20. Ο θάνατος κάθε προσώπου που αποθνήσκει στην Κύπρο καταχωρείται στα μητρώα του Ληξίαρχου της Επαρχίας. Οι λεπτομέρειες που καθορίστηκαν θα παρέχονται στο Ληξίαρχο στο ληξιαρχικό έντυπο δήλωσης θανάτου, όπως αυτό καθορίζεται από το Διευθυντή, και θα περιλαμβάνουν στοιχεία που αφορούν τον αποβιώσαντα, τον αρμόδιο πληροφοριοδότη, ιατρική πιστοποίηση του θανάτου, άδεια και βεβαίωση ταφής:
21. Αρμόδιος πληροφοριοδότης για την παροχή πληροφοριών προς το Ληξίαρχο για το θάνατο προσώπου είναι-
(α) Οποιοσδήποτε συγγενής του προσώπου που απεβίωσε και παρευρίσκετο κατά το θάνατο του ή τον έχει περιθάλψει κατά την τελευταία του ασθένεια·
(β) οποιοδήποτε πρόσωπο που παρευρίσκετο κατά το θάνατο ή πρόσωπο που έχει περιθάλψει τον αποβιώσαντα κατά την τελευταία του ασθένεια ή πρόσωπο που προκάλεσε λόγω δυστυχήματος το θάνατο·
(γ) οποιοσδήποτε συγγενής του αποβιώσαντος που διαμένει ή βρίσκεται στο χωριό ή την πόλη όπου συνέβηκε ο θάνατος·
(δ) ο κάτοχος του Ιδρύματος ή ο κάτοχος της οικίας όπου συνέβηκε θάνατος·
(ε) αυτός που διενήργησε την ταφή του πτώματος-
(στ) αστυνομικός, ή ιατρός ή πρόεδρος κοινοτικού συμβουλίου/κοινοτάρχης.
22. Κάθε αρμόδιος πληροφοριοδότης οφείλει, εάν ήθελε κληθεί γι' αυτό το σκοπό να παράσχει, όσο καλύτερα γνωρίζει και πιστεύει, στον κάτοχο Ιδρύματος όπου συνέβηκε ο θάνατος, ή στον ιατρό που περιέθαλψε τον αποβιώσαντα κατά την τελευταία του ασθένεια ή στον ιατρό που κλήθηκε μετά το θάνατο, ή σ' αυτόν που διενήργησε την ταφή ή σε αστυνομικό, ή στο Ληξίαρχο της Επαρχίας, τις καθορισμένες λεπτομέρειες και να υπογράψει το ληξιαρχικό έντυπο δήλωσης θανάτου.
23.—(1) Σε περίπτωση θανάτου προσώπου που έτυχε ιατρικής περίθαλψης κατά την τελευταία του ασθένεια, ο ιατρός που τον περιέθαλψε πρέπει να συμπληρώνει και υπογράφει το καθορισμένο έντυπο ιατρικής πιστοποίησης θανάτου.
(2) Σε περίπτωση που το πτώμα προσώπου που δεν έτυχε ιατρικής περίθαλψης κατά την τελευταία του ασθένεια εξετάζεται από ιατρό, ο ιατρός που θα εξετάσει το πτώμα αυτό μπορεί, εάν κρίνει τούτο σκόπιμο, να συμπληρώσει και υπογράψει το καθορισμένο έντυπο ιατρικής πιστοποίησης θανάτου.
(3) Οι πρόνοιες του άρθρου αυτού δεν ισχύουν όταν υπάρχει εύλογος υποψία ότι ο αποβιώσας έτυχε βίαιου ή μη φυσιολογικού ή αγνώστου αιτίας θανάτου ή απέθανε από άλλες συνθήκες για τις οποίες απαιτείται η διεξαγωγή θανατικής ανάκρισης σύμφωνα με τον περί Θανατικών Ανακριτών Νόμο.
24.—(1) Κάθε φορά που συμβαίνει θάνατος μέσα σε Ίδρυμα, ο κάτοχος ή ο υπεύθυνος του Ιδρύματος υποχρεούται να καταχωρήσει στο ληξιαρχικό έντυπο δήλωσης θανάτου τις προσωπικές λεπτομέρειες του αποβιώσαντα, τα στοιχεία του αρμόδιου πληροφοριοδότη και ιατρική πιστοποίηση θανάτου, και μεριμνά για την παράδοση του πιο πάνω εντύπου σε αυτόν που διενήργησε την ταφή.
