22.-(1) Ο δημιουργός σχεδίου ή υποδείγματος δύναται, εφόσον τρίτος κατέθεσε χωρίς τη συγκατάθεσή του αίτηση για καταχώρηση σχεδίου ή υποδείγματος, η οποία αφορά το σχέδιο ή υπόδειγμά του ή ουσιώδη στοιχεία του, να απαιτήσει με αγωγή του κατά του τρίτου ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου την αναγνώριση σε αυτόν των δικαιωμάτων που απορρέουν από την αίτηση, ή, εάν έχει χορηγηθεί πιστοποιητικό καταχωρήσεως, των δικαιωμάτων που απορρέουν από το πιστοποιητικό.
(2) Η παραπάνω αγωγή ασκείται εντός δύο ετών από την ημερομηνία δημοσιεύσεως σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 17 των στοιχείων της αιτήσεως καταχωρήσεως στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Η προθεσμία αυτή δεν ισχύει, αν ο κάτοχος του πιστοποιητικού γνώριζε κατά το χρόνο χορηγήσεως του πιστοποιητικού ή της μεταβιβάσεως του σχεδίου ή υποδείγματος το δικαίωμα του διεκδικούντος.
(3) Περίληψη της τελεσίδικης αποφάσεως, η οποία δέχεται την παραπάνω αγωγή, καταχωρείται στο Μητρώο.
(4) Από την ημερομηνία καταχωρήσεως της κατά το εδάφιο (3) περιλήψεως, θεωρούνται άκυρες οι άδειες εκμεταλλεύσεως και κάθε άλλο δικαίωμα, το οποίο έχει παραχωρηθεί επί του σχεδίου ή υποδείγματος από τον αποτυχόντα διάδικο στη δυνάμει του εδαφίου (1) αγωγή. Ο αποτυχών διάδικος και τρίτοι, εφόσον καλόπιστα εκμεταλλεύονται το σχέδιο ή υπόδειγμα ή έχουν προβεί στις αναγκαίες προετοιμασίες για την εκμετάλλευσή του, δύνανται να ζητήσουν από τον αναγνωρισθέντα δικαιούχο την παραχώρηση, έναντι αποζημιώσεως, μη αποκλειστικής άδειας εκμεταλλεύσεως για εύλογο χρονικό διάστημα. Σε περίπτωση διαφωνίας των μερών οι όροι κανονίζονται από το αρμόδιο δικαστήριο.
23.-(1) Με δικαστική απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου απορρίπτεται η αίτηση καταχωρήσεως σχεδίου ή υποδείγματος ή, αν αυτό έχει ήδη καταχωρηθεί, κηρύσσεται άκυρο το επ' αυτού δικαίωμα, εφόσον διαζευκτικώς-
(α) Δεν πρόκειται για σχέδιο ή υπόδειγμα κατά την έννοια του άρθρου 2·
(β) τό σχέδιο ή υπόδειγμα δεν είναι επιδεκτικό προστασίας κατά τους όρους του άρθρου 4·
(γ) ο υποβάλλων την αίτηση ή ο κάτοχος του πιστοποιητικού προστατευόμενου σχεδίου ή υποδείγματος δεν είναι ο δημιουργός ή ο δικαιούχος του σύμφωνα με τα άρθρα 7 έως 9 ή ο δυνάμει του άρθρου 11 δικαιούχος:
Νοείται ότι το λόγο αυτό δικαιούται να επικαλεσθεί μόνο ο επί τη βάσει των προαναφερθείσων διατάξεων δικαιούχος του δικαιώματος·
(δ) το σχέδιο ή υπόδειγμα συγκρούεται με προηγούμενο σχέδιο ή υπόδειγμα, το οποίο έχει γίνει γνωστό στο κοινό μετά την κατάθεση της αιτήσεως καταχωρήσεως ή, εάν διεκδικείται προτεραιότητα, μετά την προτεραιότητα, και το οποίο προστατεύεται ήδη πριν από την εν λόγω ημερομηνία με καταχωρημένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα ή αίτηση για καταχώρηση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ή με καταχώρηση σχεδίου ή υποδείγματος στην Κύπρο ή σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή με αίτηση για καταχώρηση των σχετικών δικαιωμάτων στην Κύπρο ή σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
Νοείται ότι το λόγο αυτό δικαιούται να επικαλεσθεί μόνο ο υποβάλλων την αίτηση ή ο δικαιούχος του συγκρουόμενου ανταγωνιστικού δικαιώματος ή αυτεπαγγέλτως ο Έφορος·
(ε) ο καταθέτης της αιτήσεως για καταχώρηση δεν ανήκει στα πρόσωπα που ορίζει το άρθρο 10.
