν ωσαύτως εις δημόσιος υπάλληλος διοριζόμενος ονομαστικώς ή ex officio ως αντιπρόσωπος του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας, και εις δημόσιος υπάλληλος διοριζόμενος ονομαστικώς ή ex officio ως αντιπρόσωπος του Υπουργείου Γεωργίας και Φυσικών Πόρων.
(2) Ο Υπουργός πριν ή προβή εις τον διορισμόν του Προέδρου του Συμβουλίου λαμβάνει υπ’ όψιν τας γνώμας των μελών αυτού.
(3) Προ του διορισμού οιουδήποτε μέλους πλην των δημοσίων υπαλλήλων, ο Υπουργός δέον να συμβουλεύηται οιονδήποτε οργανισμόν ουσιαστικώς εκπροσωπούντα κατά την γνώμην αυτού τα συμφέροντα αναφορικώς προς άτινα γίνεται ο διορισμός του προσώπου τούτου ως μέλους.
(4) Το Συμβούλιον καταβάλλει εις τον Πρόεδρον και τα μέλη την υπό του Υπουργού εκάστοτε εγκρινομένην αντιμισθίαν ή επίδομα ή αμφότερα.
- 71/1966
- 24/1983
- 134/1987
6. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο Πρόεδρος και τα λοιπά μέλη κατέχουν και κενούσι την θέσιν αυτών συμφώνως προς τους εν τω εγγράφω του διορισμού αυτών περιεχομένους όρους.
7. Πλην των δημοσίων υπαλλήλων τα λοιπά μέλη δύνανται κατά πάντα χρόνον να παραιτηθώσι της θέσεως αυτών παρά τω Συμβουλίω δι’ εγγράφου αποστελλομένου τω Υπουργώ, παύουσι δε κατέχοντα την θέσιν αυτών ευθύς άμα ως η τοιαύτη παραίτησις περιέλθη εις χείρας του Υπουργού.
8. Μέλoς ούτινος η θητεία εξέπνευσεν ή ο παραιτείται της θέσεως αυτού δύναται να τύχη επαναδιορισμού.
9. Εάν ο Υπουργός πεισθή ότι οιονδήποτε μέλος πλην των δημοσίων υπαλλήλων-
(α) απουσίασε τεσσάρων συναπτών συνεδριών του Συμβουλίου άνευ της προς τούτο αδείας του Συμβουλίου~ ή
(β) εκηρύχθη εις πτώχευσιν ή συνήψε συμβιβασμόν μετά των πιστωτών αυτού~ ή
(γ) είναι ανίκανον λόγω φυσικής ή πνευματικής τινος νόσου~ ή
(δ) κατεδικάσθη δι’ αδίκημα τι δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή δι’ οιονδήποτε αδίκημα εμπεριέχον το στοιχείον της απάτης~ ή
(ε) παρέλειψεν άνευ ευλόγου αιτίας να γνωστοποιήση πληροφορίαν ην δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 22 υπεχρεούτο να γνωστοποιήση~ ή
(στ) είναι άλλως πως ανίκανον να εκπληρώση τας αρμοδιότητας αυτού ως μέλους~ ή
(ζ) έπαυσε να απολαμβάνη της εμπιστοσύνης του υποδείξαντος αυτό οργανισμού,
ούτος δύναται να κηρύξη την θέσιν του μέλους τούτου ως χηρεύσασαν, γνωστοποιεί δε το γεγονός καθ’ ον τρόπον ήθελεν ούτος κρίνει προσήκοντα~ επί τούτω η ούτω χηρεύσασα θέσις δύναται να πληρωθή συμφώνως ταις διατάξεσι του άρθρου 5.
10. Ουδεμία πράξις ή διαδικασία του Συμβουλίου προσβάλλεται ως εκ του γεγονότος ότι χηρεύει η θέσις οιουδήποτε μέλους.
11.-(1) Διαρκούσης προσωρινής απουσίας του Προέδρου εκ της Δημοκρατίας ή προσωρινής ανικανότητος προς εκπλήρωσιν των αρμοδιοτήτων αυτού ως Προέδρου, καθήκοντα Προέδρου ασκεί έτερον πρόσωπον, μέλος ή μη, διοριζόμενον προς τούτο υπό του Υπουργού.