(2) Το πρόσωπο που διενεργεί την ταφή οφείλει να αποστείλει το ληξιαρχικό έντυπο δήλωσης θανάτου στον οικείο Ληξίαρχο.
25. Εάν οποιοδήποτε άτομο αποβιώσει εκτός Ιδρύματος και εάν πριν το θάνατο του έτυχε ιατρικής περίθαλψης ή εάν το πτώμα εξέτασε μετά το θάνατο ιατρός σύμφωνα με το άρθρο 23 του Νόμου αυτού, ο ιατρός αυτός πρέπει να συμπληρώσει το καθορισμένο ληξιαρχικό έντυπο δήλωσης θανάτου και να μεριμνήσει για την παράδοσή του σε αυτόν που διενεργεί την ταφή και στο Ληξίαρχο.
25A. Ο Ληξίαρχος αφού εξασφαλίσει τις απαραίτητες πληροφορίες από τον αρμόδιο πληροφοριοδότη για την καταχώρηση του θανάτου και εφόσον πεισθεί ότι τα γεγονότα είναι ορθά, εκδίδει πιστοποιητικό θανάτου, με την καταβολή του καθορισμένου τέλους που αναφέρεται στον Πρώτο Πίνακα.
26. Κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να διενεργήσει ταφή και κανένας υπεύθυνος κοιμητηρίου δεν μπορεί να επιτρέψει την ταφή παρά μόνο με την παρουσίαση του ληξιαρχικό έντυπο δήλωσης θανάτου ή με τη συμπλήρωση από τον ίδιο του σχετικού προς το σκοπό αυτό μέρους του πιο πάνω εντύπου πάνω στο οποίο επίσης φαίνεται ή επισυνάπτεται ένα από τα ακόλουθα:
(α) Ιατρική πιστοποίηση θανάτου σύμφωνα με το άρθρο 23 του Νόμου αυτού·
(β) διάταγμα που εξουσιοδοτεί την ταφή σύμφωνα με το άρθρο 14 του περί Θανατικών Ανακριτών Νόμου·
(γ) άδεια ταφής που εκδόθηκε από το Ληξίαρχο σύμφωνα με το άρθρο 28 του Νόμου αυτού.
27. Κάθε πρόσωπο που διενεργεί την ταφή αποβιώσαντος πρέπει να αποστείλει στο Ληξίαρχο προ της παρόδου δεκαπέντε ημερών από την ταφή, μαζί με ένα από τα έντυπα που αναφέρονται στο άρθρο 26 του παρόντος Νόμου, το ληξιαρχικό έντυπο δήλωσης θανάτου σε σχέση με τον αποβιώσαντα, το οποίο προσήχθηκε σ' αυτό σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 25 του Νόμου αυτού ή συμπληρώθηκε σύμφωνα με το άρθρο 26 του Νόμου αυτού, και πάνω στο οποίο πρέπει να πιστοποιήσει την ημερομηνία και τον τόπο της ταφής.
28.—(1) Τίποτε στο παρόν Μέρος δεν εμποδίζει το Ληξίαρχο να δεχθεί το ληξιαρχικό έντυπο δήλωσης θανάτου που φέρει τις λεπτομέρειες που αφορούν τον αποβιώσαντα και τον αρμόδιο πληροφοριοδότη, καθώς και την ιατρική πιστοποίηση θανάτου και να προβεί στην καταχώρηση του θανάτου. Σε περίπτωση καταχώρησης θανάτου πριν την ταφή, ο Ληξίαρχος μπορεί να εκδώσει γραπτή άδεια ταφής σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
(2) Σε περίπτωση που έχει μεταφερθεί το πτώμα στην Κύπρο για ταφή ο Ληξίαρχος της Επαρχίας της ταφής εκδίδει γραπτή άδεια ταφής σύμφωνα με το άρθρο αυτό, εφόσον ικανοποιείται ότι ο θάνατος έχει καταχωρηθεί κατάλληλα στη χώρα στην οποία συνέβηκε.
(3) Άδειες ταφής σύμφωνα με το άρθρο αυτό εκδίδονται πάνω σε ειδικό έντυπο που ήθελε αποφασίσει ο Γενικός Ληξίαρχος, με βάση κριτήρια που θα καθορισθούν με Κανονισμούς.