(στ) ένα διακριτικό σημείο χρησιμοποιείται σε μεταγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα και η νομοθεσία της Κύπρου ή κοινοτική νομοθεσία ή η νομοθεσία κάποιου κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία τυχόν διέπει αυτό το διακριτικό σημείο, παρέχει στο δικαιούχο του το δικαίωμα να απαγορεύει την εν λόγω χρήση:
Νοείται ότι το λόγο αυτό δικαιούται να επικαλεσθεί μόνο ο υποβάλλων την αίτηση ή ο δικαιούχος του συγκρουόμενου ανταγωνιστικού δικαιώματος·
(ζ) το σχέδιο ή υπόδειγμα συνιστά μη επιτρεπόμενη χρήση έργου, το οποίο προστατεύεται βάσει της νομοθεσίας περί πνευματικής ιδιοκτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας ή κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
Νοείται ότι το λόγο αυτό δικαιούται να επικαλεσθεί μόνο ο υποβάλλων την αίτηση ή ο δικαιούχος του συγκρουόμενου ανταγωνιστικού δικαιώματος·
(η) το σχέδιο ή υπόδειγμα συνιστά ακατάλληλη χρήση οποιουδήποτε από τα στοιχεία που απαριθμούνται στο άρθρο 6δις της Συμβάσεως των Παρισίων για την Προστασία της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (1883), ή σημείων, εμβλημάτων και θυρεών εκτός εκείνων που καλύπτονται από το άρθρο 6β της εν λόγω Συμβάσεως και τα οποία έχουν ιδιαίτερη σημασία από άποψη δημόσιου συμφέροντος στην Κύπρο ή σε κάποιο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
Νοείται ότι το λόγο αυτό δικαιούται να επικαλεσθεί μόνο το πρόσωπο ή ο φορέας, τον οποίο αφορά η σχετική χρήση ή αυτεπαγγέλτως ο Έφορος.
(2) Εάν έχει απορριφθεί η αίτηση καταχωρήσεως σχεδίου ή υποδείγματος, ή έχει κηρυχθεί άκυρο το δικαίωμα δυνάμει μίας εκ των παραγράφων (β), (στ), (ζ) ή (η) του εδαφίου (1), μπορεί να καταχωρηθεί το σχέδιο ή υπόδειγμα ή να διατηρηθεί το δικαίωμα σε τροποποιημένη μορφή, εάν με τη μορφή αυτή πληρούνται οι προϋποθέσεις προστασίας και διατηρείται η ταυτότητα του σχεδίου ή υποδείγματος. Η καταχώρηση ή η διατήρηση σε τροποποιημένη μορφή μπορεί να περιλαμβάνει καταχώρηση συνοδευόμενη από μερική παραίτηση εκ μέρους του δικαιούχου του δικαιώματος επί σχεδίου ή υποδείγματος, ή εγγραφή στο Μητρώο της δικαστικής αποφάσεως, με την οποία κηρύσσεται η μερική ακυρότητα του σχεδίου ή υποδείγματος.
