63.-(1) Τα δελτία ταυτότητας εκδίδονται από το Διευθυντή, ο οποίος έχει την εξουσία να λαμβάνει και να διαχειρίζεται τα προσωπικά στοιχεία των αιτητών, περιλαμβανομένων και των δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτητών ηλικίας άνω των δώδεκα (12) ετών.
(2) Η μορφή, ο τύπος, τα σχέδια και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία σχετικά με το δελτίο ταυτότητας αποφασίζονται από το Διευθυντή κατ’ ανάλογο τρόπο με τα διαβατήρια με βιομετρικά στοιχεία.
(3) Η αίτηση για χορήγηση δελτίου ταυτότητας υποβάλλεται απευθείας στους Επάρχους, στους προϊσταμένους των κυπριακών προξενικών αρχών, στα Κέντρα Εξυπηρέτησης του Πολίτη και στα Κέντρα Πολίτη που λειτουργούν στα ταχυδρομικά γραφεία, στον τύπο που αποφασίζεται από το Διευθυντή, με την καταβολή του τέλους που καθορίζεται στον Πρώτο Πίνακα.
(4) Οι λειτουργοί που παραλαμβάνουν τις αιτήσεις πρέπει να είναι δεόντως εκπαιδευμένοι και εξουσιοδοτημένοι από το Διευθυντή για τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτητών.
(5) Τα ληφθέντα δακτυλικά αποτυπώματα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για οποιοδήποτε άλλο σκοπό, εκτός από την έκδοση δελτίου ταυτότητας, και διαγράφονται εντός σαράντα οχτώ (48) ωρών από την έκδοση του δελτίου ταυτότητας.
(6) Οποιοδήποτε αρμόδιο πρόσωπο παραλείπει με πρόθεση να προβεί στη διαγραφή δακτυλικών αποτυπωμάτων, όπως προνοείται στο εδάφιο (5), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
64.—(1) Αν κατά την κρίση της αρχής εγγραφής οποιεσδήποτε λεπτομέρειες που καταχωρήθηκαν στο μητρώο, αναφορικά με οποιοδήποτε πρόσωπο που γράφτηκε ή θεωρείται ότι έχει γραφτεί σύμφωνα με το Νόμο αυτό, είναι ή έχουν, μετά την εγγραφή καταστεί ανακριβείς ή παραπλανητικές, ή οποιαδήποτε φωτογραφία που μεταφέρεται αυτόματα σε οποιοδήποτε δελτίο ταυτότητας δεν είναι, ή δεν έχει, ή δυνατό να παύσει να έχει ομοιότητα με τον πολίτη, η αρχή εγγραφής μπορεί να ζητήσει από το επηρεαζόμενο πρόσωπο να παραδώσει το δελτίο ταυτότητάς του και να καλέσει αυτόν να υποβάλει νέα αίτηση, κατά τον καθορισμένο τρόπο, για έκδοση νέου δελτίου ταυτότητας, για αντικατάσταση του δελτίου που επιστράφηκε.
(2) Όταν το πρόσωπο αυτό υποβάλει αίτηση για αντικατάσταση του δελτίου ταυτότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού, παραδίδει ταυτόχρονα το προηγούμενο δελτίο ταυτότητάς του, αν δεν παραδόθηκε ήδη στην αρχή εγγραφής, η οποία μπορεί να εκδώσει νέο δελτίο ταυτότητας σε αντικατάσταση του προηγούμενου δελτίου, που επιστράφηκε, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 63 του Νόμου αυτού.
(3) Η χρονική ισχύς του δελτίου ταυτότητας καθορίζεται για τα πρόσωπα ηλικίας μέχρι δεκαοκτώ χρόνων σε πέντε χρόνια και για τα πρόσωπα των οποίων η ηλικία είναι πέραν των δεκαοκτώ χρόνων σε δέκα χρόνια.
65.—(1) Κάθε πρόσωπο στο οποίο εκδόθηκε δελτίο ταυτότητας είναι υπεύθυνο για την ασφαλή φύλαξη του.
(2) Όταν δελτίο ταυτότητας απωλέσθηκε, καταστράφηκε, αλλοιώθηκε ή παραποιήθηκε, ούτως ώστε οι λεπτομέρειες που περιέχονται σε αυτό να μην είναι πια ευανάγνωστες, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υποβάλλει αίτηση, κατά τον καθορισμένο τρόπο, για την έκδοση άλλου δελτίου ταυτότητας για αντικατάσταση του προηγούμενου δελτίου. Η αρχή εγγραφής μπορεί να εκδώσει τέτοιο δελτίο σε αντικατάσταση αυτού που απωλέσθηκε, καταστράφηκε, αλλοιώθηκε ή παραποιήθηκε, με την καταβολή του επιβαρυντικού τέλους που καθορίζεται στον Πρώτο Πίνακα.
(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει να προβεί σε οποιαδήποτε αναφορά, που απαιτείται σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου αυτού, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ ή και στις δύο ποινές μαζί.