29. Κανένας δεν μπορεί να μετακινήσει εκτός Κύπρου πτώμα προσώπου που απεβίωσε στην Κύπρο, εκτός εάν κατέχει πιστοποιητικό θανάτου στο οποίο να εμφαίνεται ότι ο θάνατος έχει κατάλληλα καταχωρηθεί.
30. Είναι καθήκον του Ληξίαρχου να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε μέσο έχει στη διάθεσή του ούτως ώστε να ενημερώνεται για τους θανάτους και τις ταφές που συμβαίνουν στην Επαρχία του και να μεριμνά ούτως ώστε οι λεπτομέρειες που αφορούν τους θανάτους και τις ταφές να αποστέλλονται στο Ληξιαρχείο για τους σκοπούς του Νόμου αυτού. Σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την πάροδο δεκαπέντε ημερών από την ταφή, ο Ληξίαρχος μπορεί, εάν δεν έχουν ακόμη αποσταλεί σ' αυτόν οι πληροφορίες που αφορούν το θάνατο και την ταφή, να απαιτήσει γραπτώς από αρμόδιο πληροφοριοδότη σχετικά με το θάνατο αυτό ή από αυτόν που διενέργησε την ταφή, όπως αυτός παράσχει μέσα σε επτά μέρες από τη λήψη της απαίτησης τις αναγκαίες λεπτομέρειες σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
31. Ο κάτοχος Ιδρύματος τηρεί στοιχεία των θανάτων που συμβαίνουν στο Ίδρυμα και κάθε ιατρός τηρεί στοιχεία θανάτων των προσώπων τα οποία περιέθαλψε κατά την τελευταία τους ασθένεια, ή για τα οποία συμπλήρωσε και υπέγραψε έντυπο ιατρικής πιστοποίησης θανάτου και κάθε πρόσωπο που έχει την ευθύνη για τη συμπλήρωση του ληξιαρχικού εντύπου δήλωσης θανάτου οφείλει να τηρεί τα αναγκαία στοιχεία για το θάνατο, με βάση τα οποία συμπληρώθηκε το ληξιαρχικό έντυπο δήλωσης θανάτου και κάθε υπεύθυνος κοιμητηρίου οφείλει να τηρεί στοιχεία που αφορούν τις ταφές που γίνονται στο κοιμητήριο. Τα στοιχεία που τηρούνται σύμφωνα με το άρθρο αυτό θα περιλαμβάνουν συγκεκριμένες λεπτομέρειες και θα αποκαλύπτονται στο Ληξίαρχο εάν και όταν ζητηθούν.
32. Μετά την πάροδο δώδεκα μηνών από την ημερομηνία θανάτου, ο θάνατος καταχωρείται μόνο με την έγκριση του Ληξίαρχου, αφού παρασχεθεί τέτοια δικαιολογία/μαρτυρία από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και θεωρηθεί από το Ληξίαρχο ως ικανοποιητική και με την καταβολή του καθορισμένου επιβαρυντικού τέλους, που καθορίζεται στον Πρώτο Πίνακα, εκδίδεται το σχετικό πιστοποιητικό.
33.—(1) Κάθε φορά που διεξάγεται θανατική ανάκριση σύμφωνα με τον περί Θανατικών Ανακριτών Νόμο, ο θανατικός ανακριτής αποστέλλει στο Ληξίαρχο της Επαρχίας όπου διεξήχθηκε η θανατική ανάκριση και στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας αντίγραφο του πορίσματος της ανάκρισης.
(2) Κάθε φορά που θάνατος προσώπου παραπέμπεται στο θανατικό ανακριτή και ο θανατικός ανακριτής αποφασίζει, σύμφωνα με το άρθρο 4 του περί Θανατικών Ανακριτών Νόμου, ότι δεν είναι αναγκαία η διεξαγωγή θανατικής ανάκρισης αυτός, μέσα σε επτά μέρες από την απόφαση, αποστέλλει στο Ληξίαρχο της Επαρχίας στην οποία συνέβηκε ο θάνατος αντίγραφο του πορίσματος της διεξαχθείσας νεκροψίας σύμφωνα με τον περί Θανατικών Ανακριτών Νόμο.