119.-(1) Η Επιτροπή οφείλει να αιτιολογεί επαρκώς κάθε απόφασή της-
(α) Με την οποία απορρίπτει αίτηση για χορήγηση άδειας σύστασης ή μετατροπής και λειτουργίας οργανισμού επενδύσεων·
(β) να επιβάλλει στα εποπτευόμενα κατά τον παρόντα Νόμο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οιασδήποτε μορφής διοικητικές κυρώσεις·
(γ) να ανακαλεί άδεια λειτουργίας οργανισμού επενδύσεων και
(δ) που είναι δυσμενής και που λαμβάνει σχετικά με τις δραστηριότητες ενός οργανισμού επενδύσεων.
(2) Η Επιτροπή ανακοινώνει κάθε απόφασή της, στα πρόσωπα, στα οποία αυτές αναφέρονται.
(3) Οι αποφάσεις της Επιτροπής έναντι ενός οργανισμού επενδύσεων κατ' εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 146 του Συντάγματος. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση όπου δεν έχει εκδοθεί απόφαση μετά πάροδο έξι μηνών από την υποβολή αίτησης άδειας λειτουργίας οργανισμού επενδύσεων που περιλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του, είτε αυτές δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας είτε όχι.
120.-(1) Η Επιτροπή έχει εξουσία, κατά την κρίση της, να ανακαλεί την άδεια λειτουργίας που χορηγήθηκε σε έναν οργανισμό επενδύσεων στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Αν οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται ή που ελήφθησαν υπόψη από την Επιτροπή προς χορήγηση της άδειας δεν ικανοποιείται πλέον·
(β) όταν το επιβάλλει το συμφέρον των μεριδιούχων
(γ) όταν η Εταιρεία Διαχειρίσεως ή η Εταιρεία Επενδύσεων ή ο Θεματοφύλακας ή τα πρόσωπα που τους διοικούν, παραβούν ουσιώδεις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την κείμενη νομοθεσία ή προβούν σε ψευδείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές δηλώσεις·
(δ) σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο επιβάλλεται η ανάκληση της άδειας λειτουργίας που χορηγήθηκε· ή
(ε) σε περίπτωση που η υποχρέωση του οργανισμού επενδύσεων δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 9 δεν έχει ικανοποιηθεί.
(2) Πριν εκδώσει την απόφασή της προς ανάκληση της άδειας λειτουργίας οργανισμού επενδύσεων, η Επιτροπή μεριμνά ώστε να διασφαλιστεί η λήψη των αναγκαίων μέτρων προς εκκαθάριση του οργανισμού μέσω δικαστηρίου ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο.
121. Προκειμένου περί της τηρούμενης διαδικασίας, των προϋποθέσεων λήψης και του περιεχομένου των κατ' άρθρο 119 και 120 αποφάσεων της Επιτροπής ως και περί της διαδικασίας επιβολής των διοικητικών κυρώσεων του άρθρου 133, εφαρμόζεται κατ' αναλογία το άρθρο 39 του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου του 2001:
Νοείται ότι, τα δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 39 του εν λόγω Νόμου αναγνωρίζονται υπέρ και ασκούνται από το πρόσωπο που αφορά άμεσα η εκάστοτε δυσμενής απόφαση της Επιτροπής.
122. Η απόφαση για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας ενός οργανισμού επενδύσεων δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
123.-(1) Η Επιτροπή έχει εξουσία να εκδίδει οδηγίες προς την Εταιρεία Διαχειρίσεως ή την Εταιρεία Επενδύσεων ή το Θεματοφύλακα οποτεδήποτε κρίνει ότι συντρέχει οποιαδήποτε προϋπόθεση από τις αναφερόμενες στις υποπαραγράφους (α) έως (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 120.
