188.-(1) Πας όστις-
(α) εκδίδει ή υπογράφει ή προκαλεί την έκδοσιν ή υπογραφήν ή παραδίδει ή προκαλεί την παράδοσιν εις τον Διευθυντήν ή τινα λειτουργόν, οιασδήποτε δηλώσεως, γνωστοποιήσεως, πιστοποιητικού ή ετέρου πάσης φύσεως εγγράφου· ή
(β)προβαίνει εις δήλωσιν εις απάντησιν ερωτήματος τεθέντος αυτώ υπό τίνος λειτουργού, ως ούτος υπέχει υποχρέωσιν δυνάμει νομοθετικής τίνος πράξεως, η δε δήλωσις ή έγγραφον, σχέσιν έχον προς τινα σκοπόν αφορώντα εις παραχωρηθείσαν αρμοδιότητα είναι αναληθής εις τι ουσιώδες στοιχείον αυτού, ούτος είναι ένοχος αδικήματος δυνάμει του παρόντος άρθρου.
(2) Οσάκις, συνεπεία δηλώσεως ή εγγράφου ως εν τοις ανωτέρω, δεν καταβληθή το πλήρες ποσόν του πληρωτέου δασμού ή φόρου ή επιστραφή, παρασχεθή έκπτωσις ή αποδοθή δασμός ή φόρος κατά ποσόν μείζον του κατά νόμον προβλεπομένου, ο επί το έλαττον καταβληθείς ή ο αχρεωστήτως επιστραφείς, εκπεσθείς δασμός ή φόρος εισπράττεται ως χρέος οφειλόμενον τη Δημοκρατία ή ως αστικόν τοιούτον.
(3)Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του αμέσως προηγουμένου εδαφίου, πας όστις παραβαίνει οιανδήποτε των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πράττων ούτω είτε εν γνώσει αυτού είτε εκ βαρείας αμελείας, ούτος είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £1500 ή εις φυλάκισιν μέχρι δύο ετών ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης· άπαντα δε τα εμπορεύματα, εις α αφορά η γενομένη δήλωσις ή το προσκομισθέν έγγραφον υπόκεινται εις δήμευσιν.
(4) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, πας όστις παραβαίνει τας διατάξεις του παρόντος άρθρου υπό περιστάσεις, αίτινες αποκλείουσιν ενοχήν αυτού δυνάμει του αμέσως προηγουμένου εδαφίου, ούτος είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £750.
189.-(1) Πας όστις-
(α)πλαστογραφεί ή παραποιεί έγγραφον, προνοούμενον υπό τίνος νομοθετικής πράξεως, αφορώσης εις παραχωρηθείσαν αρμοδιότητα ή όπερ χρησιμοποιείται εν τη διενεργεία οιασδήποτε πράξεως αφορώσης εις τοιαύτην αρμοδιότητα· ή
(β) εν γνώσει αυτού αποδέχεται, λαμβάνει ή ποιείται χρήσιν ούτω πλαστογραφηθέντος ή παραποιηθέντος εγγράφου· ή
(γ) αλλοιοί τοιούτον έγγραφον μετά την επίσημον αυτού έκδοσιν· ή
(δ)πλαστογραφεί οιανδήποτε σφραγίδα, υπογραφήν, αρχικά ή έτερον σημείον χρησιμοποιούμενον υφ' οιουδήποτε λειτουργού διά την βεβαίωσιν τοιούτου εγγράφου ή διά την ασφάλειαν εμπορευμάτων ή δι' οιονδήποτε έτερον σκοπόν, αφορώντα εις παραχωρηθείσαν αρμοδιότητα,
είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £1500 ή εις φυλάκισιν μέχρι δύο ετών ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
190.-(1) Πας όστις, υπέχων υποχρέωσιν δυνάμει των περί Τελωνείων ή Φόρων Καταναλώσεως Νόμων, όπως προμηθεύση ζυγόν δι' οιονδήποτε των προνοουμένων εν τοις ειρημένοις νόμοις σκοπών, ποιείται χρήσιν ή επιτρέπει την χρήσιν ψευδούς ή ανακριβούς ζυγού, είναι ένοχος αδικήματος δυνάμει του παρόντος άρθρου.
