27. Μέλη του Ταμείου Ασφαλιστών αποτελούν όλοι οι ασφαλιστές που εμπίπτουν στις πρόνοιες του Νόμου αυτού.
28.-(1)Το Ταμείον Ασφαλιστών δεσμεύεται έναντι του Υπουργού από συμφωνία που στο εξής θα αναφέρεται ως “η Βασική Συμφωνία”, που υπογράφεται κατά καιρούς μεταξύ του Ταμείου Ασφαλιστών και του Υπουργού και δημοσιεύεται με γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σύμφωνα με την οποία το Ταμείον Ασφαλιστών αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλλει σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, αποζημιώσεις προς ζημιωθέντες.
(2) [Διαγράφηκε].
(3) Για τους σκοπούς του Νόμου αυτού, η Βασική Συμφωνία δε θα ερμηνεύεται κατά τρόπο που να δημιουργεί, υπέρ του απαιτητή, αγώγιμο δικαίωμα εναντίον του Ταμείου Ασφαλιστών:
(4) Η χρηματοδότηση του Ταμείου Ασφαλιστών καθορίζεται στη Βασική Συμφωνία κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται ότι το Ταμείον Ασφαλιστών διαθέτει επαρκείς χρηματοδοτικούς πόρους για αποζημίωση.
28Α.-(1) Το Ταμείον Ασφαλιστών επιδιώκει να συνάψει συμφωνίες μέχρι την 23η Δεκεμβρίου 2023 με-
(α) τους οργανισμούς των άλλων κρατών μελών, οι οποίοι αναφέρονται στο Άρθρο 10α, παράγραφος και στο Άρθρο 25α, παράγραφος 1, αντίστοιχα, της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ· και
(β) τις τυχόν οντότητες των άλλων κρατών μελών, οι οποίες αναφέρονται στο Άρθρο 10α, παράγραφος 13, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο β) και στο Άρθρο 25α, παράγραφος 13, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο β), αντίστοιχα, της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ,
για την εφαρμογή των Άρθρων 10α και 25α, αντίστοιχα, της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ, όσον αφορά τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, καθώς και τις διαδικασίες για την επιστροφή των καταβληθέντων ποσών δυνάμει των Άρθρων αυτών.
(2) Το Ταμείον Ασφαλιστών κοινοποιεί αμέσως, μέσω του Εφόρου Ασφαλίσεων, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) συμφωνίες και οποιεσδήποτε περαιτέρω συμφωνίες που τροποποιούν ή αντικαθιστούν αυτές.
29. Οι υποχρεώσεις καταβολής αποζημίωσης από το Ταμείον Ασφαλιστών, δυνάμει της Βασικής Συμφωνίας, η οποία συνομολογείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, περιλαμβάνουν και τις ακόλουθες απαιτήσεις σε σχέση με-
(α) ευθύνη που προκύπτει από πρόσωπα που δεν διαθέτουν την απαιτούμενη από τον παρόντα Νόμο ασφαλιστική κάλυψη∙
(β) ευθύνη που προκύπτει από οδηγούς οχημάτων αγνώστων στοιχείων∙
(γ) ζημιωθέντες που κατοικούν στη Δημοκρατία ή στις κυρίαρχες περιοχές των Βρετανικών Βάσεων και η ευθύνη προκύπτει από όχημα το οποίο ήταν ασφαλισμένο με ασφαλιστή που-
(i) η έδρα του είναι η Δημοκρατία και έχει τεθεί υπό διαδικασία εκκαθάρισης όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 308 του περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου· ή
(ii) η έδρα του είναι κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία και τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης ή έχει τεθεί υπό διαδικασία εκκαθάρισης όπως αυτή ορίζεται στο Άρθρο 268, παράγραφος 1, στοιχείο δ) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, και
το ατύχημα συνέβη στο έδαφος της Δημοκρατίας ή στο έδαφος των κυρίαρχων Βρετανικών Βάσεων ή στο έδαφος κράτους μέλους·
