19.-(1) Το αρχικόν κεφάλαιον του Οργανισμού θα είναι πεντακόσιαι χιλιάδες λίραι καταβληθησόμεναι υπό της Δημοκρατίας προς τον Οργανισμόν άμα τη συστάσει τούτου δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Το τοιούτο κεφάλαιον δύναται να αυξηθή κατόπιν Αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου.
20. Ίνα καταστή ικανός ο Οργανισμός να εκπληροί τας δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιότητας αυτού, ο Οργανισμός δύναται τη συγκαταθέσει του Υπουργικού Συμβουλίου, συμφώνως προς οιανδήποτε γενικήν εξουσιοδότησιν δοθείσαν υπ’ αυτού, να δανείζηται χρήματα κατά τοιούτον τρόπον και υπό τοιούτους όρους οίους ήθελε κρίνει καταλλήλους να επιβάλη το Υπουργικόν Συμβούλιον και ιδία αλλ’ άνευ επηρεασμού της γενικότητος των προηγουμένων, να δανείζηται χρήματα παρά της Δημοκρατίας.
21.-(1) Ο Οργανισμός, προς τον σκοπόν εξευρέσεως χρημάτων διά τα οποία είναι εξουσιοδοτημένος να δανείζηται δυνάμει του άρθρου 20, δύναται να εκδίδη χρεώγραφα, ομόλογα, γραμμάτια (debentures) ή έτερα αξιόγραφα (εν τοις εφεξής εν τω παρόντι Νόμω αναφερόμενα ως “χρεώγραφα”).
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, οιαδήποτε χρεώγραφα εκδιδόμενα υπό του Οργανισμού θα εκδίδωνται, μεταβιβάζωνται, τυγχάνουν χειρισμού και αποπληρούνται συμφώνως προς κανονισμούς εκδιδομένους υπό του Οργανισμού τη εγκρίσει του Υπουργικού Συμβουλίου.
22. Η Δημοκρατία δύναται να εγγυάται, κατά τοιούτον τρόπον και υπό τοιούτους όρους οίους ήθελε κρίνει καταλλήλους, την προσήκουσαν και τακτικήν πληρωμήν υπό του Οργανισμού του κεφαλαίου και των τόκων οιουδήποτε δανείου συναφθέντος υπό του Οργανισμού δυνάμει των άρθρων 20 και 21.
23. Ο Οργανισμός δύναται να περιλαμβάνη εις τας τιμάς πωλήσεως των οικοπέδων, των οικιών ή ετέρας ιδιοκτησίας αυτού εν ποσοστόν το οποίον θα είναι επιπλέον όλων των αμέσων και εμμέσων δαπανών των σχετιζομένων προς το εν λόγω οικοπέδον, την οικίαν ή ετέραν ιδιοκτησίαν και το οποίον θα είναι γνωστόν ως “περιθώριον διά την δημιουργίαν αποθεματικού”:
Νοείται ότι το εν λόγω ποσοστόν δεν δύναται, εν εκάστη περιπτώσει, να υπερβαίνη το 15% άνευ της προηγουμένης εγκρίσεως του Υπουργικού Συμβουλίου.
24. Τηρουμένων των Κανονισμών οίτινες δύνανται να εκδίδωνται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου ο Οργανισμός δύναται να επενδύη οιαδήποτε ποσά διατηρούμενα ως αποθεματικόν ή εις χρεωλυτικόν ταμείον ή οιαδήποτε ποσά μη απαιτούμενα προς άμεσον χρησιμοποίησιν ή δαπάνην εις καταθέσεις εις τραπέζας ή έτερα οικονομικά ιδρύματα, εις χρεώγραφα, ομόλογα ή ετέρους τύπους αξιογράφων ή εις οιανδήποτε ετέραν επένδυσιν.
25. Ο Οργανισμός δύναται να ασφαλίζη την ιδιοκτησίαν και τα λοιπά ενεργητικά περιουσιακά στοιχεία και τας εργασίας αυτού έναντι ζημίας ή απωλείας αυτών διά τοιούτων ποσών ως ήθελε κρίνει πρέπον, περιλαμβανομένης και της ασφαλίσεως των λειτουργών και υπαλλήλων αυτού.
26. Τοιαύτα ποσά εκ των κερδών, άτινα ο Οργανισμός θέλει κρίνει ορθόν όπως τίθενται κατά μέρος καθ’ έκαστον έτος, θα κατατίθενται εις ταμείον κληθησόμενον το “Αποθεματικόν του Οργανισμού”. Το Υπουργικόν Συμβούλιον, εν διαβουλεύσει μετά του Υπουργού Οικονομικών, δύναται να αποφασίση όπως οιονδήποτε πλεόνασμα, τηρουμένης της επιφυλάξεως του άρθρου 23, μεταφερθή εις το Πάγιον Ταμείον της Δημοκρατίας.
27.-(1) Ο Οργανισμός θα μεριμνά διά την τήρησιν καταλλήλων βιβλίων και λογαριασμών περί των εργασιών αυτού, καθώς και διά την κατάρτισιν ετησίας καταστάσεως λογαριασμών ως εάν ήτο εμπορικός οργανισμός.
(2) Οι λογαριασμοί του Οργανισμού θα ελέγχονται κατ’ έτος υπό του Γενικού Ελεγκτού της Δημοκρατίας όστις θα υποβάλλη την έκθεσιν αυτού προς το Συμβούλιον, αντίγραφον δε αυτής υποβάλλεται προς τον Υπουργόν και την Βουλήν των Αντιπροσώπων.
(3) Ευθύς ως οι λογαριασμοί του Οργανισμού ελεγχθούν, ο Οργανισμός θα αποστέλλη προς το Υπουργικόν Συμβούλιον προς έγκρισιν αντίγραφον των λογαριασμών ομού μετ’ αντιγράφου της εκθέσεως του Γενικού Ελεγκτού και εν συνεχεία θα δημοσιεύη την κατάστασιν λογαριασμών και την έκθεσιν κατά τοιούτον τρόπον ως το Υπουργικόν Συμβούλιον ήθελε καθορίσει.
28.-(1) Ευθύς ως ήθελε καταστή δυνατόν μετά την λήξιν εκάστου οικονομικού έτους, ο Οργανισμός θα μεριμνά διά την κατάρτισιν και διαβίβασιν προς το Υπουργικόν Συμβούλιον εκθέσεως αναφερομένης γενικώς εις τας δραστηριότητας του Οργανισμού διαρκούντος του προηγουμένου οικονομικού έτους, και περιεχούσης πληροφορίας περί των εργασιών και της πολιτικής του Οργανισμού.
(2) Μετά την υποβολήν της ετησίας εκθέσεως του Οργανισμού εις το Υπουργικόν Συμβούλιον, αντίγραφον αυτής κατατίθεται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων προς ενημέρωσιν αυτής.
(3) Εάν το Υπουργικόν Συμβούλιον είναι της γνώμης ότι η έκθεσις δύναται να δημοσιευθή άνευ βλάβης των συμφερόντων του Οργανισμού ή του δημοσίου συμφέροντος, αύτη δύναται να δημοσιευθή υπό του Οργανισμού μετά την υποβολήν της προς το Υπουργικόν Συμβούλιον.