(2) Εάν κατά την ζύγισιν, υπολογισμόν ή καταμέτρησιν οιουδήποτε αντικειμένου επί τω τέλει εξελέγξεως ή εξετάσεως τούτου υπό τίνος λειτουργού, οιονδήποτε πρόσωπον ως εν τοις ανωτέρω ή το πρόσωπον υφ' ου ή διά λογαριασμόν ούτινος διενεργείται η ζύγισις, υπολογισμός ή καταμέτρησις πράξη τι, προ, κατά ή μετά την ζύγισιν, υπολογισμόν ή καταμέτρησιν ως εκ του οποίου ο λειτουργός παρακωλύεται ή εξαπατείται ή δυνατόν να παρακωλυθή ή εξαπατηθή εν τη διενεργεία αληθούς και ακριβούς εξελέγξεως ή προσηκούσης εξετάσεως, ούτος είναι ένοχος αδικήματος δυνάμει του παρόντος άρθρου.
(3) Πας όστις διαπράττει αδίκημα δυνάμει του παρόντος άρθρου υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £750 και πας ψευδής ή αναληθής ζυγός ως και παν έτερον αντικείμενον, σχέσιν έχον προς το διαπραχθέν αδίκημα, υπόκειται εις δήμευσιν.
(4) Εν τω παρόντι άρθρω ο όρος ζυγός περιλαμβάνει μέτρα και σταθμά ως και μηχανάς ή όργανα ζυγίσεως ή μετρήσεως.
191.-(1) Ανεξαρτήτως οιασδήποτε ετέρας διατάξεως του παρόντος Νόμου, πας όστις-
(α)εν γνώσει αυτού και επί τω τέλει καταδολιεύσεως της Δημοκρατίας εκ τίνος πληρωτέου δασμού ή φόρου ή επί τω τέλει καταστρατηγήσεως απαγορευτικής διατάξεως ή περιορισμού, εκάστοτε τελούντος εν ισχύϊ δυνάμει νομοθετικής τίνος πράξεως, αποκτά κατοχήν ή καθ' οιονδήποτε τρόπον ενέχεται εις την μεταγωγήν, μεταφοράν, αποθήκευσιν, στέγασιν, φύλαξιν, απόκρυψιν ή πάσης φύσεως εμπορίαν εμπορευμάτων παρανόμως μεταφερθέντων εκ τίνος δημοσίας ή ιδιωτικής αποθήκης αποταμιεύσεως ή εμπορευμάτων υποκειμένων εις μη καταβληθέντα εισέτι δασμόν ή φόρον καταναλώσεως ή διά την εισαγωγήν ή εξαγωγήν των οποίων θέλει εκάστοτε τελή εν ισχύϊ απαγορευτική διάταξις ή περιορισμός, ως εν τοις ανωτέρω· ή
(β) καθ' όσον αφορά εις οιαδήποτε εμπορεύματα, ενέχεται καθ' οιονδήποτε τρόπον εν γνώσει αυτού, εις δολίαν αποφυγήν ή απόπειραν αποφυγής καταβολής δασμού τίνος ή φόρου βαρύνοντος τα τοιαύτα εμπορεύματα ή εις την καταστρατήγησιν απαγορευτικής διατάξεως ή περιορισμού ως εν τοις ανωτέρω ή οιασδήποτε των διατάξεων του εφαρμοστέου επί των τοιούτων εμπορευμάτων νόμου,
υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των εμπορευμάτων η τας £1500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών ή εις φυλάκισιν μέχρι δύο ετών ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης, πλην της περιπτώσεως αδικήματος, σχέσιν έχοντος προς απαγορευτικήν διάταξιν ή περιορισμόν, καθ' ην ρητώς προνοείται ετέρα τις ποινή διά το εν λόγω αδίκημα υπό της νομοθετικής ή ετέρας πράξεως, εν η διαλαμβάνεται η τοιαύτη απαγορευτική διάταξις ή περιορισμός.
(2) Πας λειτουργός κέκτηται εξουσίαν όπως άνευ δικαστικού εντάλματος συλλαμβάνη παν πρόσωπον το οποίον ευρίσκει διαπράττον ή αποπειρώμενον όπως διαπράξη ή καθ' οιονδήποτε τρόπον ενεχόμενον εις την διάπραξιν οιουδήποτε αδικήματος προνοουμένου υπό του εδαφίου (1).
