1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, Έργα και Υπηρεσίες) Νόμος του 2003.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«ανάδοχος σύμβασης παραχώρησης δημοσίων έργων» σημαίνει πρόσωπο το οποίο σύναψε σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων με μια αναθέτουσα αρχή·
«αναθέτουσα αρχή» σημαίνει το κράτος, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου και τις ενώσεις που συγκροτούνται από μία ή περισσότερες από αυτές τις αρχές ή από ένα ή περισσότερους από αυτούς τους οργανισμούς·
«ανοικτή διαδικασία» σημαίνει τη διαδικασία στα πλαίσια της οποίας κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει προσφορά·
«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας·
«βασικές απαιτήσεις» σημαίνει τις απαιτήσεις, σχετικά με την ασφάλεια, την υγεία και ορισμένους άλλους τομείς γενικού συμφέροντος, στις οποίες πρέπει να ανταποκρίνονται τα έργα·
«δημόσια σύμβαση υπηρεσιών» σημαίνει αμφοτεροβαρή σύμβαση που συνάπτεται γραπτώς μεταξύ του παρέχοντος υπηρεσίες και μιας αναθέτουσας αρχής και περιλαμβάνει σύμβαση, η οποία έχει ως αντικείμενο ταυτόχρονα προϊόντα κατά την έννοια του όρου «σύμβαση δημοσίων προμηθειών» και υπηρεσίες κατά την έννοια του Παραρτήματος ΙΙ, εφόσον η αξία των συγκεκριμένων υπηρεσιών υπερβαίνει την αξία των προϊόντων που περιλαμβάνονται στην εν λόγω σύμβαση·
«διαγωνισμός μελετών» σημαίνει ένα διαγωνισμό, με ή χωρίς την απονομή χρηματικών βραβείων, που επιτρέπει στην αναθέτουσα αρχή να εξασφαλίσει, κυρίως στους τομείς της χωροταξίας, της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής και των έργων πολιτικής μηχανικής ή της ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων, τη χρήση ή κατοχή (ιδιοκτησία) μίας μελέτης ή ενός σχεδίου που επιλέγεται από κριτική επιτροπή·
«διαδικασία με διαπραγμάτευση» σημαίνει τη διαδικασία στα πλαίσια της οποίας η αναθέτουσα αρχή διαβουλεύεται με τους οικονομικούς φορείς της επιλογής της και διαπραγματεύεται τους όρους της σύμβασης με έναν ή περισσότερους από αυτούς·
«Διεθνής Συμφωνία περί Δημοσίων Συμβάσεων» σημαίνει τη συμφωνία που συνήφθη στο πλαίσιο των πολυμερών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης (1986 έως 1994) και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Συμφωνίας για την ΄Ιδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ)·
«έγγραφα προσφορών» σημαίνει την πρόσκληση για υποβολή προσφοράς ή για συμμετοχή σε διαπραγμάτευση, τους προτεινόμενους όρους της σύμβασης ή την περιγραφή του προϊόντος, του έργου ή της υπηρεσίας που απαιτούνται από την αναθέτουσα αρχή και όλων των σχετικών συμπληρωματικών στοιχείων·
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·
«εργολήπτης» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή δημόσιο οργανισμό ή κοινοπραξία αυτών των προσώπων ή/και οργανισμών που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών ή /και έργων·
«έργο» σημαίνει το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή/και εργασιών πολιτικής μηχανικής που προορίζεται να πληροί αυτό καθαυτό μια οικονομική ή τεχνική λειτουργία·
«ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση» σημαίνει την ευνοϊκή τεχνική εκτίμηση της καταλληλότητας ενός προϊόντος για χρήση, με γνώμονα την ικανοποίηση των βασικών απαιτήσεων για τις κατασκευές και με βάση τα εγγενή χαρακτηριστικά του προϊόντος και τους τιθέμενους όρους εφαρμογής και χρήσης του. Μια ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση χορηγείται από ένα οργανισμό που είναι εξουσιοδοτημένος για το σκοπό αυτό από κράτος μέλος·
«ευρωπαϊκό πρότυπο» σημαίνει το πρότυπο που έχει εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN) ή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης (CENELEC) ως «Ευρωπαϊκό Πρότυπο» (ΕΝ) ή ως «΄Εγγραφο Εναρμόνισης» (ΗD), σύμφωνα με τους κοινούς κανόνες των οργανισμών αυτών, ή από το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Τηλεπικοινωνιακών Προτύπων (ETSI) ως «Ευρωπαϊκό Τηλεπικοινωνιακό Πρότυπο» (ETS)·
«ημέρα» σημαίνει ημερολογιακή ημέρα, εκτός εάν άλλως καθορίζεται στα έγγραφα προσφορώνֹ·
«κλειστή διαδικασία» σημαίνει τη διαδικασία στα πλαίσια της οποίας μόνο οι οικονομικοί φορείς που έχουν προσκληθεί από την αναθέτουσα αρχή μπορούν να υποβάλουν προσφορά·
«κοινή ταξινόμηση προϊόντων» σημαίνει τη Διεθνή Ταξινόμηση Προϊόντων των Ηνωμένων Εθνών (Common Product Classification-CPC), εφεξής καλούμενη ως «ΚΤΠ»·
«κοινή τεχνική προδιαγραφή» σημαίνει την τεχνική προδιαγραφή που έχει εκπονηθεί σύμφωνα με διαδικασία αναγνωρισμένη από τα κράτη μέλη για σκοπούς ομοιόμορφης εφαρμογής της, και έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης·
«οικονομικό έτος» σημαίνει την περίοδο των 12 μηνών για την οποία η αναθέτουσα αρχή ετοιμάζει τους ετήσιους λογαριασμούς της και η οποία λήγει κατά την ημερομηνία οποιουδήποτε έτους·
«οικονομικός φορέας» σημαίνει τον προμηθευτή, τον εργολήπτη ή τον παρέχοντα υπηρεσίες·
