ΜΕΡΟΣ VIII ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΝΑΦΟΡΑΣ, ΠΑΡΟΧΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ, ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΤΙΜΩΝ
Υποχρέωση αναφοράς των μελών του ΚΟΔΑΠ

35.-(1) Τα μέλη του ΚΟΔΑΠ παρέχουν στον ΚΟΔΑΠ όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον υπολογισμό των συνδρομών των μελών του ΚΟΔΑΠ και για τον καθορισμό του ύψους της υποχρέωσης διατήρησης αποθεμάτων για κάθε ημερολογιακό μήνα. Τα μέλη του ΚΟΔΑΠ υποβάλλουν έκθεση στον ΚΟΔΑΠ μέχρι το τέλος κάθε επόμενου μήνα. Οι σχετικές λεπτομέρειες ρυθμίζονται από Κανονισμούς που καθορίζουν τις συνδρομές των μελών του ΚΟΔΑΠ και τις υποχρεώσεις αναφοράς του ΚΟΔΑΠ και των μελών του ΚΟΔΑΠ.

(2) Σε περίπτωση που υπάρχει σοβαρή υπόνοια, ότι πρόσωπο το οποίο εμπίπτει στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 16 δεν είναι εγγεγραμμένο στο μητρώο των μελών του ΚΟΔΑΠ σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 16, το πρόσωπο αυτό υποχρεούται να παρέχει στον ΚΟΔΑΠ πληροφορίες που είναι σχετικές για την διερεύνηση της συγκεκριμένης περίπτωσης.

(3) Λειτουργοί του ΚΟΔΑΠ εξουσιοδοτημένοι από το Γενικό Διευθυντή δύνανται να εισέρχονται σε κτίρια και γραφεία των μελών του ΚΟΔΑΠ, για να επιθεωρούν τις εγκαταστάσεις και έγγραφα τους προκειμένου να καθορίσουν κατά πόσο πληρούν τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Πρόσθετες υποχρεώσεις αναφοράς

(1) Ο ΚΟΔΑΠ ενημερώνει τον Υπουργό για τα στοιχεία, τα οποία λαμβάνονται από τα μέλη του ΚΟΔΑΠ, για τον υπολογισμό των συνδρομών των μελών το ΚΟΔΑΠ και υποχρεούται να επαληθεύει τα δεδομένα.

(2) Ο ΚΟΔΑΠ παρέχει στον Υπουργό, μέχρι την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους, τις πληροφορίες στις οποίες βασίζεται ο υπολογισμός των αποθεμάτων, τα οποία ο ΚΟΔΑΠ πρέπει να διασφαλίσει ότι διατηρούνται σύμφωνα με το άρθρο 7.

Υποχρεώσεις του ΚΟΔΑΠ για παροχή πληροφοριών

37.-(1) Εντεταλμένος Επιθεωρητής δύναται να απαιτεί όπως ο ΚΟΔΑΠ μεταβιβάζει οποιεσδήποτε πληροφορίες και υποβάλλει οποιαδήποτε έγγραφα τα οποία είναι απαραίτητα για την εποπτεία της συλλογής των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 36.

(2) Εντεταλμένοι Επιθεωρητές του Υπουργείου δύνανται να εισέρχονται σε υποστατικά εγκαταστάσεων και γραφεία του ΚΟΔΑΠ κατά τη διάρκεια ωρών γραφείου και ωρών λειτουργίας και να επιθεωρούν και εξετάζουν οποιεσδήποτε υφιστάμενες εγκαταστάσεις ή έγγραφα.

(3) Εντεταλμένοι Επιθεωρητές δύνανται να εισέρχονται σε εγκαταστάσεις όπου διατηρούνται αποθέματα έκτακτης ανάγκης και ειδικά αποθέματα της Δημοκρατίας, καθώς και αποθέματα άλλου κράτους μέλους, ΚΦΔΑ άλλου κράτους μέλους ή οικονομικού φορέα άλλου κράτους μέλους προκειμένου να διενεργήσουν επιθεωρήσεις και ελέγχους στις εγκαταστάσεις, έλεγχους των σχετικών εγγράφων για να διαπιστώσουν τη διαθεσιμότητα και τη φυσική προσβασιμότητα των αποθεμάτων, καθώς και να προβούν σε έλεγχο των ποσοτήτων των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης ή ειδικών αποθεμάτων, ανάλογα με την περίπτωση.

