15. Οι αναθέτουσες αρχές συντάσσουν για κάθε σύμβαση έγγραφα προσφορών στα οποία καθορίζονται και συμπληρώνονται οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού. Στο πλαίσιο αυτό, οι αναθέτουσες αρχές εισάγουν τεχνικές προδιαγραφές μόνο σύμφωνα με το άρθρο 16 και σε περίπτωση που αποδέχονται εναλλακτικές προσφορές, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 17.
16.-(1) Οι τεχνικές προδιαγραφές περιλαμβάνονται στα κείμενα γενικού περιεχομένου ή στα έγγραφα προσφορών κάθε σύμβασης.
(2) Με την επιφύλαξη των σχετικών νομοθεσιών που ισχύουν στη Δημοκρατία, και εφόσον οι νομοθεσίες αυτές συμβιβάζονται με το κοινοτικό δίκαιο, οι τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο εδάφίο (1) καθορίζονται από τις αναθέτουσες αρχές με παραπομπή είτε στα ευρωπαϊκά πρότυπα που έχουν υιοθετηθεί ως Κυπριακά πρότυπα βάσει του περί Τυποποίησης, Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002, είτε σε ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις, είτε σε κοινές τεχνικές προδιαγραφές.
(3) Η αναθέτουσα αρχή δύναται να παρεκκλίνει από την εφαρμογή του εδαφίου (2)-
(α) Εάν τα πρότυπα, οι ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή οι κοινές τεχνικές προδιαγραφές δεν περιλαμβάνουν καμία διάταξη ως προς τη διαπίστωση της καταλληλότητας ενός προϊόντος, ή εάν δεν υπάρχουν τεχνικά μέσα για να εξακριβωθεί κατά ικανοποιητικό τρόπο αν ένα προϊόν είναι σύμφωνο με τα εν λόγω πρότυπα, με τις εν λόγω ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή με τις εν λόγω κοινές τεχνικές προδιαγραφές·
(β) εάν τα εν λόγω πρότυπα, οι ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή οι κοινές τεχνικές προδιαγραφές θα υποχρέωναν την αναθέτουσα αρχή να χρησιμοποιεί προϊόντα ή υλικά ακατάλληλα για τις εν χρήσει εγκαταστάσεις της ή που θα συνεπάγονται δυσανάλογα έξοδα ή δυσανάλογες τεχνικές δυσκολίες, αλλά μόνο στα πλαίσια μιας σαφώς καθορισμένης στρατηγικής και με την προοπτική να υιοθετηθούν, εντός καθορισμένης προθεσμίας, ευρωπαϊκά πρότυπα, ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή κοινές τεχνικές προδιαγραφές·
(γ) εάν το συγκεκριμένο σχέδιο αποτελεί πραγματική καινοτομία για το οποίο δεν θα ήταν σκόπιμη η χρησιμοποίηση των υφιστάμενων προτύπων, των υφιστάμενων ευρωπαϊκών τεχνικών εγκρίσεων ή των κοινών τεχνικών προδιαγραφών.
(4) Σε ότι αφορά στην περίπτωση των συμβάσεων δημοσίων προμηθειών και δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, επιπλέον των διατάξεων του εδαφίου (3), η αναθέτουσα αρχή δύναται να παρεκκλίνει από την εφαρμογή του εδαφίου (2), εάν τυχόν η εφαρμογή του θίγει την εφαρμογή της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας που στοχεύει σε εναρμόνιση με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 86/361/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 σχετικά με το αρχικό στάδιο της αμοιβαίας αναγνώρισης των εγκρίσεων τύπου για τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό» και «Οδηγία 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1986 σχετικά με την τυποποίηση στον τομέα της τεχνολογίας της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών» ή και άλλων κοινοτικής προέλευσης διατάξεων σε συγκεκριμένους τομείς υπηρεσιών ή προϊόντων.
(5) Οι αναθέτουσες αρχές που προσφεύγουν στην εφαρμογή των εδαφίων (3) ή (4) αναφέρουν τους λόγους, εκτός εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, στην πρόσκληση υποβολής προσφορών που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στα έγγραφα προσφορών και, εν πάση περιπτώσει, αναφέρουν τους λόγους αυτούς στα εσωτερικά τους έγγραφα και ενημερώνουν σχετικά τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, μέσω της Αρμόδιας Αρχής, μετά από σχετικό αίτημά τους.
(6) Εάν δεν υπάρχουν ευρωπαϊκά πρότυπα, ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή κοινές τεχνικές προδιαγραφές, οι τεχνικές προδιαγραφές-
(α) Καθορίζονται με αναφορά στις τεχνικές προδιαγραφές που ισχύουν στη Δημοκρατία και που αναγνωρίζονται ως σύμφωνες προς τις βασικές απαιτήσεις που καθορίζονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει σε εναρμόνιση με τις Κοινοτικές Οδηγίες που σχετίζονται με την τεχνική εναρμόνιση, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στις εν λόγω Οδηγίες, και ιδιαίτερα σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει σε εναρμόνιση με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1988 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά στα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών»·
(β) μπορούν να καθορίζονται με αναφορά στις τεχνικές προδιαγραφές που ισχύουν στη Δημοκρατία, όσον αφορά στο σχεδιασμό, στον υπολογισμό και στην υλοποίηση των έργων και στη χρησιμοποίηση των προϊόντων·
(γ) μπορούν να καθορίζονται με αναφορά σε άλλα πρότυπα, στην οποία περίπτωση, είναι προτιμότερη η αναφορά κατά σειρά προτίμησης -
(i) Στα διεθνή πρότυπα τα οποία έχουν υιοθετηθεί ως Κυπριακά πρότυπα βάσει του περί Τυποποίησης Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002·
(ii) σε άλλα πρότυπα τα οποία έχουν υιοθετηθεί ως Κυπριακά πρότυπα βάσει του περί Τυποποίησης Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002·
(iii) σε τεχνικές εγκρίσεις που ισχύουν στη Δημοκρατία·
(iv) σε οποιοδήποτε άλλο πρότυπο.