(3) Κατά παρέκκλιση από τα εδάφια (1) και (2), οι λόγοι απορρίψεως της αιτήσεως καταχωρήσεως ή ακυρότητας της καταχωρήσεως σχεδίου ή υποδείγματος, οι οποίοι ίσχυαν πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται σε αιτήσεις καταχωρήσεως σχεδίων ή υποδειγμάτων υποβληθείσες πριν από την ημερομηνία αυτή, καθώς και στις συνακόλουθες καταχωρήσεις.
(4) Η ακυρότητα του δικαιώματος μπορεί να κηρυχθεί ακόμη και μετά τη λήξη ισχύος του σχεδίου ή υποδείγματος ή την παραίτηση απ' αυτό.
(5) Κάτοχοι πιστοποιητικού προστατευόμενης τοπογραφίας, οι οποίοι δεν κατοικούν στην Κύπρο, ενάγουν και ενάγονται στο αρμόδιο δικαστήριο της πρωτεύουσας.
24.-(1) Σε περίπτωση προσβολής, παρούσας ή απειλουμένης των δικαιωμάτων, τα οποία απορρέουν από καταχωρημένο σχέδιο ή υπόδειγμα, ο δικαιούχος του σχεδίου ή υποδείγματος δύναται με αγωγή να απαιτήσει την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον.
(2) Σε περίπτωση που η παραπάνω προσβολή ενέχει υπαιτιότητα, ο ζημιωθείς δικαιούχος του καταχωρημένου σχεδίου ή υποδείγματος δύναται με την ίδια αγωγή να απαιτήσει και την αποκατάσταση της ζημιάς ή την απόδοση της ωφέλειας από την αθέμιτη εκμετάλλευση του προστατευόμενου σχεδίου ή υποδείγματος ή την πληρωμή ποσού ανάλογου προς το τίμημα άδειας εκμεταλλεύσεως.
(3) Τα δικαιώματα των εδαφίων (1) και (2) παρέχονται και σε αυτόν που έχει καταθέσει στον Έφορο αίτηση καταχωρήσεως σχεδίου ή υποδείγματος σύμφωνα με το άρθρο 14 και αναμένει την έκδοση πιστοποιητικού καταχωρήσεως σύμφωνα με το άρθρο 17, εάν τρίτος δολίως αναπαράγει, εκμεταλλεύεται εμπορικά, ή εισάγει το εν λόγω σχέδιο ή υπόδειγμα.
(4) Οι πιο πάνω απαιτήσεις παραγράφονται μετά πάροδο πέντε ετών αφότου ο κάτοχος του πιστοποιητικού έλαβε γνώση είτε της προσβολής είτε της ζημιάς και του προς αποζημίωση υποχρέου, οπωσδήποτε δε μετά πάροδο είκοσι ετών από την προσβολή.
(5) Σε περίπτωση ευοδώσεως της αγωγής, το δικαστήριο δύναται να διατάξει την καταστροφή των προϊόντων που κατασκευάσθηκαν κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου. Το δικαστήριο δύναται επίσης αντί της καταστροφής να διατάξει την απόδοση των προϊόντων ή μέρους αυτών στον ενάγοντα για ολική ή μερική αποζημίωσή του, εάν αυτός το ζητήσει.
25. Όποιος, κατά τη διάρκεια της ισχύος της προστασίας σχεδίου ή υποδείγματος κατά τον παρόντα Νόμο, δολίως χρησιμοποιεί κατά την έννοια του εδαφίου (1) του άρθρου 18 το εν λόγω σχέδιο ή υπόδειγμα, διαπράττει ποινικό αδίκημα, το οποίο τιμωρείται με ποινή φυλακίσεως μέχρι δύο έτη ή πρόστιμο μέχρι πενήντα χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.
25Α. (1) Σε περίπτωση κατά την οποία διάδικος προσκομίζει ευλόγως διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία επαρκή προς στήριξη των ισχυρισμών του περί προσβολής ή επικείμενης προσβολής δικαιωμάτων δυνάμει του παρόντος Νόμου, ενώ παράλληλα επικαλείται αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου, το Δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του διαδίκου, μπορεί να διατάξει, υπό τους όρους που κατά την κρίση του διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, την προσκόμιση αυτών των στοιχείων αυτώναπό τον αντίδικο.
(2) Αν συντρέχει προσβολή των δικαιωμάτων σε εμπορική κλίμακα το Δικαστήριο μπορεί επίσης, ύστερα από αίτηση διαδίκου, να διατάξει, υπό τους όρους που κατά την κρίση του διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, τη γνωστοποίηση τραπεζικών, χρηματοοικονομικών ή εμπορικών εγγράφων που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου.
(3) Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που παρέχονται δυνάμει του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται μόνο για το σκοπό που ορίζεται στο διάταγμα του Δικαστηρίου.
25Β. (1) Στα πλαίσια οποιασδήποτε διαδικασίας δυνάμει του παρόντος Νόμου η οποία αφορά προσβολή των δικαιωμάτων βιομηχανικού σχεδίου ή υποδείγματος σε εμπορική κλίμακα, το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης διαδίκου, να διατάξει την παροχή πληροφοριών για την προέλευση και για τα δίκτυα διανομής των εμπορευμάτων ή παροχής υπηρεσιών που προσβάλλουν δικαίωμα βιομηχανικού σχεδίου ή υποδείγματος από τον ύποπτο ή/και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο-
(α) βρέθηκε να κατέχει τα παράνομα εμπορεύματα σε εμπορική κλίμακα, ή
(β) βρέθηκε να χρησιμοποιεί τις παράνομες υπηρεσίες σε εμπορική κλίμακα, ή
(γ) διαπιστώθηκε ότι παρείχε σε εμπορική κλίμακα υπηρεσίες χρησιμοποιούμενες για την προσβολή δικαιώματος, ή
(δ) υποδείχθηκε από το πρόσωπο που αναφέρεται στις παραγράφους (α), ή (β) ή (γ), ως εμπλεκόμενο στην παραγωγή, κατασκευή ή διανομή των εμπορευμάτων ή στην παροχή των υπηρεσιών.
(2) Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) περιλαμβάνουν εφόσον ενδείκνυται-
(α) τα ονοματεπώνυμα και τις διευθύνσεις των παραγωγών, κατασκευαστών, διανομέων, προμηθευτών και λοιπών προηγούμενων κατόχων του προϊόντος ή της υπηρεσίας καθώς και των παραληπτών, χονδρεμπόρων και των εμπόρων λιανικής,
(β) πληροφορίες για τις ποσότητες που παρήχθησαν, κατασκευαστήκαν, παραδόθηκαν, παραλήφθηκαν ή παραγγέλθηκαν καθώς και για το τίμημα που εισπράχθηκε για τα εν λόγω εμπορεύματα ή υπηρεσίες.
25Γ.-(1) Το Δικαστήριο το οποίο διαπιστώνει προσβολή δικαιώματος βιομηχανικού σχεδίου ή υποδείγματος δύναται να διατάξει τον παραβάτη να μην επαναλάβει την εν λόγω προσβολή στο μέλλον. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς την απαγόρευση αυτή το Δικαστήριο δύναται να επιβάλει για διασφάλιση της συμμόρφωσης, χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις τριάντα πέντε χιλιάδες λίρες (35,000) ή φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή και τις δύο αυτές ποινές.
(2) Το Δικαστήριο δύναται κατόπιν αίτησης του προσφεύγοντος και με δαπάνη του παραβάτη να διατάξει την πλήρη ή μερική δημοσίευση της απόφασης ή οποιοδήποτε άλλο μέτρο κρίνει εύλογο για τη διάδοση των σχετικών με την απόφασή του, πληροφοριών.