12. Δικαίωμα του εκλέγεσθαι στις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές στη Δημοκρατία, έχουν τα πρόσωπα τα οποία κατά την ημέρα αναφοράς πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου και τα οποία συμπλήρωσαν το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας τους:
13.-(1) Η υποβολή υποψηφιότητας κάθε εκλόγιμου γίνεται, κατ’ αναλογία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του περί Δήμων Νόμου και του άρθρου 22 του περί Κοινοτήτων Νόμου, όπου συντρέχει περίπτωση.
(2) Κανένας εκλόγιμος δεν δύναται να υποβάλει υποψηφιότητα, εκτός αν ταυτόχρονα υποβάλει τα ακόλουθα έγγραφα:
(α) Υπεύθυνη δήλωση στην οποία θα προσδιορίζεται -
(i) η ιθαγένεια του,
(ii) η διεύθυνση της συνήθους διαμονής του στη Δημοκρατία,
(iii) η τελευταία διεύθυνσή του στο κράτος μέλος καταγωγής,
(iv) όπου εφαρμόζεται, ο τελευταίος εκλογικός κατάλογος στον οποίο είχε εγγραφεί στο κράτος μέλος καταγωγής,
(v) ότι δεν έχει κηρυχθεί έκπτωτος του δικαιώματος του εκλέγεσθαι στο κράτος μέλος καταγωγής,
(vi) ότι δεν έχει ιδιότητα που εμπίπτει στα ασυμβίβαστα του άρθρου 15 του παρόντος Νόμου,
(vii) η ημερομηνία από την οποία είναι υπήκοος ενός κράτους μέλους·
(β) ισχύον διαβατήριο ή ισχύον δελτίο ταυτότητας, εκδιδόμενο από το κράτος μέλος ιθαγένειας του εκλόγιμου, ή/και βεβαίωση εγγραφής πολίτη της Ένωσης η οποία τον αφορά ή/και δελτίο ταυτότητας της Δημοκρατίας.
(3) (α) Οι διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται και για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.
(β) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α), εκλόγιμος που εκλέγεται σε οποιοδήποτε αξίωμα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εκπίπτει του αξιώματός του σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διαπιστώσει σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την εκλογή του ότι η αναφερόμενη στην παράγραφο (v) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου υπεύθυνη δήλωση που υπέβαλε, ήταν ψευδής.
14. Σε περίπτωση που πολίτης της Δημοκρατίας, ο οποίος κατοικά εκτός της επικρατείας της Δημοκρατίας, πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι στο κράτος μέλος κατοικίας του, η αρμόδια αρχή, κατόπιν αίτησής του, χορηγεί σε αυτόν βεβαίωση ότι δεν έχει εκπέσει του δικαιώματος του εκλέγεσθαι στη Δημοκρατία.
15. Αναφορικά με τα κωλύματα εκλογιμότητας και τα ασυμβίβαστα προς την ιδιότητα μέλους συμβουλίου εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, οι διατάξεις του άρθρου 16 του περί Δήμων Νόμου και του περί Κοινοτήτων Νόμου, όπου συντρέχει περίπτωση:
Νοείται ότι η ιδιότητα μέλους συμβουλίου είναι ασυμβίβαστη με την κατοχή ιδιότητας σε άλλα κράτη μέλη, η οποία είναι ανάλογη με ιδιότητα επιφέρουσα κώλυμα εκλογιμότητας και ασυμβίβαστο σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις.
16. Κανένας δεν δικαιούται να ασκήσει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι, αν -
(α) Δεν πληροί τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ή τις εφαρμοζόμενες διατάξεις των νόμων·
(β) δεν προσκομίσει ταυτόχρονα την υπεύθυνη δήλωση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου.
17. Οι εκλόγιμοι που έχουν εκδηλώσει τη βούλησή τους να ασκήσουν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι στη Δημοκρατία, ασκούν το δικαίωμα αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων.
18. Κάθε εκλόγιμος στερείται του δικαιώματος του εκλέγεσθαι, αν έχει εκπέσει του δικαιώματος αυτού δυνάμει απόφασης δικαστηρίου αστικής ή ποινικής δικαιοδοσίας της Δημοκρατίας ή του κράτους μέλους καταγωγής του.
19. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει εγκαίρως και με την προσήκουσα μορφή τους εκλόγιμους για την απόφασή της αναφορικά με το παραδεκτό της υποψηφιότητάς τους.
20. Οι διατάξεις του άρθρου 25 του περί Δήμων Νόμου και του άρθρου 24 του περί Κοινοτήτων Νόμου, όπου συντρέχει περίπτωση, εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, για ενστάσεις κατά εγγράφων υποβολής υποψηφιότητας, καθώς επίσης και κατά δυσμενών αποφάσεων του Εφόρου Εκλογών.