(2) Άμα τη διενεργεία τοιούτου προσωρινού διορισμού συμφώνως ταις διατάξεσι του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, άπασαι αι δυνάμει του παρόντος Νόμου εξουσίαι ως και πάντα τα καθήκοντα του Προέδρου περιέρχονται εις το ούτω προσωρινώς διορισθέν πρόσωπον.
12. Οσάκις μέλος τι, πλην του Προέδρου, είναι προσωρινώς ανίκανον προς εκπλήρωσιν των αρμοδιοτήτων αυτού ως μέλους, είτε λόγω προσωρινής απουσίας εκ της Δημοκρατίας είτε εξ ετέρας ευλόγου αιτίας, διαρκούσης της τοιαύτης ανικανότητος ο Υπουργός δύναται να διορίση προσωρινώς έτερον μέλος εις ο και περιέρχονται άπαντα τα καθήκοντα και εξουσίαι του προσωρινώς καταστάντος ανικάνου μέλους:
Νοείται ότι εάν το προσωρινώς καταστάν ανίκανον μέλος έτυχε διορισμού δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 5, ο αναπληρών τούτο διορίζεται κατά την αυτήν διαδικασίαν.
13. Εάν εις τινα ειδικήν περίπτωσιν το Συμβούλιον επιθυμή να συμβουλευθή πρόσωπον τι εφ’ οιουδήποτε ειδικού θέματος, δύναται να εκλέξη το πρόσωπον τούτο ως μέλος διά πάσαν συνεδρίαν καθ’ ην απαιτείται η παρουσία αυτού~ το πρόσωπον τούτο, εν όσω διαρκή η εκλογή του, κέκτηται άπαντα τα δικαιώματα και τα προνόμια μέλους, ουχί όμως και το δικαίωμα ψήφου εφ’ οιουδήποτε θέματος.
14.-(1) Το Συμβούλιον δύναται να συνιστά εκ των ιδίων αυτού μελών Επιτροπάς διά γενικούς ή ειδικούς σκοπούς, οίτινες κατά την γνώμην αυτού θα ετύγχανον καλλιτέρας ρυθμίσεως ή διαχειρίσεως υπό τινος Επιτροπής~ τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου το Συμβούλιον δύναται να παραχωρή εις οιανδήποτε των ούτω συνισταμένων Επιτροπών οιανδήποτε των υπό του Συμβουλίου ενασκουμένων αρμοδιοτήτων.
(2) Πρόεδρος πάσης τοιαύτης Επιτροπής είναι ex officio o Πρόεδρος του Συμβουλίου.
(3) Αι Επιτροπαί υποβάλλουν τα πρακτικά αυτών τω Συμβουλίω.
15.-(1) Των συνεδριών του Συμβουλίου προεδρεύει εφ’ όσον παρίσταται ο Πρόεδρος, εν απουσία δε αυτού εις των παρόντων συμβούλων, επί τούτω υποδεικνυόμενος υπό του Συμβουλίου.
(2) Ο χρόνος και ο τόπος των συνεδριών του Συμβουλίου ή οιασδήποτε των Επιτροπών αυτού καθορίζεται υπό του Προέδρου του Συμβουλίου.
(3) Ο Πρόεδρος συγκαλεί το ταχύτερον δυνατόν έκτακτον συνεδρίαν του Συμβουλίου άμα τη λήψει εγγράφου αιτήσεως υποβαλλομένης αυτώ υπό τριών τουλάχιστον μελών του Συμβουλίου~ η έκτακτος συνεδρία συγκαλείται διά τους εν τη αιτήσει αναγραφομένους σκοπούς.
(4) Το Συμβούλιον και αι Επιτροπαί αυτού ευρίσκονται εν απαρτία εφ’ όσον παρίσταται ο υπό του Συμβουλίου καθοριζόμενος αριθμός μελών, όστις εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να είναι μικρότερος των εξ προκειμένου περί του Συμβουλίου, μικρότερος δε των τριών προκειμένου περί τινος των Επιτροπών.
(5) Αι αποφάσεις του Συμβουλίου ή οιασδήποτε των Επιτροπών αυτού επί των ενώπιον αυτών προσαγομένων θεμάτων λαμβάνονται διά πλειοψηφίας των παρόντων και εχόντων δικαίωμα ψήφου μελών.
