1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί του Τρίτου Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμος του 2004.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:
«αίτηση» σημαίνει αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου από πολίτη κράτους μέλους στο αρμόδιο όργανο και «αιτητής» ερμηνεύεται ανάλογα·
«αρμόδια αρχή» αναφορικά με τη διάρκεια της επαγγελματική πείρας, ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται με βάση τον παρόντα Νόμο, σημαίνει την αρχή κράτους μέλους που έχει οριστεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους, ως αρμόδια για την έκδοση, τη χορήγηση ή την αναγνώριση αυτής της βεβαίωσης διάρκειας της επαγγελματικής πείρας ή των άλλων αποδεικτικών στοιχείων·
«αρμόδιο όργανο» σημαίνει το όργανο που έχει ορισθεί ως αρμόδιο, βάσει οποιασδήποτε νομοθετικής ή διοικητικής διάταξης για την αναγνώριση του δικαιώματος ασκήσεως στη Δημοκρατία ενός νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος·
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·
«κατοχυρωμένο επάγγελμα» σημαίνει την κατοχυρωμένη επαγγελματική δραστηριότητα ή το σύνολο τέτοιων δραστηριοτήτων που αποτελούν το επάγγελμα αυτό·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, άλλο συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και την Ελβετία·
«Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο» σημαίνει τη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο που υπογράφτηκε στις 2 Μαΐου 1992, στο Οπόρτο, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται.
3. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στους πολίτες κρατών μελών οι οποίοι επιθυμούν να ασκήσουν ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή μισθωτοί, κατοχυρωμένο επάγγελμα στη Δημοκρατία, το οποίο εμπίπτει στις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα.
4. ΄Οταν η πρόσβαση σε οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα και η άσκηση της δραστηριότητας αυτής επιτρέπεται μόνο υπό την προϋπόθεση της κατοχής ορισμένων προσόντων, το αρμόδιο όργανο μεριμνά ώστε να παρέχονται στον αιτητή πριν εγκατασταθεί ή πριν αρχίσει να παρέχει υπηρεσίες, πληροφορίες σχετικά με την νομοθεσία που διέπει το επάγγελμα που προτίθεται να ασκήσει.
5.-(1) Με την επιφύλαξη του άρθρου 6, το αρμόδιο όργανο δεν μπορεί να απαγορεύσει σε πολίτη κράτους μέλους, για λόγους ανεπάρκειας προσόντων, την πρόσβαση σε μια από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Μέρος Ι του Παραρτήματος ή την άσκηση της δραστηριότητας αυτής υπό τους ίδιους όρους με τους πολίτες της Δημοκρατίας, χωρίς να έχει προβεί προηγουμένως σε συγκριτική εξέταση μεταξύ, αφενός, των γνώσεων και ικανοτήτων που πιστοποιούνται από τα διπλώματα, τα πιστοποιητικά ή άλλους τίτλους που έχει αποκτήσει ο αιτητής με σκοπό να ασκήσει την ίδια δραστηριότητα σε άλλο κράτος μέλος, και, αφετέρου, των ικανοτήτων που απαιτούνται από την κυπριακή νομοθεσία.
(2) Εάν από την εν λόγω συγκριτική εξέταση προκύψει ότι οι γνώσεις και οι ικανότητες οι οποίες πιστοποιούνται από δίπλωμα, πιστοποιητικό ή άλλο τίτλο που χορηγήθηκε από άλλο κράτος μέλος αντιστοιχούν στις γνώσεις και στις ικανότητες που απαιτούνται από τις διατάξεις της κυπριακής νομοθεσίας, το αρμόδιο όργανο δεν μπορεί να αρνηθεί στον κάτοχο του το δικαίωμα να ασκεί την εν λόγω δραστηριότητα.
(3) Εάν, από τη σύγκριση προκύπτει ουσιαστική διαφορά, το αρμόδιο όργανο παρέχει στον αιτητή τη δυνατότητα να αποδείξει ότι έχει αποκτήσει τις γνώσεις και τις ικανότητες που έλειπαν.
(4) Σε περίπτωση εφαρμογής του εδαφίου (3), το αρμόδιο όργανο αφήνει στον αιτούντα τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ της πρακτικής άσκησης προσαρμογής και της δοκιμασίας επάρκειας κατ΄ αναλογία των περί του Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου του 2002 και του περί του Δεύτερου Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου του 2003.