(δ) ζημιωθέντες που κατοικούν στη Δημοκρατία ή στις κυρίαρχες περιοχές των Βρετανικών Βάσεων και το ατύχημα συνέβη στο έδαφος τρίτης χώρας της οποίας το Αλλοδαπό Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης έχει προσχωρήσει στο σύστημα Πράσινης Κάρτας και η ευθύνη προκύπτει σε σχέση με όχημα που έχει ως τόπο συνήθους στάθμευσής του κράτος μέλος, περιλαμβανομένης της Δημοκρατίας και ο ασφαλιστής τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης ή έχει τεθεί υπό διαδικασία εκκαθάρισης όπως αυτή ορίζεται στο Άρθρο 268, παράγραφος 1, στοιχείο δ) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ·
(ε) ευθύνη που προκύπτει από όχημα που έχει τον τόπο συνήθους στάθμευσης στη Δημοκρατία και του οποίου ο ασφαλιστής τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης ή έχει τεθεί υπό διαδικασία εκκαθάρισης όπως αυτή ορίζεται στο Άρθρο 268, παράγραφος 1, στοιχείο δ) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ ή διαδικασία πτώχευσης, νοουμένου ότι το ατύχημα συνέβη-
(i) στο έδαφος της Δημοκρατίας ή στο έδαφος των κυρίαρχων περιοχών των Βρετανικών Βάσεων· ή
(ii) σε έδαφος χώρας της οποίας το Αλλοδαπό Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης έχει προσχωρήσει στο Σύστημα της Πράσινης Κάρτας περιλαμβανομένου του εδάφους οποιουδήποτε κράτους μέλους·
(στ) ευθύνη που προκύπτει από όχημα που εμπίπτει στις διατάξεις των παραγράφων (δ), (ζ), (η) και (θ) του εδαφίου (2) του άρθρου 3· ή
(ζ) τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 6, ευθύνη που προκύπτει από όχημα που αποστέλλεται στη Δημοκρατία από κράτος μέλος και εμπλέκεται σε ατύχημα εντός χρονικού διαστήματος τριάντα (30) ημερών από την αποδοχή παράδοσης από τον αγοραστή, χωρίς να είναι ασφαλισμένο, ακόμα και εάν δεν έχει εγγραφεί επισήμως στη Δημοκρατία.
29A.-(1) Το Ταμείον Ασφαλιστών διαθέτει τις αναγκαίες εξουσίες και αρμοδιότητες, ώστε να είναι σε θέση να συνεργάζεται εγκαίρως με παρόμοιους οργανισμούς σε άλλα κράτη μέλη, με οργανισμούς που έχουν ιδρυθεί ή εγκριθεί δυνάμει των Άρθρων 10α, 24 και 25α της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ σε όλα τα κράτη μέλη και με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, τον ασφαλιστή που υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης, τον αντιπρόσωπό του για τον διακανονισμό των αξιώσεων ή τον διαχειριστή ή τον εκκαθαριστή του, καθώς και τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων και των αρμόδιων αρχών της Δημοκρατίας, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας που αναφέρονται στα Άρθρα 10α, 24 και 25α της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ.
(2) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) συνεργασία περιλαμβάνει την αίτηση, την παραλαβή και την παροχή πληροφοριών μεταξύ άλλων σχετικά με τις λεπτομέρειες συγκεκριμένων αξιώσεων, κατά περίπτωση.
30.-(1) Σε περίπτωση καταβολής οποιασδήποτε αποζημίωσης, είτε κατόπιν δικαστικής απόφασης είτε όχι, το Ταμείον Ασφαλιστών υποκαθίσταται στα δικαιώματα του προσώπου προς το οποίο κατέβαλε τέτοια αποζημίωση.
(2) Αποζημίωση, η οποία καταβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 29, υπόκειται στους περιορισμούς που διαλαμβάνονται στις παραγράφους (α) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4.