(6) Ο προεδρεύων της συνεδρίας κέκτηται μίαν μόνον ψήφον, εν περιπτώσει όμως ισοψηφίας κέκτηται ωσαύτως και δευτέραν νικώσαν τοιαύτην.
16.-(1) Τηρούνται πρακτικά των συνεδριών του Συμβουλίου ως και πασών των Επιτροπών αυτού, άτινα εφ’ όσον φέρουσι την υπογραφήν του προσώπου όστις φέρεται προεδρεύσας της συνεδρίας εις ην αφορώσι τα τοιαύτα πρακτικά, ή της συνεδρίας καθ’ ην ταύτα ανεγνώσθησαν, συνιστώσιν αποδεικτικόν στοιχείον των κατά την συνεδρίαν διεξαχθέντων η δε συνεδρία εις ην αφορώσι τα πρακτικά τεκμαίρεται μέχρις αποδείξεως του εναντίου ως νομίμως συγκληθείσα και συγκροτηθείσα.
(2) Αντίγραφον των πρακτικών εκάστης συνεδρίας του Συμβουλίου ή των Επιτροπών αυτού, αποστέλλεται εις τον Υπουργόν εντός δεκατεσσάρων ημερών από της τοιαύτης συνεδρίας.
17. Τη εγκρίσει του Υπουργού το Συμβούλιον δύναται να εκδίδη Κανονισμούς αφορώντας εις την διεξαγωγήν των συνεδριών του Συμβουλίου ή των Επιτροπών αυτού, τας γνωστοποιήσεις των συνεδριών, την κατά τας συνεδρίας τηρουμένην διαδικασίαν, την κράτησιν των πρακτικών των τοιούτων συνεδριών και την προσαγωγήν αυτών προς επιθεώρησιν.
18. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει του άρθρου 17 γενομένων κανονισμών η ενώπιον του Συμβουλίου και των Επιτροπών αυτού διαδικασία καθορίζεται υπό του Συμβουλίου.
19. Η κοινή σφραγίς του Συμβουλίου επ’ ουδενός εγγράφου τίθεται ειμή κατόπιν εξουσιοδοτήσεως παρεχομένης δι’ αποφάσεως του Συμβουλίου, η δε επίθεσις της σφραγίδος βεβαιούται διά της υπογραφής του Προέδρου, ή οιουδήποτε ετέρου μέλους εις ο το Συμβούλιον παρέσχε γενικήν ή ειδικήν εξουσιοδότησιν όπως αντικαθιστά επί τούτω τον Πρόεδρον, και της υπογραφής ετέρου τινός συμβούλου έχοντος την γενικήν ή ειδικήν εξουσιοδότησιν του Συμβουλίου όπως ενεργή επί τούτω.
20. Παν έγγραφον φερόμενον ως έγγραφον προσηκόντως εκδοθέν ή υπογραφέν υπό την σφραγίδα του Συμβουλίου ή διά λογαριασμόν του Συμβουλίου, γίνεται δεκτόν ως αποδεικτικόν στοιχείον, μέχρι δε αποδείξεως του εναντίου τεκμαίρεται ούτω εκδοθέν ή υπογραφέν άνευ οιασδήποτε περαιτέρω αποδείξεως.
21. Συμβάσεις και έγγραφα ων η σύναψις ή έκδοσις υπό προσώπου ετέρου ή νομικού τοιούτου δεν απαιτεί την επίθεσιν σφραγίδος, δύνανται να συναφθώσιν ή εκδοθώσιν διά λογαριασμόν του Συμβουλίου υπό παντός προσώπου έχοντος την επί τούτω γενικήν ή ειδικήν εξουσιοδότησιν του Συμβουλίου.
