17. Κατά την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων και εξουσιών του και εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Επίτροπος ενεργεί κατά τρόπο ο οποίος προάγει-
Υποχρέωση προαγωγής ορισμένων σκοπών από τον Επίτροπο κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.
(α) Την παροχή στη Δημοκρατία, τηλεπικοινωνιακών και ταχυδρομικών υπηρεσιών για το σύνολο του κοινού,
(β) τα συμφέροντα των καταναλωτών, ειδικώς καθ' όσο αφορά την τιμή και ποιότητα των παρεχομένων στη Δημοκρατία τηλεπικοινωνιακών και ταχυδρομικών υπηρεσιών,
(γ) την εισαγωγή αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην παροχή τόσο τηλεπικοινωνιακών όσο και ταχυδρομικών υπηρεσιών,
(δ) τη δυνατότητα παροχής ή διαθέσεως μεγάλου εύρους τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού και υπηρεσιών.
18.—(1) Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και εξουσιών του και εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Επίτροπος οφείλει να ενεργεί αμερόληπτα και ανεξάρτητα, εφαρμόζοντας το εκάστοτε ακολουθητέο πλαίσιο γενικής πολιτικής που δυνατό να του διαβιβάζεται από τον Υπουργό, από καιρού εις καιρό, στα πλαίσια των μεταξύ τους συναντήσεων και διαβουλεύσεων που προβλέπονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2), του παρόντος άρθρου, και υποκείμενος σε σχέση με θέματα άμυνας και εθνικής ασφάλειας, μόνο στην αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου, που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2).
(2) Ο Επίτροπος-
(α) Επί θεμάτων γενικής πολιτικής σε σχέση με τις τηλεπικοινωνίες και τα ταχυδρομεία, έχει συναντήσεις και διαβουλεύσεις με τον Υπουργό, προς το σκοπό καθορισμού και αναθεώρησης από καιρού εις καιρό, του εκάστοτε ακολουθητέου πλαισίου γενικής πολιτικής σ' αυτά,
(β) οφείλει να ενεργεί κατά τέτοιο τρόπο, ως το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε εκάστοτε ορίσει, προς το συμφέρον της άμυνας και της εθνικής ασφάλειας του Κράτους.
(3) Σε περίπτωση που ο Υπουργός, μετά από συναντήσεις και διαβουλεύσεις με τον Επίτροπο, καθορίζει ή αναθεωρεί το εκάστοτε ακολουθητέο πλαίσιο γενικής πολιτικής σε σχέση με τις τηλεπικοινωνίες και τα ταχυδρομεία, ο Υπουργός οφείλει να δημοσιεύει το εν λόγω πλαίσιο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(4)(α) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (β), πριν από την άσκηση οποιασδήποτε εκ των αρμοδιοτήτων του που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 19, και πριν από τη διεξαγωγή δημόσιας ακρόασης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (6), του άρθρου 19, ο Επίτροπος οφείλει να ζητεί και λαμβάνει τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής που καθιδρύεται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 32.
(β) Ο Επίτροπος έχει εξουσία να ασκεί οποιαδήποτε εκ των αρμοδιοτήτων του που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 19, χωρίς να λάβει τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, σε περίπτωση που η προαναφερόμενη Συμβουλευτική Επιτροπή δεν του διαβιβάσει τη γνώμη της εντός του χρονικού πλαισίου που καθορίζει ο Επίτροπος δυνάμει του άρθρου 32(1)(θ).