(2) Οδηγία που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου αυτού δύναται να επιβάλλει-
(α) Την αναστολή της διάθεσης ή της εξαγοράς μεριδίων του αμοιβαίου κεφαλαίου ή μετοχών ή ορισμένης κατηγορίας μετοχών της Εταιρείας Επενδύσεων για το καθορισμένο στην οδηγία διάστημα·
(β) την υποβολή αιτήσεως προς διάλυση και εκκαθάριση του οργανισμού από το Δικαστήριο·
(γ) την εκούσια ή την υπό την εποπτεία του Δικαστηρίου εκκαθάριση της Εταιρείας Επενδύσεων·
(δ) τη λήψη οποιουδήποτε άλλου μέτρου, που η Επιτροπή κρίνει αναγκαίο προς προστασία των συμφερόντων των μεριδιούχων.
(3) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (4), απόφαση της Επιτροπής για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας του οργανισμού επενδύσεων δεν επηρεάζει την ισχύ προηγουμένως εκδοθείσας οδηγίας της Επιτροπής που τελούσε σε ισχύ κατά την ανάκληση.
(4) Σε περίπτωση που εκδίδεται δικαστικό διάταγμα εκκαθάρισης του οργανισμού επενδύσεων, κάθε προηγουμένως εκδοθείσα οδηγία της Επιτροπής παύει να ισχύει.
(5) Η Επιτροπή δύναται να ανακαλεί ή να τροποποιεί προηγουμένως εκδοθείσα οδηγία, εάν κρίνει την ανάκληση ή την τροποποίηση δικαιολογημένη υπό τις περιστάσεις. Η Επιτροπή ενεργεί προς ανάκληση ή τροποποίηση της οδηγίας αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως της Εταιρείας Επενδύσεων, της Εταιρείας Διαχειρίσεως ή του Θεματοφύλακα.
124.-(1) Οι οδηγίες που εκδίδει η Επιτροπή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 123, κοινοποιούνται εγγράφως, στην Εταιρεία Διαχειρίσεως, στην Εταιρεία Επενδύσεων και το Θεματοφύλακα, ενώ δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Κατά τον αυτό τρόπο κοινοποιείται και δημοσιεύεται κάθε απόφαση της Επιτροπής προς ανάκληση ή τροποποίηση προηγουμένως εκδοθείσας οδηγίας της.
125. Η Επιτροπή οφείλει να γνωστοποιεί την απόφασή της μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από την υποβολή του αιτήματος, σε περίπτωση που υποβάλλονται στην Επιτροπή από την Εταιρεία Διαχειρίσεως προκειμένου περί αμοιβαίου κεφαλαίου ή από την Εταιρεία Επενδύσεων, αιτήματα προς έγκριση-
(α) Τροποποίησης του Κανονισμού του αμοιβαίου κεφαλαίου ή των καταστατικών εγγράφων της Εταιρείας Διαχειρίσεως ή της Εταιρείας Επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης περί αντικατάστασης του Θεματοφύλακα ή της Εταιρείας Διαχειρίσεως του οργανισμού επενδύσεων·
(β) σημαντικής αλλαγής στο ενημερωτικό δελτίο·
(γ) αναδιοργάνωσης ή συγχώνευσης του οργανισμού·
(δ) εκκαθάρισης·
(ε) αντικατάστασης ενός από τους διευθύνοντες την Εταιρεία Διαχειρίσεως, την Εταιρεία Επενδύσεων ή το Θεματοφύλακα, ή το διορισμό νέου διευθύνοντος, ή τη μείωση ή την αύξηση των μελών του διοικητικού συμβουλίου·
(στ) οποιουδήποτε άλλου ζητήματος που κατά τον παρόντα Νόμο απαιτείται η έγκριση της Επιτροπής.
126. Δεν εγκρίνεται οποιαδήποτε αίτηση της Εταιρείας Διαχειρίσεως ή της Εταιρείας Επενδύσεων, εφόσον τυχόν αποδοχή της θα προσέκρουε στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, που καθορίζουν τις προϋποθέσεις προς χορήγηση της άδειας σύστασης και λειτουργίας του οργανισμού επενδύσεων.