22. Το γεγονός ότι μέλος τι είναι εν των συμβαλλομένων ή κέκτηται συμφέρον επί συμβάσεως συναφθείσης μετά του Συμβουλίου δεν επάγεται ακυρότητα της τοιαύτης συμβάσεως, το δε μέλος ουδεμίαν υποχρέωσιν υπέχει εκ μόνου του γεγονότος ότι είναι μέλος του Συμβουλίου να λογοδοτήση εις το Συμβούλιον διά το εκ της συμβάσεως πραγματοποιηθέν υπ’ αυτού κέρδος~ το μέλος όμως οφείλει όπως αμελλητί γνωστοποιήση τω Συμβουλίω παν συμφέρον όπερ τούτο έχει ή κτάται εφ’ οιασδήποτε συμβάσεως, εφ’ όσον τούτο αντίκειται καθ’ οιονδήποτε τρόπον προς τα καθήκοντα αυτού ως μέλους, ουδέν δικαίωμα δε ψήφου κέκτηται εφ’ οιουδήποτε θέματος αφορώντος εις την ως είρηται σύμβασιν~ εάν μέλος παρά ταύτα ψηφίση, η ψήφος αυτού ουδόλως λαμβάνεται υπ’ όψιν:
Νοείται ότι ουδέν μέλος στερείται του δικαιώματος της ψήφου επί τινος θέματος αφορώντος εις την γενικήν πολιτικήν του Συμβουλίου εφ’ οιουδήποτε ζητήματος, εκ μόνου του λόγου ότι η επί τοιούτου θέματος απόφασις επηρεάζει ή δύναται να επηρεάση συμβάσεις συναφθείσας ή συναφθησομένας μεταξύ αυτού και του Συμβουλίου.
23. Και εάν έτι μεταγενεστέρως αποκαλυφθή ότι ενυπάρχει ελάττωμα τι εις τον διορισμόν ή τα προσόντα προσώπου φερομένου ως μέλους του Συμβουλίου ή των Επιτροπών αυτού, ή ότι μέλος του Συμβουλίου ή Επιτροπής τινος εψήφισεν επί θέματος εφ’ ου δεν είχε δικαίωμα ψήφου άπασαι αι πράξεις αι γενόμεναι εις οιανδήποτε συνεδρίαν του Συμβουλίου ή οιανδήποτε των Επιτροπών αυτού είναι έγκυροι παρά το τοιούτον ελάττωμα ή το γεγονός ότι το μέλος δεν εκέκτητο δικαίωμα ψήφου.
24.-(1) Το κύριον εκτελεστικόν όργανον του Συμβουλίου είναι ο Γενικός Διευθυντής αυτού όστις είναι υπεύθυνος διά την εκτέλεσιν της πολιτικής του Συμβουλίου και την διαχείρισιν των καθ’ ημέραν υποθέσεων αυτού.
(2) Το Συμβούλιον παραχωρεί εις τον Γενικόν Διευθυντήν εκ των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων αυτού τας αναγκαίας διά την αποτελεσματικήν διεξαγωγήν των πάσης φύσεως καθ’ ημέραν υποθέσεων αυτού.
(3) Ο Γενικός Διευθυντής διορίζεται υπό του Συμβουλίου τη εγκρίσει του Υπουργού.
(4) Ο Γενικός Διευθυντής παρίσταται εις τας συνεδρίας του Συμβουλίου και των Επιτροπών αυτού δεν κέκτηται όμως δικαίωμα ψήφου επί των ενώπιον αυτού προσαγομένων θεμάτων.
25. Το Συμβούλιον δύναται-
(α) να διορίζη τους εκάστοτε αναγκαίους υπαλλήλους διά την προσήκουσαν και αποτελεσματικήν διεξαγωγήν των επιχειρήσεων του Συμβουλίου εν τη Δημοκρατία ή εν τη αλλοδαπή, υπό όρους υπηρεσίας καθοριζομένους υπό του Συμβουλίου τη εγκρίσει του Υπουργού:
Νοείται ότι οι όροι υπηρεσίας του προσωπικού του Συμβουλίου δέον όπως συνάδουν προς την υπό της Κυβερνήσεως ακολουθουμένην πολιτικήν.
(β) να χορηγή εις τους υπαλλήλους αυτού συντάξεις, βοηθήματα ή επιδόματα αποχωρήσεως και να επιβάλλη αυτοίς αναγκαστικήν εισφοράν εις οιονδήποτε σύστημα συντάξεων ή εισφορών~
(γ) τη εγκρίσει του Υπουργού, να ιδρύση εκτός της Δημοκρατίας τα αναγκαία γραφεία.