31. Παρά τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου, όταν το Ταμείο Ασφαλιστών υποχρεωθεί να καταβάλει αποζημιώσεις σε ζημιωθέντες ως αποτέλεσμα έναρξης διαδικασίας εκκαθάρισης ασφαλιστή του οποίου το κράτος μέλος καταγωγής είναι η Δημοκρατία-
(α) σε περίπτωση που το ποσοστό των ασφαλιστικώναπαιτήσεων του ασφαλιστή σε σχέση με ασφαλιστήρια του κλάδου Ευθύνης Μηχανοκινήτων Οχημάτων, όπως υπολογίζονται από τον ΈφοροΑσφαλίσεων κατά την ημερομηνία έκδοσης τουπροσωρινού διατάγματος εκκαθάρισης τέτοιας εταιρείας, υπερβαίνει το 50% του συνόλου των ασφαλιστικών απαιτήσεων της εταιρείας κατά την ίδια ημερομηνία, το Ταμείο Ασφαλιστών διορίζει τον εκκαθαριστή ή τους εκκαθαριστές για τους σκοπούς τωνδιατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου, ή
(β) σε περίπτωση που το πιο πάνω ποσοστό δενυπερβαίνει το 50% του συνόλου των ασφαλιστικώναπαιτήσεων της εταιρείας, το Ταμείο Ασφαλιστώνδιορίζει ένα τουλάχιστον από τους εκκαθαριστές για τους σκοπούς του περί Εταιρειών Νόμου, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται:
31A.-(1)(α) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 330 του περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου, σε περίπτωση έκδοσης διατάγματος ή δικαστικής απόφασης από αρμόδιο δικαστήριο ή απόφασης από άλλη αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, ώστε να κινηθεί η προβλεπόμενη στις παραγράφους (γ), (δ) ή (ε) του άρθρου 29 διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης, ανάλογα με την περίπτωση, σε σχέση με ασφαλιστή του οποίου το κράτος μέλος καταγωγής είναι η Δημοκρατία, το διάταγμα ή η δικαστική απόφαση ή η απόφαση της αρμόδιας αρχής δημοσιοποιείται.
(β) Το Ταμείον Ασφαλιστών ενημερώνει αμέσως τους αντίστοιχους οργανισμούς σε άλλα κράτη μέλη που έχουν ιδρυθεί ή εγκριθεί δυνάμει των Άρθρων 10α και 25α της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ, καθώς και τους οργανισμούς που έχουν ιδρυθεί ή εγκριθεί δυνάμει του Άρθρου 24 της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ συμπεριλαμβανομένου και του Κυπριακού Οργανισμού Αποζημίωσης σχετικά με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α).
(2) Τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (γ), (δ) και (ε) του άρθρου 29, ανάλογα με την περίπτωση, μετά την παραλαβή της αίτησης αποζημίωσης, το Ταμείον Ασφαλιστών ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, σχετικά με το αίτημα αποζημίωσης-
(α) τον αντίστοιχο οργανισμό του κράτους μέλους καταγωγής του ασφαλιστή·
(β) τον οργανισμό αποζημίωσης βάσει του Άρθρου 24 της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ στο κράτος μέλος διαμονής του ζημιωθέντα· και
(γ) τον ασφαλιστή που τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης ή που έχει τεθεί υπό διαδικασία εκκαθάρισης όπως αυτή ορίζεται στο Άρθρο 268, παράγραφος 1, στοιχείο δ) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ ή τον διαχειριστή ή τον εκκαθαριστή του όπως ορίζεται στο Άρθρο 268, παράγραφος 1, στοιχεία ε) και στ) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ και σε ό,τι αφορά ασφαλιστή του οποίου κράτος μέλος καταγωγής είναι η Δημοκρατία, τον διαχειριστή ή εκκαθαριστή του ασφαλιστή όπως ορίζεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 308 του περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου:
(3) Ο ασφαλιστής ο οποίος υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης ως αυτή ορίζεται στις παραγράφους (γ), (δ) ή (ε) του άρθρου 29, ανάλογα με την περίπτωση, ή ο διαχειριστής ή ο εκκαθαριστής του ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, το Ταμείον Ασφαλιστών όταν αποζημιώνει ή προτίθεται να αποζημιώσει ή αρνείται την ευθύνη για την απαίτηση αποζημίωσης η οποία έχει ληφθεί και από το Ταμείον Ασφαλιστών.
32.-(1) Η διαδικασία που ακολουθείται για την καταβολή αποζημίωσης από το Ταμείον Ασφαλιστών καθορίζεται στη Βασική Συμφωνία.