(5) Κατά παρέκκλιση του κανόνα του εδαφίου (4), το αρμόδιο όργανο δύναται να απαιτήσει τη διεξαγωγή πρακτικής προσαρμογής ή δοκιμασίας επάρκειας όταν ο ενδιαφερόμενος για εγκατάσταση προτίθεται να ασκήσει, ως ελεύθερος επαγγελματίας, ή ως διευθυντής επιχειρήσεως, επαγγελματικές δραστηριότητες οι οποίες προβλέπονται στο Πρώτο Μέρος του Παραρτήματος και οι οποίες απαιτούν τη γνώση και εφαρμογή ειδικών κανόνων που ισχύουν στη Δημοκρατία, στο μέτρο που η γνώση και εφαρμογή των κανόνων αυτών απαιτούνται για την πρόσβαση των πολιτών της Δημοκρατίας στη σχετική δραστηριότητα. Το αρμόδιο όργανο προσπαθεί να λαμβάνει υπόψη την εναλλακτική δυνατότητα που προτιμά ο αιτητής.
6. ΄Οταν η πρόσβαση σε οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα ή η άσκησή της εξαρτάται από την κατοχή γενικών, εμπορικών ή επαγγελματικών γνώσεων και ικανοτήτων, το αρμόδιο όργανο αναγνωρίζει ως επαρκή απόδειξη των ανωτέρω γνώσεων και ικανοτήτων την άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας σε άλλο κράτος μέλος. Για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Πρώτο Μέρος του Παραρτήματος , η άσκηση αυτή πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί:
(α) Στην περίπτωση των δραστηριοτήτων του καταλόγου Ι:
(i) είτε επί έξι συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης·
(ii) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει προηγουμένως λάβει τουλάχιστον τριετή κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται, από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις·
(iii) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι έχει ασκήσει ως μισθωτός την εν λόγω δραστηριότητα επί πέντε τουλάχιστον έτη·
(iv) είτε επί πέντε συνεχή έτη σε θέση με διευθυντικά καθήκοντα, από τα οποία τουλάχιστον τρία έτη σε θέση με τεχνικές αρμοδιότητες που συνεπάγεται την ευθύνη ενός η περισσοτέρων τμημάτων της επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον τριετή κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται, από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις:
Νοείται ότι, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (iii) η εν λόγω δραστηριότητα δεν πρέπει να έχει παύσει για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της βεβαίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 10.
(β) στην περίπτωση των δραστηριοτήτων του καταλόγου ΙΙ:
(i) είτε επί έξι συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης·
(ii) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον τριετή κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις, είτε επί τέσσερα συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον διετή κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται, από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις·
(iii) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι έχει ασκήσει ως μισθωτός την εν λόγω δραστηριότητα επί πέντε τουλάχιστον έτη·
(iv) είτε επί πέντε συνεχή έτη με την ιδιότητα του μισθωτού, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι με την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον τριετή κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις, είτε επί έξι συνεχή έτη με την ιδιότητα του μισθωτού, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον διετή κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο, ή κρίνεται από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις:
Νοείται ότι, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (iii) η εν λόγω δραστηριότητα δεν πρέπει να έχει παύσει για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της βεβαίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 10.
(γ) στην περίπτωση των δραστηριοτήτων του καταλόγου ΙΙΙ:
(i) είτε επί έξι συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης·
(ii) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον τριετή κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις·
(iii) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι έχει ασκήσει ως μισθωτός την εν λόγω δραστηριότητα επί πέντε τουλάχιστον έτη:
Νοείται ότι, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (iii) η εν λόγω δραστηριότητα δεν πρέπει να έχει παύσει για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών από την ημερομηνία κατάθεσης της βεβαίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 10.
(δ) στην περίπτωση των δραστηριοτήτων του καταλόγου IV:
(i) είτε επί πέντε συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης·
(ii) είτε επί δύο συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον τριετή κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται, από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις·
(iii) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον διετή κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται, από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις·
(iv) είτε επί δύο συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι έχει ασκήσει ως μισθωτός την εν λόγω δραστηριότητα επί τρία τουλάχιστον έτη·
(v) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του μισθωτού, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον διετή κατάρτιση η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται, από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις.
