8.—(1) Μετά πάροδο δώδεκα μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και τηρουμένων των διατάξεων αυτού, κανένα πρόσωπο, μπορεί—
(α) Να ασκεί το επάγγελμα του λογοπαθολόγου, να παρέχει συναφείς υπηρεσίες ή να προβάλλει τον εαυτό του ως λογοπαθολόγο·
(β) να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε όνομα, επωνυμία ή τίτλο, στον οποίο διαλαμβάνονται οι λέξεις «λογοπαθολόγος», «λογοθεραπευτής», «λογοπεδικός», «λογοπαθολογία, λογοθεραπεία», «λογοπεδική» ή «λογοθεραπευτήριο» ή συναφείς ή παρόμοιους όρους·
(γ) να εισπράττει ή διεκδικεί οποιαδήποτε αμοιβή για υπηρεσίες που παρέχονται υπό την ιδιότητα του ως λογοπαθολόγου,
εκτός εάν αυτός είναι εγγεγραμμένος λογοπαθολόγος και δεν του επιβλήθηκε η ποινή της αναστολής της άδειας άσκησης του επαγγέλματος του λογοπαθολόγου.
(2) Κάθε πρόσωπο το οποίο παραβαίνει οποιαδήποτε των διατάξεων του εδαφίου (1) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό πενήντα λίρες ή και στις δύο ποινές μαζί.
8Α. Οι λογοπαθολόγοι έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
(α) Κατανόηση του προφορικού και γραπτού λόγου και των μορφών μη λεκτικής επικοινωνίας, καθώς και αξιολόγηση, διάγνωση και αποκατάσταση των γνωστικών διαταραχών επικοινωνίας και των διαταραχών της σίτισης και κατάποσης προσώπου∙
(β) πρόληψη, αξιολόγηση, διάγνωση και αποκατάσταση των διαταραχών του λόγου, της ομιλίας και της επικοινωνίας σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής ενός προσώπου, οι οποίες δυνατό να σχετίζονται με γενετικά, αναπτυξιακά, νευρολογικά, αισθητηριακά, ψυχογενή και ψυχοκοινωνικά αισθητηριακά, ψυχογενή και ψυχοκοινωνικά αίτια∙ και
(γ) διαφώτιση και επιστημονική έρευνα σε θέματα που σχετίζονται με την ανθρώπινη επικοινωνία και τις διαταραχές που σχετίζονται με αυτή.
9.—(1) Κανένας εγγεγραμμένος λογοπαθολόγος μπορεί να ασκεί το επάγγελμα του λογοπαθολόγου, εκτός αν έχει λάβει από το Συμβούλιο ετήσια άδεια άσκησης επαγγέλματος στον καθορισμένο τύπο και έχει καταβάλει το καθορισμένο δικαίωμα.
(2) Δεν εκδίδεται ετήσια άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε εγγεγραμμένο λογοπαθολόγο, εκτός εάν εξοφλήσει, μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της άδειας αυτής, όλα τα οφειλόμενα από αυτόν ποσά προς το Συμβούλιο.
(3) Η ετήσια άδεια εκπνέει την 31η ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του αμέσως επομένου της εκδόσεως της.
(4) Κάθε εγγεγραμμένος λογοπαθολόγος ο οποίος ασκεί το επάγγελμα του λογοπαθολόγου χωρίς να είναι κάτοχος ετήσιας αδείας σε ισχύ, κατά το χρόνο της άσκησης της λογοθεραπείας, είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό λίρες.
(5) Άδεια ασκήσεως επαγγέλματος δεν ανανεώνεται, εκτός εάν, ο εγγεγραμμένος λογοπαθολόγος συμπληρώσει είκοσι (20) μόρια επιμόρφωσης ανά τριετία από την ημερομηνία εγγραφής του στο Μητρώο:
9Α.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 9, 16 και 20 του παρόντος Νόμου, λογοπαθολόγος, πολίτης κράτους μέλους, ο οποίος είναι εγκατεστημένος και ασκεί το επάγγελμα του λογοπαθολόγου σε άλλο κράτος μέλος, εκτός της Δημοκρατίας, δύναται να παρέχει υπηρεσίες λογοπαθολόγου προσωρινά στη Δημοκρατία, χωρίς την υποχρέωση κατοχής ετήσιας άδειας.
(2) Για την παροχή υπηρεσιών δυνάμει του εδαφίου (1), ο ενδιαφερόμενος οφείλει να προσκομίσει στο Συμβούλιο αποδεικτικά στοιχεία από το κράτος μέλος καταγωγής ή προέλευσης ότι είναι εγκατεστημένος και ασκεί το επάγγελμα του λογοπαθολόγου στο κράτος αυτό.
(3) Το Συμβούλιο τηρεί αρχείο στο οποίο εγγράφονται οι λογοπαθολόγοι που παρέχουν υπηρεσίες δυνάμει του εδαφίου (1).
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), λογοπαθολόγος ο οποίος παρέχει υπηρεσίες δυνάμει του εδαφίου (1) υπόκειται σε όλες τις διατάξεις του Νόμου.
10. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ο Υπουργός μπορεί να επιτρέψει την άσκηση της λογοθεραπείας, για τέτοια περίοδο και κάτω από όρους που καθορίζονται από τον ίδιο, σε πρόσωπο το οποίο επισκέπτεται τη Δημοκρατία, με πρόσκληση του Υπουργού, για να παρέχει οποιεσδήποτε υπηρεσίες με την ιδιότητα τους ως λογοπαθολόγου.