(2) Σε περίπτωση αποζημίωσης δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β) του άρθρου 29 και σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ του Ταμείου Ασφαλιστών και του ασφαλιστή αστικής ευθύνης για το ποιος πρέπει να αποζημιώσει τον ζημιωθέντα, το Ταμείον Ασφαλιστών και ο ασφαλιστής, σε πρώτη φάση, καταβάλλουν εξ’ ημισείας αποζημίωση στον ζημιωθέντα αμελλητί, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά η ποσοστιαία κατανομή του ποσού μεταξύ τους:
(3) Σε περίπτωση αποζημίωσης δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α), (β), (στ) ή (ζ) του άρθρου 29-
(α) ο ζημιωθείς δύναται σε κάθε περίπτωση να υποβάλλει απαίτηση για αποζημίωση απευθείας στο Ταμείον Ασφαλιστών, το οποίο, με βάση τις πληροφορίες που ζητεί και λαμβάνει από τον ζημιωθέντα, παρέχει σε αυτόν αιτιολογημένη απάντηση σχετικά με την καταβολή τυχόν αποζημίωσης·
(β) το Ταμείον Ασφαλιστών, προκειμένου να καταβάλει την αποζημίωση στον ζημιωθέντα, δεν επιτρέπεται να απαιτεί από αυτόν να αποδείξει καθ’ οιονδήποτε τρόπο ότι ο υπαίτιος αδυνατεί ή αρνείται να πληρώσει.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία το Ταμείον Ασφαλιστών έχει καταβάλει αποζημιώσεις για σημαντική σωματική βλάβη σε ζημιωθέντα του ιδίου ατυχήματος με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (β) του άρθρου 29, δεν δύναται να αποκλειστεί η καταβολή αποζημίωσης για υλική ζημιά:
(5) Για τους σκοπούς των εδαφίων (3) και (4) εφαρμόζονται οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις της Δημοκρατίας, κατά την καταβολή αποζημίωσης, με την επιφύλαξη κάθε πρακτικής ευνοϊκότερης για τον ζημιωθέντα.
(6) Σε περίπτωση αποζημίωσης δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (γ), (δ) ή (ε) του άρθρου 29, ο ζημιωθείς δύναται να αιτηθεί αποζημίωση απευθείας από το Ταμείον Ασφαλιστών, το δε Ταμείον Ασφαλιστών, βάσει, μεταξύ άλλων, πληροφοριών που παρέχονται κατόπιν αιτήματός του από τον ζημιωθέντα, παρέχει στον ζημιωθέντα, χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ημεδαπό δίκαιο, ανάλογα με την περίπτωση, αιτιολογημένη προσφορά αποζημίωσης ή αιτιολογημένη απάντηση εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης αποζημίωσης.
(7) Για τους σκοπούς των διατάξεων του εδαφίου (6), το Ταμείον Ασφαλιστών-
(α) προβαίνει σε αιτιολογημένη προσφορά αποζημίωσης, σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι έχει υποχρέωση να καταβάλει αποζημίωση, η δε ευθύνη για την απαίτηση δεν αμφισβητείται και οι ζημίες έχουν ποσοτικοποιηθεί εν μέρει ή πλήρως·
(β) παρέχει αιτιολογημένη απάντηση ως προς τα σημεία που αναφέρονται στην αίτηση αποζημίωσης, όταν έχει διαπιστωθεί ότι-
(i) δεν έχει υποχρέωση να καταβάλει αποζημίωση ανάλογα με την περίπτωση·
(ii) η ευθύνη απορρίπτεται ή δεν έχει καθοριστεί με σαφήνεια· ή
(iii) δεν έχει ποσοτικοποιηθεί πλήρως η ζημιά.
(8) Σε περίπτωση κατά την οποία οφείλεται αποζημίωση δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (γ), (δ) και (ε) του άρθρου 29-
(α) το Ταμείον Ασφαλιστών καταβάλλει την αποζημίωση στον ζημιωθέντα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση εντός τριών (3) μηνών από την αποδοχή από τον ζημιωθέντα της αιτιολογημένης προσφοράς αποζημίωσης που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (5)∙
(β) όταν η ζημιά έχει ποσοτικοποιηθεί μόνο εν μέρει, οι απαιτήσεις σχετικά με την καταβολή της αποζημίωσης που ορίζονται στην παράγραφο (α) ισχύουν για την εν λόγω μερικώς ποσοτικοποιημένη ζημιά και από τη στιγμή της αποδοχής της αντίστοιχης αιτιολογημένης προσφοράς αποζημίωσης.
(9) Δεν επιτρέπεται στο Ταμείον Ασφαλιστών να εξαρτά την καταβολή αποζημίωσης από άλλους όρους εκτός αυτών που ορίζει η Οδηγία 2009/103/ΕΚ, ειδικότερα δε, δεν επιτρέπεται στο Ταμείον Ασφαλιστών να εξαρτά την καταβολή αποζημίωσης από τον όρο σύμφωνα με τον οποίο ο ζημιωθείς πρέπει να αποδείξει ότι το υπαίτιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο αδυνατεί ή αρνείται να πληρώσει.
