3.-(1) Ο εμπορικός αντιπρόσωπος οφείλει κατά την άσκηση των καθηκόντων του να ενεργεί σύμφωνα με το νόμο και με καλή πίστη έναντι του αντιπροσωπευομένου και να μεριμνά για τα συμφέροντα του.
(2) Ειδικότερα, κάθε εμπορικός αντιπρόσωπος οφείλει-
(α) Να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να διαπραγματεύεται ή να ολοκληρώνει τις συναλλαγές που του ανατίθενται,
(β) να ανακοινώνει στον αντιπροσωπευόμενο κάθε αναγκαία πληροφορία που διαθέτει,
(γ) να συμμορφώνεται με τις εύλογες οδηγίες του αντιπροσωπευομένου.
- 51(I)/1992
- 149(I)/2000
4.-(1) Ο αντιπροσωπευόμενος οφείλει στις σχέσεις του με τον εμπορικό αντιπρόσωπο να ενεργεί νόμιμα και με καλή πίστη.
(2) Ειδικότερα, κάθε αντιπροσωπευόμενος οφείλει-
(α) Να θέτει στη διάθεση του εμπορικού αντιπροσώπου τα αναγκαία πληροφοριακά έγγραφα που αφορούν τα εκάστοτε εμπορεύματα,
(β) να παρέχει στον εμπορικό αντιπρόσωπο τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκτέλεση της σύμβασης αντιπροσώπευσης και ιδιαίτερα να ειδοποιεί τον αντιπρόσωπο μέσα σε εύλογη προθεσμία αμέσως μόλις προβλέψει ότι ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών θα είναι αισθητά μικρότερος από εκείνο τον οποίο ο εμπορικός αντιπρόσωπος κανονικά αναμένει,
(γ) να ενημερώνει, μέσα σε εύλογη προθεσμία, τον εμπορικό αντιπρόσωπο σχετικά με την από μέρους του αποδοχή ή απόρριψη όπως επίσης και για τη μη εκτέλεση μιας εμπορικής συναλλαγής για την οποία ο εμπορικός αντιπρόσωπος μεσολάβησε.