23Α.-(1)(α) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «κοινό πλαίσιο εκπαίδευσης» σημαίνει κοινό σύνολο ελάχιστων γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων που είναι απαραίτητες για την άσκηση ενός συγκεκριμένου επαγγέλματος.
(β) Ένα κοινό πλαίσιο εκπαίδευσης δεν αντικαθιστά εθνικά προγράμματα κατάρτισης, εκτός εάν αποφασιστεί διαφορετικά δυνάμει εθνικής νομοθεσίας.
(γ) Για σκοπούς ανάληψης και άσκησης επαγγέλματος που κατοχυρώνεται νομοθετικά, οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας παρέχουν στους τίτλους εκπαίδευσης που λήφθησαν βάσει ενός τέτοιου πλαισίου την ίδια ισχύ με τους τίτλους εκπαίδευσης που χορηγεί η Δημοκρατία, με την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πλαίσιο πληρεί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου.
(2) Ένα κοινό πλαίσιο εκπαίδευσης πρέπει να συμμορφώνεται με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Παρέχει σε περισσότερους επαγγελματίες τη δυνατότητα μετακίνησης μεταξύ των κρατών μελών∙
(β) το σχετικό επάγγελμα στο οποίο εφαρμόζεται είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο, ή η εκπαίδευση και η κατάρτιση που οδηγούν στο επάγγελμα είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενες στο ένα τρίτο τουλάχιστον των κρατών μελών·
(γ) το κοινό σύνολο γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων συνδυάζει τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις ικανότητες που απαιτούνται στα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης που ισχύουν τουλάχιστον στο ένα τρίτο (1/3) των κρατών μελών:
(δ) βασίζεται στα επίπεδα του ευρωπαϊκού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων, όπως ορίζεται στο Παράρτημα II της Σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2008 σχετικά με τη θέσπιση του ευρωπαϊκού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων για τη διά βίου μάθηση∙
(ε) το σχετικό επάγγελμα δεν καλύπτεται από άλλο κοινό πλαίσιο εκπαίδευσης ούτε υπόκειται σε αυτόματη αναγνώριση·
(στ) έχει ετοιμαστεί κατόπιν μιας διαφανούς κατάλληλης διαδικασίας, από κοινού με τους σχετικούς ενδιαφερόμενους από κράτη μέλη στα οποία το επάγγελμα δεν είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο·
(ζ) επιτρέπει σε υπηκόους άλλων κρατών μελών να είναι επιλέξιμοι για την απόκτηση επαγγελματικών προσόντων δυνάμει του εν λόγω πλαισίου χωρίς να πρέπει να είναι πρώτα μέλη επαγγελματικής οργάνωσης ή να είναι εγγεγραμμένοι σε μια τέτοια οργάνωση.
(3) Οι αντιπροσωπευτικές σε επίπεδο Ένωσης επαγγελματικές οργανώσεις καθώς και οι εθνικές επαγγελματικές οργανώσεις ή αρμόδιες αρχές από το ένα τρίτο (1/3) των κρατών μελών, τουλάχιστον, μπορούν να υποβάλλουν στην Επιτροπή προτάσεις για κοινά πλαίσια εκπαίδευσης που πληρούν τις προϋποθέσεις του εδαφίου (2).
(4) Η Δημοκρατία εξαιρείται από την υποχρέωση καθιέρωσης του κοινού πλαισίου εκπαίδευσης και από την υποχρέωση χορήγησης αυτόματης αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο του εν λόγω κοινού πλαισίου εκπαίδευσης, εάν πληρούται μία (1) από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Δεν υπάρχουν ιδρύματα εκπαίδευσης ή κατάρτισης για να παρέχουν την εν λόγω κατάρτιση για το σχετικό επάγγελμα·
(β) η καθιέρωση του κοινού πλαισίου εκπαίδευσης θα επηρεάσει ενδεχομένως αρνητικά την οργάνωση του συστήματος εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης·
(γ) υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ του κοινού πλαισίου εκπαίδευσης και της εκπαίδευσης που απαιτείται στη Δημοκρατία, οι οποίες συνεπάγονται σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια πολιτική, τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια υγεία ή για την ασφάλεια των αποδεκτών υπηρεσιών ή την προστασία του περιβάλλοντος.