32A.-(1)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία η Δημοκρατία δεν είναι το κράτος μέλος καταγωγής του ασφαλιστή που αναφέρεται στο Άρθρο 10α, παράγραφος 1 ή στο Άρθρο 25α, παράγραφος 1 της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ και ο ζημιωθείς έχει τον τόπο συνήθους διαμονής του στη Δημοκρατία ή στις κυρίαρχες περιοχές των Βρετανικών Βάσεων, το Ταμείον Ασφαλιστών, εφόσον κατέβαλε αποζημίωση στον ζημιωθέντα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (6) του άρθρου 32, έχει δικαίωμα να ζητήσει πλήρη ανάκτηση του ποσού το οποίο κατέβαλε ως αποζημίωση από οργανισμό χώρας κράτους μέλους που έχει συσταθεί με βάση τα Άρθρα 10α και 25α της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ, στο κράτος μέλος καταγωγής του ασφαλιστή.
(β) Το Ταμείον Ασφαλιστών υποκαθίσταται στα δικαιώματα του ζημιωθέντος κατά του υπαίτιου του ατυχήματος ή του ασφαλιστή, με εξαίρεση έναντι του κατόχου ασφαλιστηρίου ή άλλου ασφαλισμένου ο οποίος προκάλεσε το ατύχημα, εφόσον η ευθύνη του κατόχου ασφαλιστηρίου ή του ασφαλισμένου θα καλυπτόταν από τον αφερέγγυο ασφαλιστή, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο του κράτους μέλους καταγωγής του ασφαλιστή.
(2)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία η Δημοκρατία είναι το κράτος μέλος καταγωγής του ασφαλιστή ο οποίος προβλέπεται στις παραγράφους (γ), (δ) ή (ε) του άρθρου 29 και δεν είναι το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ο ζημιωθείς, ο οργανισμός ο οποίος-
(i) αναφέρεται στο Άρθρο 10α, παράγραφος 1 και στο Άρθρο 25α, παράγραφος 1 της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ·
(ii) εδρεύει στο κράτος μέλος διαμονής του ζημιωθέντος∙ και
(iii) αποζημίωσε τον ζημιωθέντα σύμφωνα με το Άρθρο 10α, παράγραφος 8 ή σύμφωνα με Άρθρο 25α, παράγραφος 8 της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ,
έχει δικαίωμα να ζητήσει από το Ταμείον Ασφαλιστών την πλήρη αποζημίωση του ποσού το οποίο κατέβαλε ως αποζημίωση.
(β) Το Ταμείον Ασφαλιστών καταβάλλει την πληρωμή στον προβλεπόμενο στην παράγραφο (α) οργανισμό εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει του έξι (6) μήνες, εκτός εάν συμφωνήσει διαφορετικά γραπτώς με τον οργανισμό, αφού λάβει αίτηση για την επιστροφή αυτή.
(γ) Ο προβλεπόμενος στην παράγραφο (α) οργανισμός υποκαθίσταται στα δικαιώματα του ζημιωθέντος κατά του υπαίτιου του ατυχήματος ή κατά του ασφαλιστή, με εξαίρεση έναντι του κατόχου της ασφάλισης ή άλλου ασφαλισμένου ο οποίος προκάλεσε το ατύχημα, εφόσον η ευθύνη του κατόχου ασφαλιστηρίου ή του ασφαλισμένου θα καλυπτόταν από τον αφερέγγυο ασφαλιστή σύμφωνα με το εφαρμοστέο ημεδαπό δίκαιο.
33. Σε περίπτωση διαφοράς που εγείρεται μεταξύ οποιουδήποτε ζημιωθέντος και του Ταμείου Ασφαλιστών σε σχέση με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της Βασικής Συμφωνίας, η διαφορά θα παραπέμπεται στον Υπουργό ο οποίος θα αποφασίζει τελεσίδικα.
34. Η διαδικασία υποβολής απαιτήσεων προς το Ταμείον Ασφαλιστών από ή εκ μέρους προσώπων που υπέστησαν σωματική βλάβη ή θάνατο ως αποτέλεσμα αμέλειας οδηγών οχημάτων αγνώστων στοιχείων θα καθορίζεται στη Βασική Συμφωνία και θα αποτελεί ξεχωριστό μέρος αυτής.
35. Οι αρχές της Δημοκρατίας παρέχουν στο Ταμείον Ασφαλιστών οποιαδήποτε διευκόλυνση ή πληροφορία την οποία το εν λόγω Ταμείο κρίνει αναγκαία για σκοπούς εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του που πηγάζουν από το Νόμο αυτό.