Υποχρέωση προς εχεμύθεια

38.-(1) Οποιοσδήποτε εργοδοτούμενος, αντιπρόσωπος, μέλος το προσωπικού του Γραφείου του Γενικού Διευθυντή, λειτουργός εξουσιοδοτημένος από το Γενικό Διευθυντή ή Εντεταλμένος Επιθεωρητής του Υπουργείου απαγορεύεται να ανακοινώνει ή να χορηγεί σε τρίτους με οποιοδήποτε τρόπο εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες που έχουν περιέλθει σε γνώση του ή του έχουν γνωστοποιηθεί κατά την άσκηση της εν λόγω αρμοδιότητας και έχει καθήκον να προστατεύει οποιαδήποτε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που σχετίζονται με τα εν λόγω στοιχεία ή πληροφορίες:

Νοείται ότι, η υποχρέωση προς εχεμύθεια δεν ισχύει-

(α) όταν παρέχεται έγγραφη συγκατάθεση του προσώπου τα συμφέροντα του οποίου επηρεάζονται από την ανακοίνωση εμπιστευτικών πληροφοριών·

(β) έναντι Δικαστηρίου·

(γ) έναντι Ερευνητικής Επιτροπής που διορίσθηκε και ενεργεί δυνάμει του περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμου·

(δ) έναντι ποινικού ανακριτή, ο οποίος διεξάγει ανάκριση με βάση το άρθρο 4 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου·

(ε) έναντι της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης, δυνάμει των περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμων του 1996 έως 2000· και

(στ) έναντι της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της βάσει του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 1989 μέχρι 2000.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο αποκαλύπτει οποιαδήποτε εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες κατά παράβαση του εδαφίου (1), διαπράττει ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

Υποχρέωση αναφοράς στο Διοικητικό Συμβούλιο πράξεων διαφθοράς ή δωροδοκίας

38(Α).- Οποιοδήποτε μέλος του προσωπικού του ΚΟΔΑΠ, το οποίο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, διαπιστώνει ή έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι έχει τελεστεί πράξη διαφθοράς ή δωροδοκία από άλλο μέλος του προσωπικού του ΚΟΔΑΠ, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, οφείλει να το αναφέρει γραπτώς στο Διοικητικό Συμβούλιο, παρέχοντας όλα τα αναγκαία στοιχεία προς υποστήριξη των ισχυρισμών του.

Ποινικά αδικήματα

39.-(1) Πρόσωπο το οποίο αυτοπροσώπως ή δια υπαλλήλου του ή δια εκπροσώπου του-

(α) εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παραδίδει ανακριβείς ή ελλιπείς πληροφορίες, οι οποίες είναι απαραίτητες για τον υπολογισμό των συνδρομών των μελών του ΚΟΔΑΠ ή για τον καθορισμό του ύψους των αποθεμάτων ή το οποίο παραλείπει να παραδώσει τέτοιες πληροφορίες ή να τις παραδώσει χωρίς καθυστέρηση, κατά παράβαση του άρθρου 35· ή

(β) εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παραδίδει ανακριβείς ή ελλιπείς πληροφορίες ή υποβάλλει ανακριβή ή ελλιπή αναφορά κατά παράβαση του άρθρου 35· ή

(γ) εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παραλείπει να επιτρέψει είσοδο στα υποστατικά ή τα γραφεία της επιχείρησής του ή παραλείπει να επιτρέψει την επιθεώρηση και εξέταση των εγκαταστάσεων και των εγγράφων κατά παράβαση του άρθρου 33 ή 35· ή

(δ) εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παραλείπει να καταβάλει στον ΚΟΔΑΠ τη συνδρομή μέλους του ΚΟΔΑΠ την οποία υποχρεούται να καταβάλει σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και τους κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς·

(ε) παραλείπει να συμμορφωθεί με την υποχρέωση διατήρησης αποθεμάτων που ο Υπουργός επιβάλλει με Διάταγμά του που εκδίδει δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 7∙