(ε) στην περίπτωση των δραστηριοτήτων του καταλόγου V στοιχεία (α) και (β):
(i) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, υπό τον όρο ότι η άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας δεν έπαυσε για διάστημα μεγαλύτερο των δύο ετών από την ημερομηνία κατάθεσης της βεβαίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 10·
(ii) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, υπό τον όρο ότι η άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας δεν έπαυσε για διάστημα μεγαλύτερο των δύο ετών πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της βεβαίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 10, εκτός εάν επιτρέπεται στους ημεδαπούς να διακόπτουν την άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας για μεγαλύτερο διάστημα·
(στ) στην περίπτωση των δραστηριοτήτων του καταλόγου VI:
(i) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης·
(ii) είτε επί δύο συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις·
(iii) είτε επί δύο συνεχή έτη με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή επιχείρησης εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι έχει ασκήσει ως μισθωτός την εν λόγω δραστηριότητα επί τρία τουλάχιστον έτη·
(iv) είτε επί τρία συνεχή έτη με την ιδιότητα του μισθωτού, εφόσον ο αιτητής αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει λάβει προηγουμένως κατάρτιση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό που αναγνωρίζεται σε εθνικό επίπεδο ή κρίνεται, από αρμόδιο επαγγελματικό ή εμπορικό φορέα, ότι ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις:
Νοείται ότι, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (iii) η εν λόγω δραστηριότητα δεν πρέπει να έχει παύσει για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της βεβαίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 10.
7. ΄Οταν ο αιτητής διαθέτει εθνικώς αναγνωρισμένο πιστοποιητικό που αποκτήθηκε σε κράτος μέλος και με το οποίο βεβαιώνονται γνώσεις και ικανότητα όσον αφορά τη συγκεκριμένη δραστηριότητα που ισοδυναμούν, κατά περίπτωση, με δύο ή τρία χρόνια επαγγελματικής κατάρτισης τουλάχιστον, το πιστοποιητικό αυτό είναι δυνατό να αντιμετωπίζεται όπως και το πιστοποιητικό που βεβαιώνει την διάρκεια της κατάρτισης η οποία απαιτείται από το άρθρο 6 παράγραφος (α) υποπαράγραφοι (ii και (iv), παράγραφος (β) υποπαράγραφοι (ii) και (iv), παράγραφος (γ) υποπαράγραφος (ii) και παράγραφος (δ) υποπαράγραφοι (ii), (iii) και (v).
8. ΄Οταν η διάρκεια της κατάρτισης του αιτητή είναι μεταξύ δύο και τριών ετών, οι όροι του άρθρου 6 θα πληρούνται εάν η διάρκεια της επαγγελματικής εμπειρίας με την ιδιότητα του ελεύθερου επαγγελματία ή του διευθυντή όπως ορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος (α) υποπαράγραφοι (ii) και (iv), παράγραφος (β) υποπαράγραφο (ii) πρώτη περίπτωση, παράγραφος (γ) υποπαράγραφος (ii) και παράγραφος (δ) υποπαράγραφος (ii) ή με την ιδιότητα του μισθωτού όπως ορίζεται στο άρθρο 6, παράγραφος (β), υποπαράγραφος (iv) πρώτη περίπτωση, επεκτείνεται κατά την ίδια αναλογία για να καλύψει τη διαφορά της διάρκειας της κατάρτισης.
9. Θεωρείται ότι ένα πρόσωπο έχει ασκήσει δραστηριότητα ως διευθυντής επιχείρησης κατά την έννοια του άρθρου 6, εφόσον το πρόσωπο αυτό έχει ασκήσει σε επιχείρηση του αντίστοιχου επαγγελματικού κλάδου:
(α) Είτε τα καθήκοντα διευθυντή επιχείρησης ή διευθυντή υποκαταστήματος μιας επιχείρησης·
(β) είτε τα καθήκοντα αναπληρωτή επιχειρηματία ή του διευθυντή της επιχείρησης, εφόσον τα καθήκοντα αυτά συνεπάγονται ευθύνη ανάλογη με την ευθύνη του επιχειρηματία ή του διευθυντή της επιχείρησης·
(γ) είτε τα καθήκοντα διευθυντικού στελέχους επιφορτισμένου με εμπορικά και/ή τεχνικά θέματα και υπεύθυνου για ένα ή περισσότερα τμήματα της επιχείρησης.