(7) Απαγορεύεται η εισαγωγή, στους συμβατικούς όρους μιας συγκεκριμένης σύμβασης, τεχνικών προδιαγραφών που μνημονεύουν προϊόντα συγκεκριμένης κατασκευής ή προέλευσης, ή κατασκευασμένα με ιδιαίτερες μεθόδους, και που έχουν ως αποτέλεσμα να ευνοούν ή να αποκλείουν ορισμένους οικονομικούς φορείς, εκτός αν οι προδιαγραφές αυτές δικαιολογούνται από το αντικείμενο της σύμβασης. Απαγορεύεται ιδιαίτερα η αναφορά σε εμπορικά σήματα, διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή τύπους, καθώς και η αναφορά σε ορισμένη καταγωγή ή ορισμένη παραγωγή, εκτός των περιπτώσεων όπου οι αναθέτουσες αρχές αδυνατούν να προβούν σε περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης μέσω προδιαγραφών που να είναι επαρκώς ακριβείς και κατανοητές σε όλους τους ενδιαφερομένους, νοουμένου ότι η αναφορά αυτή θα συνοδεύεται από τη μνεία «ή ισοδύναμο».
17.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), όταν η ανάθεση της σύμβασης γίνεται με βάση το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας οικονομικά προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να λαμβάνουν υπόψη τις εναλλακτικές προσφορές που υποβάλλουν οι προσφέροντες, εφόσον οι προσφορές αυτές ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν καθορίσει οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές.
(2) Οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να αναφέρουν στα έγγραφα προσφορών τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές και τον τρόπο υποβολής αυτών των προσφορών. Στην περίπτωση που δεν επιτρέπεται η υποβολή εναλλακτικών προσφορών, αυτό πρέπει να αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού.
(3) Οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να απορρίψουν την υποβολή εναλλακτικής προσφοράς αποκλειστικά και μόνο επειδή έχει καταρτιστεί σύμφωνα με τεχνικές προδιαγραφές που έχουν καθορισθεί με αναφορά σε ευρωπαϊκά πρότυπα που έχουν υιοθετηθεί ως Κυπριακά πρότυπα βάσει του περί Τυποποίησης Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002 ή σε ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή σε κοινές τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο άρθρο 16(2) ή με αναφορά στις τεχνικές προδιαγραφές που ισχύουν στη Δημοκρατία που αναφέρονται στο άρθρο 16(6)(α) και (β).
(4) Οι αναθέτουσες αρχές που έχουν αποδεχθεί εναλλακτικές προσφορές δυνάμει των εδαφίων (1) έως (3), δεν δύνανται να απορρίψουν εναλλακτική προσφορά μόνο για το λόγο ότι, εφόσον επιλεγεί, ενδέχεται να οδηγήσει στη σύναψη δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών αντί σύμβασης δημοσίων προμηθειών ή στη σύναψη σύμβασης δημοσίων προμηθειών αντί δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών κατά την έννοια του παρόντος Νόμου.
18. Στα έγγραφα προσφορών, η αναθέτουσα αρχή δύναται να ζητήσει από τον προσφέροντα να της προσδιορίσει στην προσφορά του, το τμήμα της σύμβασης που ενδεχομένως προτίθεται να αναθέσει υπεργολαβικά σε τρίτους, χωρίς τούτο να επηρεάζει την ευθύνη του κυρίως προσφέροντα.
19.-(1) Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών και των συμβάσεων δημοσίων έργων, η αναθέτουσα αρχή αναφέρει στα έγγραφα προσφορών την αρχή ή τις αρχές από τις οποίες οι προσφέροντες μπορούν να λάβουν τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις της νομοθεσίας σε σχέση με την προστασία των εργαζομένων και τις συνθήκες εργασίας που ισχύουν στη Δημοκρατία και εφαρμόζονται στο χώρο εκτέλεσης του έργου ή παροχής των υπηρεσιών.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 48, η αναθέτουσα αρχή που παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1), ζητά από τους προσφέροντες ή από τους συμμετέχοντες σε διαδικασία σύναψης συμβάσεων να αναφέρουν ότι έλαβαν υπόψη, κατά την κατάρτιση της προσφοράς τους, τις υποχρεώσεις σχετικά με τις διατάξεις της νομοθεσίας σε σχέση με την προστασία των εργαζομένων και τις συνθήκες εργασίας που ισχύουν στο χώρο εκτέλεσης των έργων ή παροχής των υπηρεσιών.