127.-(1) Ελεγκτής που ελέγχει τις εκθέσεις οργανισμού επενδύσεων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 108, καθώς και τους λογαριασμούς της Εταιρείας Διαχειρίσεως, έχει υποχρέωση να ανακοινώνει αμέσως στην Επιτροπή οποιοδήποτε στοιχείο ή απόφαση που αφορά τον οργανισμό επενδύσεων ή την Εταιρεία Διαχειρίσεως, το οποίο περιέρχεται σε γνώση του κατά την άσκηση του ελέγχου των εκθέσεων, που δυνατό-
(α) Να συνιστά ουσιώδη παράβαση του περί Εταιρειών Νόμου, του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού ή οποιασδήποτε Απόφασης της Επιτροπής·
(β) να επηρεάσει τη συνεχή λειτουργία του οργανισμού επενδύσεων· ή
(γ) να οδηγήσει στην άρνησή του ελεγκτή να πιστοποιήσει τις εκθέσεις ή να εκφράσει επιφυλάξεις σ' αυτές.
(2) Ο εν λόγω ελεγκτής έχει την ίδια υποχρέωση και όσον αφορά οποιοδήποτε στοιχείο ή απόφαση που περιέρχεται σε γνώση του κατά την άσκηση του ελέγχου των εκθέσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 108 σχετικά με συνδεδεμένες επιχειρήσεις, κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, τις Εταιρείες Διαχειρίσεως ή τις Εταιρείες Επενδύσεων και σχετικά με φυσικά ή νομικά πρόσωπα που τελούν σε σχέση εξάρτησης ή έχουν ουσιωδώς κοινά συμφέροντα με τις εταιρείες αυτές.
(3) Η καλή τη πίστει ανακοίνωση πληροφοριών στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) δε συνιστά παράβαση οποιουδήποτε επαγγελματικού απορρήτου, που επιβάλλεται δυνάμει σύμβασης ή Νόμου, Κανονισμών ή αποφάσεων της Επιτροπής και ο εν λόγω ελεγκτής που προβαίνει στην ανακοίνωση αυτή δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη.
128. Η Επιτροπή έχει εξουσία να αναθέτει σε εγκεκριμένους ελεγκτές την άσκηση του ειδικού ή γενικού, τακτικού ή έκτακτου ελέγχου των Εταιρειών Διαχειρίσεως, των Εταιρειών Επενδύσεων και, στην έκταση που τους αφορά ο παρών Νόμος, του Θεματοφύλακα και των αντιπροσώπων κατά το άρθρο 30, ως προς τη διαχείριση των αμοιβαίων κεφαλαίων και των Εταιρειών Επενδύσεων και εν γένει ως προς τη σύννομη λειτουργία τους εφαρμοζομένων αναλογικά του άρθρου 50 και του εδαφίου (1) του άρθρου 51 του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου του 2001:
Νοείται ότι, τις υποχρεώσεις του εδαφίου (2) του άρθρου 50 του εν λόγω Νόμου υπέχουν τα υποκείμενα στον ανωτέρω έλεγχο πρόσωπα.
129.-(1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (5) του άρθρου 110 περί της διαφήμισης των οργανισμών επενδύσεων και των διατάξεων που ορίζουν συγκεκριμένες προθεσμίες για την υποβολή στοιχείων, εγγράφων, και εκθέσεων στην Επιτροπή, όλες οι δημοσιεύσεις των αμοιβαίων κεφαλαίων, των Εταιρειών Διαχειρίσεως και των Εταιρειών Επενδύσεων, υποχρεωτικές ή προαιρετικές, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που γίνονται για διαφημιστικούς λόγους, υποβάλλονται το ταχύτερο στην Επιτροπή και πάντως εντός δύο εργάσιμων ημερών από τη δημοσιοποίησή τους.
(2) Η Εταιρεία Διαχειρίσεως ή η Εταιρεία Επενδύσεων οφείλει, εφόσον της ζητηθεί από την Επιτροπή να προβαίνει με δικά της έξοδα σε διευκρινιστικές ή διορθωτικές δημοσιεύσεις, εάν από τις προηγούμενες δημοσιεύσεις ή ανακοινώσεις της υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης ή εσφαλμένης πληροφόρησης του επενδυτικού κοινού.
130.-(1) Η Επιτροπή, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία να συλλέγει πληροφορίες απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της και για τη διερεύνηση ενδεχόμενης παραβίασης των υποχρεώσεων που επιβάλλει ο παρών Νόμος και να απευθύνει σχετικό προς τούτο γραπτό αίτημα προς κάθε πρόσωπο που ευλόγως εικάζεται ότι είναι σε θέση να δώσει τις πληροφορίες.
(2) Σχετικά με τη διαδικασία παροχής πληροφοριών και ιδίως σχετικά με τις προθεσμίες, τις υποχρεώσεις των εποπτευόμενων προσώπων, το τραπεζικό απόρρητο, τις ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης στην ανωτέρω υποχρέωση, τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών και την έκταση της εν λόγω υποχρέωσης εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του άρθρου 33 του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου του 2001.
131. Η Επιτροπή κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία να διενεργεί έρευνες απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της και για τη διερεύνηση ενδεχόμενης παραβίασης των δυνάμει του παρόντος Νόμου υποχρεώσεων.
132. Σχετικά με την έκταση και τους όρους των ερευνών και ιδίως σχετικά με την τηρούμενη διαδικασία και τον τηρούμενο τύπο, τα δικαιώματα και τις εγγυήσεις υπέρ των προσώπων εναντίον των οποίων διενεργείται η έρευνα, τους περιορισμούς, το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεως σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των ελεγχόμενων προσώπων ή παροχής ανακριβών στοιχείων και του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών και στοιχείων που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις των άρθρων 34 και 35 του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου του 2001. Τα άρθρα 36 και 37 του εν λόγω Νόμου εφαρμόζονται αναλογικά, εφόσον στον παρόντα Νόμο δεν ορίζεται άλλως και ειδικώς.
133.-(1) Σε περίπτωση παραβάσεως των διατάξεων του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του, είτε αυτές δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας είτε όχι, η Επιτροπή έχει εξουσία να επιβάλλει στην Εταιρεία Διαχειρίσεως, στο Θεματοφύλακα ή στην Εταιρεία Επενδύσεων, διοικητικό πρόστιμο ύψους, που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες λίρες (ΛΚ 100.000) και σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες λίρες (ΛΚ 200.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.
(2) Η Επιτροπή έχει εξουσία να επιβάλλει στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, στους διευθύνοντες ή σε άλλους αξιωματούχους, στους υπαλλήλους των Εταιρειών Διαχειρίσεως, του Θεματοφύλακα ή των Εταιρειών Επενδύσεων καθώς και στους αντιπροσώπους των Εταιρειών Διαχειρίσεως κατά το άρθρο 30 συμπεριλαμβανομένων και των αντιπροσώπων των ΟΣΕΚΑ σύμφωνα με τα οριζόμενα στο εδάφιο (5) του άρθρου 30, που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, των αποφάσεων, είτε αυτές δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας είτε, όχι και των Κανονισμών που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του, διοικητικό πρόστιμο ύψους που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες λίρες (Λ Κ 100.000) και σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες λίρες (ΛΚ 200.000) ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης. Σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος της παράβασης προσπορίστηκε αθέμιτο όφελος από την παράβαση αυτή, η Επιτροπή έχει εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι του διπλασίου του οφέλους που ο υπαίτιος αποδεδειγμένα αθεμίτως προσπορίστηκε από την παράβαση:
Νοείται ότι, η Επιτροπή στην περίπτωση αυτή συντάσσει σχετικό πόρισμα, το οποίο υποβάλλει στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ο οποίος αποφασίζει κατά πόσο δικαιολογείται και ποινική δίωξη του υπαιτίου της παράβασης.