«οργανισμός δημοσίου δικαίου» σημαίνει κάθε οργανισμό-
(α) O οποίος έχει συσταθεί με συγκεκριμένο σκοπό την κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος, που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα, και
(β) ο οποίος έχει νομική προσωπικότητα, και
(γ) του οποίου η δραστηριότητα χρηματοδοτείται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, από τη Δημοκρατία, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή του οποίου η διαχείριση υπόκειται σε έλεγχο ασκούμενο από τη Δημοκρατία ή τις αρχές αυτές ή τους οργανισμούς αυτούς, ή περισσότερο από το ήμισυ των μελών του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού συμβουλίου του διορίζεται από τη Δημοκρατία, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου,
ενδεικτικοί κατάλογοι των οργανισμών και των κατηγοριών τέτοιων οργανισμών δημοσίου δικαίου που πληρούν τα κριτήρια που απαριθμούνται ανωτέρω περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙV, και οποιεσδήποτε τροποποιήσεις στους καταλόγους αυτούς, κοινοποιούνται περιοδικά στην Επιτροπή από την Αρμόδια Αρχή·
«παρέχων υπηρεσίες» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο συμπεριλαμβανομένου και του δημόσιου οργανισμού που προσφέρει υπηρεσίες·
«προμηθευτής» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή δημόσιο οργανισμό ή κοινοπραξία αυτών των προσώπων ή/και οργανισμών που προσφέρει προμήθειες·
«προσφέρων» σημαίνει τον οικονομικό φορέα που έχει υποβάλει προσφορά·
«πρότυπο» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Τυποποίησης, Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002˙
«σύμβαση» σημαίνει σύμβαση δημοσίων προμηθειών, δημόσια σύμβαση υπηρεσιών, σύμβαση δημοσίων έργων ή σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων κατά την έννοια του παρόντος Νόμου˙
«σύμβαση δημοσίων προμηθειών» σημαίνει αμφοτεροβαρή σύμβαση που συνάπτεται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσοτέρων προμηθευτών και μιας αναθέτουσας αρχής και έχει ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση (lease), τη μίσθωση (rental) ή την αγορά με δόσεις (hire purchase), με ή χωρίς δικαίωμα αγοράς, προϊόντων, των οποίων η παράδοση δύναται επιπροσθέτως να περιλαμβάνει εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης·
«σύμβαση δημοσίων έργων» σημαίνει αμφοτεροβαρή σύμβαση που συνάπτεται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσοτέρων εργοληπτών και μιας αναθέτουσας αρχής και έχει ως αντικείμενο είτε την εκτέλεση, είτε τόσο την εκτέλεση όσο και μελέτη έργων που
αφορούν σε μία από τις αναφερόμενες στο Παράρτημα Ι δραστηριότητες, ή ενός έργου όπως αυτό ορίζεται στον παρόντα Νόμο, είτε την πραγματοποίηση, με οποιαδήποτε μέσα, ενός έργου το οποίο ανταποκρίνεται στις επακριβώς οριζόμενες από την αναθέτουσα αρχή ανάγκες·
«σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων» σημαίνει σύμβαση η οποία παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά με σύμβαση δημοσίων έργων, εκτός από το γεγονός ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με καταβολή αμοιβής·
«Συνθήκη» σημαίνει τη Συνθήκη περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·
«τεχνικές προδιαγραφές» σημαίνει όλες τις τεχνικές απαιτήσεις που περιέχονται ιδίως στα έγγραφα προσφορών και καθορίζουν τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά μιας εργασίας ή υπηρεσίας, ενός υλικού, ενός προϊόντος ή μιας προμήθειας ειδών, και οι οποίες επιτρέπουν τον αντικειμενικό προσδιορισμό μιας εργασίας ή υπηρεσίας, ενός υλικού, ενός προϊόντος ή μιας προμήθειας ειδών, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στη χρήση για την οποία προορίζονται από την αναθέτουσα αρχή. Οι τεχνικές αυτές απαιτήσεις περιλαμβάνουν τα επίπεδα ποιότητας ή απόδοσης, την ασφάλεια, τις διαστάσεις και τις απαιτήσεις που ισχύουν για το υλικό, το προϊόν ή την προμήθεια ειδών όσον αφορά το σύστημα διαχείρισης της ποιότητας, την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και μεθόδους δοκιμών, τη συσκευασία, τη σήμανση και τις ετικέτες. Όσον αφορά στις συμβάσεις δημοσίων έργων και στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών περιλαμβάνουν επίσης τους κανόνες μελέτης και προμέτρησης, σχεδιασμού και υπολογισμού του έργου, τους όρους δοκιμής, ελέγχου και παραλαβής των έργων, καθώς και τις κατασκευαστικές τεχνικές και μεθόδους και κάθε άλλο όρο τεχνικού χαρακτήρα που η αναθέτουσα αρχή είναι σε θέση να καθορίσει, μέσω γενικών ή ειδικών κανονιστικών διατάξεων, σχετικά με τα ολοκληρωμένα έργα, καθώς και με τα υλικά ή τα στοιχεία που αποτελούν τα έργα αυτά·
«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα που δεν είναι κράτος μέλος·
«υποψήφιος» σημαίνει τον οικονομικό φορέα που έχει ζητήσει να του αποσταλεί πρόσκληση συμμετοχής σε κλειστή διαδικασία ή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση.