15.—(1) Ο δικαιούχος τοπογραφίας αποκτά με επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 16 το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπει ή να απαγορεύει οποιαδήποτε από τις παρακάτω ενέργειες:
(α) Αναπαραγωγή τοπογραφιών προστατευομένων σύμφωνα με το άρθρο 3,
(β) Εμπορική εκμετάλλευση ή εισαγωγή προς το σκοπό αυτό μιας τοπογραφίας ή ενός προϊόντος ημιαγωγών που κατασκευάζεται με τη χρησιμοποίηση της προστατευόμενης τοπογραφίας.
(2) Το κατά την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) δικαίωμα απαγόρευσης εμπορικής εκμετάλλευσης ή εισαγωγής προς το σκοπό αυτό μιας τοπογραφίας ή ενός προϊόντος ημιαγωγών που κατασκευάζεται με τη χρησιμοποίηση της προστατευόμενης τοπογραφίας, δεν ισχύει μετά τη διάθεση στην αγορά της Κύπρου ή ενός κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης της εν λόγω τοπογραφίας ή του εν λόγω προϊόντος ημιαγωγών από πρόσωπο που δικαιούται να εγκρίνει την εμπορία του ή με συναίνεση του προσώπου αυτού.
(3) Αυτός που εκμεταλλεύεται εμπορικά προϊόν ημιαγωγών ή τοπογραφία και δε γνώριζε ή δεν είχε βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι το προϊόν ή η τοπογραφία προστατεύεται στην Κύπρο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δυνάμει αντίστοιχης νομοθεσίας, δικαιούται να συνεχίσει την εν λόγω εμπορική εκμετάλλευση.
(4) Ο δικαιούχος προστατευόμενης σύμφωνα με το εδάφιο (3) τοπογραφίας δικαιούται να ζητήσει από το αρμόδιο δικαστήριο εύλογη αποζημίωση για ενέργειες που έγιναν αφότου το κατά το εδάφιο (3) εκμεταλλευόμενο την τοπογραφία ή το προϊόν ημιαγωγών πρόσωπο έλαβε γνώση ή είχε βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι το προϊόν ημιαγωγών προστατεύεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
16.—(1) Δεν μπορούν να απαγορευθούν κατά την έννοια του άρθρου 15 από τον δικαιούχο της προστατευόμενης τοπογραφίας οι εξής δραστηριότητες
(α) Η ιδιωτική αναπαραγωγή ή χρήση της τοπογραφίας για μη εμπορικούς σκοπούς,
(β) Η αναπαραγωγή τοπογραφίας με σκοπό την ανάλυση ή τη διδασκαλία των αρχών, των διαδικασιών, των συστημάτων ή των τεχνικών που είναι ενσωματωμένες στις τοπογραφίες ή των ίδιων των τοπογραφιών.
(2) Σε περίπτωση που τυχόν ανάλυση και αξιολόγηση προστατευόμενης τοπογραφίας σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) οδηγήσει σε δημιουργία άλλης τοπογραφίας, η οποία πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3, τα δικαιώματα που απορρέουν από την προστατευόμενη τοπογραφία δεν επεκτείνονται στη νεοδημιουργημένη τοπογραφία.
17.—(1) Με την καταχώρηση, μία τοπογραφία που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3, προστατεύεται από την ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρήσεως στον Έφορο.
(2) Σε περίπτωση που η ημερομηνία της πρώτης εμπορικής εκμεταλλεύσεως της τοπογραφίας έπεται της ημερομηνίας που ορίζει το εδάφιο (1), το εν λόγω δικαίωμα γεννάται από την ημερομηνία της πρώτης εμπορικής εκμεταλλεύσεως.
(3) Το κατά το άρθρο 15 δικαίωμα παύει να υφίσταται δέκα έτη μετά την πρότερη από τις εξής ημερομηνίες:
(α) Το τέλος του ημερολογιακού έτους της πρώτης εμπορικής εκμεταλλεύσεως της τοπογραφίας οπουδήποτε στον κόσμο, ή
(β) το τέλος του ημερολογιακού έτους της υποβολής στον Έφορο της κανονικής αιτήσεως καταχωρήσεως.
(4) Σε κάθε περίπτωση το δικαίωμα, το οποίο γεννάται σύμφωνα με το εδάφιο (1), παύει να ισχύει εάν δε γίνει εμπορική εκμετάλλευση της τοπογραφίας οπουδήποτε στον κόσμο εντός δεκαπέντε ετών από την ημερομηνία του πρώτου καθορισμού ή κωδικοποιήσεως της τοπογραφίας.