46.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε οδηγίας που εκδίδεται δυνάμει αυτού υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο από την Επιτροπή που δεν υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων λιρών (200,000 Λ,Κ.) και, σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, το ποσό των τετρακόσιων χιλιάδων λιρών (400,000 Λ.Κ.), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.
(2) Σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι το αναφερόμενο στο εδάφιο (1) πρόσωπο προσπορίστηκε όφελος από την παράβαση του παρόντος Νόμου ή οδηγίας που εκδίδεται δυνάμει αυτού, το οποίο όφελος υπερβαίνει το ποσό του διοικητικού προστίμου που καθορίζεται στο εδάφιο (1), η Επιτροπή δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι του διπλασίου του οφέλους που το εν λόγω πρόσωπο αποδεδειγμένα προσπορίστηκε από την παράβαση.
(3) Χωρίς επηρεασμό των εδαφίων (1) και (2), η Επιτροπή δύναται να αναστέλλει τα δικαιώματα ψήφου που το αναφερόμενο στο εδάφιο (1) πρόσωπο κατέχει κατά τις γενικές συνελεύσεις της υπό εξαγορά εταιρείας, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια.
(4) Χωρίς επηρεασμό των εδαφίων (1) και (2), η Επιτροπή δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο
(α) σε νομικό πρόσωπο. ή και σε
(β) σε σύμβουλο, διευθυντή ή αξιωματούχο σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια.
47.-(1) Τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου συνιστούν έσοδα του Πάγιου Ταμείου της Δημοκρατίας.
(2) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου, λαμβάνονται μέτρα προς είσπραξή του ως προβλέπεται στον περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμο.
48.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί κατά παράβαση του παρόντος Νόμου ή οδηγίας που εκδίδεται δυνάμει αυτού υποχρεούται να αποζημιώνει οποιοδήποτε πρόσωπο υπέστη ζημία ή απώλεια κέρδους ή και τα δύο, λόγω ενέργειας ή παράλειψής του, κατά παράβαση των υποχρεώσεών του που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο ή από οδηγία που εκδίδεται δυνάμει αυτού.
(2) Ποινική ευθύνη ή επιβολή διοικητικής κύρωσης δεν απαλλάσσει τον παραβάτη από τυχόν αστική ευθύνη.
49.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 46, παράβαση του εδαφίου (3) του άρθρου 21 συνιστά ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι πέντε έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι διακόσιες χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 200.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(2) Ποινικής ευθύνης για το ποινικό αδίκημα που προβλέπεται στο εδάφιο (1), που διαπράχθηκε από νομικό πρόσωπο, υπέχει, εκτός του ιδίου του νομικού προσώπου και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών ή ελεγκτικών οργάνων του, που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στη διάπραξη του ποινικού αδικήματος.
(3) Πρόσωπο που κατά το εδάφιο (2) υπέχει ποινικής ευθύνης για διαπραττόμενο από νομικό πρόσωπο ποινικό αδίκημα ευθύνεται μαζί και ξεχωριστά με το νομικό πρόσωπο για κάθε ζημιά που προσγίνεται σε τρίτους ένεκα της διάπραξης του ποινικού αδικήματος.
50.-(1) Η Επιτροπή είναι αρμόδια να εξασφαλίζει την εποπτεία και εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών, καθώς και για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, και ασκεί τις εξουσίες της -
(α) άμεσα,
(β) σε συνεργασία ΅ε άλλες αρχές ή ΅ε διαχειριστές της αγοράς, ή
(γ) υπό την ευθύνη της, ΅ε μεταβίβαση εξουσιών στις αρχές αυτές ή στους διαχειριστές της αγοράς.
(2) Η Επιτροπή διαβουλεύεται με τους συμμετέχοντες στην αγορά αναφορικά με ενδεχόμενες τροποποιήσεις στον παρόντα Νόμο ή για οποιαδήποτε άλλα θέματα.
(3) Η Επιτροπή επιλαμβάνεται διοικητικών παραβάσεων είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν καταγγελίας που υποβάλλεται σε αυτήν.
(4) Οι διατάξεις του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου, που έχουν ως αντικείμενο την εποπτική αρμοδιότητα της Επιτροπής, την εξουσία της να συλλέγει πληροφορίες, να διενεργεί έρευνες και ελέγχους, να επιβάλλει κυρώσεις, να συνεργάζεται με αρμόδιες αρχές στη Δημοκρατία και στο εξωτερικό και γενικά όλες οι αρμοδιότητες, εξουσίες, ευθύνες και τα καθήκοντα της, εφαρμόζονται για σκοπούς εφαρμογής και εποπτείας του παρόντος Νόμου, τηρουμένων των αναλογιών.
(5)(α) Ανεξάρτητα από τον περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμο, η Επιτροπή δύναται ανά πάσα στιγμή από την ημερομηνία ανακοίνωσης της δημόσιας πρότασης, κατά το άρθρο 6 του παρόντος Νόμου, να ζητά από τα μέρη της δημόσιας πρότασης την προσκόμιση αμέσως όλων των πληροφοριών και εγγράφων που έχουν στη διάθεσή τους σχετικά με τη δημόσια πρόταση και τα οποία είναι αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων της και να καλεί οποιοδήποτε από τα μέρη της δημόσιας πρότασης να της κοινοποιήσει οποιαδήποτε στοιχεία και έγγραφα που κατέχει σχετικά με τη δημόσια πρόταση.
(β) Σε περίπτωση που η Επιτροπή προβαίνει σε συλλογή πληροφοριών και εγγράφων δυνάμει του παρόντος εδαφίου, αποστέλλει σχετικό γραπτό αίτημα καλώντας το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται σε συμμόρφωση αμέσως.
(γ) Η Επιτροπή, κατά την εξέταση οποιωνδήποτε ενώπιόν της αιτήσεων, δύναται να απαιτεί προφορικά ή γραπτά την προσκόμιση οποιωνδήποτε στοιχειών και πληροφοριών.
(δ) Μη συμμόρφωση σε σχετικό γραπτό ή προφορικό αίτημα της Επιτροπής δυνάμει του παρόντος εδαφίου επισύρει διοικητική κύρωση κατά το άρθρο 46.
(6) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου, οι οποίες ρυθμίζουν -
(α) την άρση του απορρήτου έναντι της Επιτροπής από τα εποπτευόμενα και ελεγχόμενα από αυτήν πρόσωπα και οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα, και
(β) την υποχρέωση εχεμύθειας και την τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου.
51. - (1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου, οι οποίες ρυθμίζουν τη συνεργασία της Επιτροπής με αρμόδιες εποπτικές αρχές της αλλοδαπής.
(2) Χωρίς επηρεασμό των πιο πάνω διατάξεων, η Επιτροπή δύναται να συνεργάζεται με αρμόδιες εποπτικές αρχές της αλλοδαπής ως προς την επίδοση των νομικών εγγράφων που είναι απαραίτητα για την επιβολή των μέτρων που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών όσον αφορά τις δημόσιες προτάσεις, καθώς και για άλλη σχετική συνδρομή που μπορεί ευλόγως να ζητηθεί από τις αρχές αυτές για τους σκοπούς της διερεύνησης κάθε πραγματικής ή καταγγελλόμενης παράβασης των σχετικών κανόνων που έχουν θεσπισθεί ή εισαχθεί κατ' εφαρμογήν της Οδηγίας 2004/25/EK.