10. Ο αιτητής οφείλει να προσκομίσει βεβαίωση αναφορικά με τη φύση και τη διάρκεια των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 6 που χορηγείται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή προέλευσης προς υποστήριξη της αίτησης για άσκηση των δραστηριοτήτων αυτών στη Δημοκρατία.
11.-(1) ΄Οταν απαιτείται από τους πολίτες της Δημοκρατίας που επιθυμούν να ασκήσουν οιαδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα να προσκομίσουν απόδειξη ήθους και απόδειξη ότι δεν βρίσκονται ούτε έχουν κηρυχθεί στο παρελθόν σε κατάσταση πτωχεύσεως, ή μια εκ των ανωτέρω αποδείξεων, επαρκή απόδειξη αποτελεί, για τους πολίτες των λοιπών κρατών μελών, η προσκόμιση αντιγράφου ποινικού μητρώου ή έλλειψει αυτού, ισοδύναμου εγγράφου που χορηγείται από την αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή προέλευσης του αιτητή, από το οποίο προκύπτει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις αυτές.
(2) ΄Οταν επιβάλλεται στους πολίτες της Δημοκρατίας, που επιθυμούν να ασκήσουν οιαδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα, ορισμένες προϋποθέσεις ήθους και απαιτείται να αποδείξουν ότι δεν βρίσκονται ούτε έχουν κηρυχθεί στο παρελθόν σε κατάσταση πτωχεύσεως ή ότι δεν τους έχουν επιβληθεί στο παρελθόν πειθαρχικές κυρώσεις επαγγελματικού ή διοικητικού χαρακτήρα, οι οποίες όμως δεν μπορούν να αποδειχθούν με το έγγραφο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) επαρκή απόδειξη αποτελεί, όσον αφορά τους πολίτες άλλων κρατών μελών, βεβαίωση που εκδίδεται από αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή της χώρας καταγωγής ή προέλευσης του αιτητή, στην οποία βεβαιώνεται ότι πληρούνται οι εν λόγω απαιτήσεις. Η βεβαίωση αυτή αναφέρεται στα συγκεκριμένα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη στη Δημοκρατία.
(3) ΄Οταν τα έγγραφα που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) δεν εκδίδονται από το κράτος μέλος καταγωγής ή προέλευσης του αιτητή, προσκομίζεται από τον αιτητή ένορκος δήλωση ή όσον αφορά κράτη μέλη που δεν προβλέπεται ένορκος δήλωση, από επίσημη δήλωση - του ενδιαφερομένου ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής ή, ενδεχομένως, συμβολαιογράφου στο εν λόγω κράτος μέλος. Η εν λόγω αρχή ή ο συμβολαιογράφος εκδίδει βεβαίωση που πιστοποιεί την ένορκο ή την επίσημη δήλωση. Η δήλωση περί μη κήρυξης πτώχευσης μπορεί επίσης να γίνει ενώπιον αρμοδίου επαγγελματικού ή εμπορικού φορέα του εν λόγω κράτους μέλους.
(4) ΄Οταν απαιτείται προσκόμιση αποδείξεων περί της χρηματοοικονομικής επάρκειας, οι βεβαιώσεις που χορηγούν οι τράπεζες του κράτους μέλους καταγωγής ή προέλευσης του αιτητή θεωρούνται ισοδύναμες με τις βεβαιώσεις που χορηγούνται στη Δημοκρατία.
(5)(α) ΄Οταν απαιτείται από τους πολίτες της Δημοκρατίας που επιθυμούν να ασκήσουν οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα να προσκομίσουν απόδειξη ότι καλύπτονται από ασφάλεια κατά των περιουσιακών κινδύνων που απορρέουν από την επαγγελματική τους ευθύνη γίνονται αποδεκτές βεβαιώσεις που χορηγούν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις των λοιπών κρατών μελών ως ισοδύναμες με τις βεβαιώσεις που χορηγούνται στη Δημοκρατία.
(β) Οι εν λόγω βεβαιώσεις πρέπει να διευκρινίζουν ότι ο ασφαλιστής έχει συμμορφωθεί με τις ισχύουσες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις της Δημοκρατίας σε ότι αφορά τις λεπτομέρειες και την έκταση της εν λόγω κάλυψης.
(6) Τα έγγραφα που αναφέρονται στα εδάφια (1), (2), (3) και (5) πρέπει να έχουν εκδοθεί το αργότερο τρεις μήνες πριν από την ημερομηνία προσκόμισης τους.