(3) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (2) πας λειτουργός κέκτηται εξουσίαν όπως, εάν έχη εύλογον αιτίαν να πιστεύη ότι αδίκημα εκ των προνοουμένων υπό του εδαφίου (1) διαπράττεται ή υφίσταται αρχή διαπράξεως τούτου, απαιτήση παρ' οιουδήποτε προσώπου το οποίον ευλόγως πιστεύει ότι ενέχεται εις την τοιαύτην διάπραξιν όπως παραστή εις το γραφείον αυτού ή οιονδήποτε άλλον εύλογον μέρος επί τω σκοπώ όπως εξετασθή και ληφθή κατάθεσις παρ' αυτού εν σχέσει προς την τοιαύτην διάπραξιν και εν τοιαύτη περιπτώσει εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών, αι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.
(4) Πας όστις άνευ ευλόγου αιτίας αρνείται να παραστή ως απαιτείται υπό του εδαφίου (3), είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £1000 ή εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν το εν έτος ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας και τη αναιτιολογήτω αρνήσει του δύναται να συλληφθή άνευ δικαστικού εντάλματος.
192.-(1) Οσάκις εν τινι νομοθετική διατάξει, αφορώση εις παραχωρηθείσαν αρμοδιότητα, προνοείται ποινή, εις ην υπόκειται παν εν τη διατάξει προνοούμενον αδίκημα ή πάσα πράξις ή παράλειψις γενομένη κατά παράβασιν Κανονισμού, οδηγίας, ή όρου δυνάμει της τοιαύτης διατάξεως εκδοθέντος ή επιβληθέντος, εάν πρόσωπον τι καταδικασθή εν τη αυτή δικαστική διαδικασία διά πλείονα τοιαύτα αδικήματα ή παραβάσεις, το πρόσωπον τούτο υπόκειται εις την εν λόγω ποινήν κεχωρισμένως δι' εν έκαστον αδίκημα ή παράβασιν, δι' ην θέλει εξευρεθή ένοχος.
(2) Οσάκις η προβλεπομένη εν τινι νομοθετική πράξει ποινή, καθορίζεται αναλόγως της αξίας οιουδήποτε εμπορεύματος, η τοιαύτη αξία υπολογίζεται βάσει της τιμής, ην ευλόγως δύναται τις να αναμένη ότι τα εμπορεύματα ταύτα θα απεκόμιζον, μετά την καταβολήν του φόρου ή δασμού, εις ον ταύτα τυχόν υπόκεινται, εάν επωλούντο εν τη ελευθέρα αγορά κατά ή περί την ημερομηνίαν, καθ' ην διεπράχθη το αδίκημα, δι' ο επιβάλλεται η ποινή.
(3) Εάν αποδειχθή ότι αδίκημα προνοούμενον εν τινι νομοθετική πράξει, αφορώση εις παραχωρηθείσαν αρμοδιότητα, διεπράχθη υπό νομικού προσώπου τη συναινέσει ή συνεργασία ή εξ αμελείας συμβούλου, διευθυντού, γραμματέως ή ετέρου παρομοίου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή υπό προσώπου φερομένου ως ενεργούντος υπό τοιαύτην ιδιότητα, ούτος μετά του νομικού προσώπου λογίζεται ένοχος του εν λόγω αδικήματος και υπόκειται ωσαύτως εις ποινικήν δίωξιν και ανάλογον ποινήν.
Εν τω παρόντι εδαφίω ο όρος "σύμβουλος", αναφορικώς προς νομικόν πρόσωπον ή οργανισμόν δημοσίου δικαίου, η διαχείρισις ούτινος είναι εμπεπιστευμένη εις τα μέλη αυτού, σημαίνει μέλος του νομικού τούτου προσώπου ή οργανισμού.
(4) Οσάκις εις διαδικασίαν αρξαμένην αναφορικώς προς αδίκημα διαπραχθέν κατά παράβασιν των τελωνειακών νόμων αναφυή αμφισβήτησις περί τον πληρωτέον επί εισαγομένων εμπορευμάτων δασμόν και τον συντελεστήν αυτού, και είναι ανέφικτος ο προσδιορισμός του χρόνου του καθορίζοντος τον πληρωτέον δασμόν και τον συντελεστήν αυτού συμφώνως ταις διατάξεσι του άρθρου 30 του παρόντος Νόμου, ο υπό αμφισβήτησιν δασμός και ο συντελεστής αυτού καθορίζονται ως εάν τα εμπορεύματα είχον εισαχθή άνευ διασαφήσεως καθ' ον χρόνον ήρξατο η τοιαύτη διαδικασία.
192Α. Πας όστις παραβαίνει οιανδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δι' ην δεν προνοείται ειδικώς ποινή ή δι' ην η μόνη προβλεπομένη ποινή είναι η της δημεύσεως, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £1000, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
- 82/1967
- 45/1973