(στ) παραλείπει να λάβει εκ των προτέρων έγκριση του Υπουργού για μεταβιβάσεις αποθεμάτων που εκτελεί δυνάμει του  εδαφίου (1) του άρθρου 11∙

(ζ) παρεμποδίζει Εντεταλμένο Επιθεωρητή να εισέλθει στις εγκαταστάσεις του ή/και να διενεργήσει τις επιθεωρήσεις και ελέγχους κατά παράβαση του εδαφίου (3) του άρθρου 37∙

(η) παραλείπει να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τη σύμβαση μεταβίβασης δυνάμει των άρθρων 10 και 11, και ιδίως με την υποχρέωσή του για δήλωση των αποθεμάτων που διατηρεί στις εγκαταστάσεις του για τον ΚΟΔΑΠ, οικονομικό φορέα μέλος του ΚΟΔΑΠ, άλλο κράτος μέλος, ΚΦΔΑ άλλου κράτους μέλους ή οικονομικό φορέα άλλου κράτους μέλους,

διαπράττει ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

Επιβολή διοικητικού προστίμου

40.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 39 και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 32, το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο σε μέλος του ΚΟΔΑΠ σε περίπτωση που αυτό παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις των άρθρων 32 ή/και 35.

(2) Το διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται δύναται να ανέρχεται μέχρι του ποσού της τελευταίας καταβλητέας μηνιαίας συνδρομής του μέλους του ΚΟΔΑΠ το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις πιο πάνω  διατάξεις· σε περίπτωση όμως δεύτερης ή άλλης μεταγενέστερης παράβασης ή παράλειψης συμμόρφωσης, το διοικητικό πρόστιμο θα αντιστοιχεί στο διπλάσιο του ποσού της τελευταίας καταβλητέας μηνιαίας συνδρομής του μέλους του ΚΟΔΑΠ που παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις πιο πάνω διατάξεις.

(3) Το διοικητικό πρόστιμο επιβάλλεται στον παραβάτη με αιτιολογημένη γραπτή απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία βεβαιώνει την παράβαση, αφού δώσει την ευκαιρία στον παραβάτη να προβεί σε γραπτές ή προφορικές παραστάσεις, οι οποίες πρέπει να προσκομιστούν εντός δεκαπέντε ημερών από την κοινοποίηση της ανωτέρω απόφασης.

Ιεραρχική προσφυγή

41.-(1) Κατά της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου για επιβολή διοικητικού προστίμου, επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, εντός είκοσι ημερών από την επίδοση της πιο πάνω απόφασης στο μέλος του ΚΟΔΑΠ.

(2) Ο Υπουργός εξετάζει το ταχύτερο δυνατό κάθε ιεραρχική προσφυγή που ασκείται με βάση το εδάφιο (1), δίνοντας την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει γραπτά ή προφορικά, προσωπικά ή μέσω αντιπροσώπου, τους λόγους στους οποίους στηρίζει την ιεραρχική προσφυγή του. Ο Υπουργός αποφασίζει για κάθε προσφυγή το ταχύτερο δυνατόν και κοινοποιεί αμέσως την απόφασή του στον προσφεύγοντα:

Νοείται ότι, ο Υπουργός δύναται να αναθέσει σε λειτουργό του Υπουργείου του να εξετάσει ορισμένα θέματα που προβάλλονται στην ιεραρχική προσφυγή και να υποβάλει σε αυτόν το πόρισμα της εξέτασης αυτής προτού ο Υπουργός εκδώσει την απόφασή του για την ιεραρχική προσφυγή.

Είσπραξη διοικητικού προστίμου

42.-(1) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από τον ΚΟΔΑΠ, μετά την κοινοποίηση της απόφασης του Υπουργού σε ιεραρχική προσφυγή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 ή σε περίπτωση που δεν ασκήθηκε ιεραρχική προσφυγή, μετά την πάροδο της προθεσμίας των 20 ημερών που προβλέπεται στο άρθρο 41 για την άσκησή της.

(2) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του επιβαλλόμενου από το Διοικητικό Συμβούλιο διοικητικού προστίμου, ο ΚΟΔΑΠ λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τον ΚΟΔΑΠ.