(5) Οι αρμόδιες αρχές, εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη της ισχύος της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδει η Επιτροπή με σκοπό την κατάρτιση κοινού πλαισίου εκπαίδευσης, κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη -
(α) Το εθνικό σύστημα προσόντων και κατά περίπτωση τους εθνικούς επαγγελματικούς τίτλους που είναι σύμφωνοι με το κοινό πλαίσιο εκπαίδευσης· ή
(β) κάθε χρήση της εξαίρεσης που αναφέρεται στο εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου, μαζί με την αιτιολόγηση ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του εν λόγω εδαφίου:
(6) Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται επίσης σε ειδικότητες επαγγέλματος, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές αφορούν επαγγελματικές δραστηριότητες στις οποίες η πρόσβαση και των οποίων η άσκηση είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενες, όπου το επάγγελμα υπόκειται ήδη σε αυτόματη αναγνώριση, αλλά όχι η σχετική ειδικότητα.
23Β.-(1)(α) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «κοινή δοκιμασία εκπαίδευσης» σημαίνει την τυποποιημένη δοκιμασία επάρκειας που διατίθεται σε όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη και προορίζεται για τους κατόχους ιδιαίτερου επαγγελματικού προσόντος.
(β) Η επιτυχής ολοκλήρωση μιας τέτοιας δοκιμασίας σε ένα (1) κράτος μέλος επιτρέπει στον κάτοχο ιδιαίτερου επαγγελματικού προσόντος την άσκηση του επαγγέλματος σε οποιοδήποτε κράτος μέλος υποδοχής υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με αυτές που ισχύουν για τους κατόχους επαγγελματικών τίτλων που έχουν ληφθεί στο εν λόγω κράτος μέλος.
(2) Η κοινή δοκιμασία εκπαίδευσης:
(α) Προσφέρει τη δυνατότητα σε περισσότερους επαγγελματίες να μετακινούνται μεταξύ των κρατών μελών·
(β) εφαρμόζεται σε επάγγελμα το οποίο είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο, ή η εκπαίδευση και η κατάρτιση που οδηγούν στο επάγγελμα αυτό είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενες στο ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον των κρατών μελών·
(γ) προετοιμάζεται κατόπιν μιας διαφανούς κατάλληλης διαδικασίας, από κοινού με τους σχετικούς ενδιαφερόμενους από κράτη μέλη όπου το επάγγελμα δεν είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο·
(δ) επιτρέπει στους υπηκόους οποιουδήποτε κράτους μέλους να συμμετέχουν στη δοκιμασία αυτή και στην πρακτική οργάνωση των εν λόγω δοκιμασιών σε κράτη μέλη χωρίς να είναι πρωτίστως μέλη επαγγελματικής οργάνωσης ή να είναι εγγεγραμμένοι σε τέτοια οργάνωση.
(3) Οι αντιπροσωπευτικές, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, επαγγελματικές οργανώσεις, καθώς και οι εθνικές επαγγελματικές οργανώσεις ή αρμόδιες αρχές από ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον των κρατών μελών μπορούν να υποβάλλουν στην Επιτροπή προτάσεις για κοινές δοκιμασίες εκπαίδευσης που πληρούν τις προϋποθέσεις του εδαφίου (2).
(4) Η Δημοκρατία εξαιρείται από την υποχρέωση διοργάνωσης της κοινής δοκιμασίας εκπαίδευσης που προνοείται στο παρόν άρθρο και από την υποχρέωση χορήγησης αυτόματης αναγνώρισης σε επαγγελματίες που έχουν επιτύχει στην κοινή δοκιμασία εκπαίδευσης, εάν πληρούται μία (1) από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Το σχετικό επάγγελμα δεν είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο στη Δημοκρατία·
(β) το περιεχόμενο της κοινής δοκιμασίας εκπαίδευσης δεν θα μειώσει ικανοποιητικά τους σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία ή για την ασφάλεια των αποδεκτών υπηρεσιών, οι οποίοι έχουν σχέση με τη Δημοκρατία·(γ)το περιεχόμενο της κοινής δοκιμασίας εκπαίδευσης θα καθιστούσε την πρόσβαση στο επάγγελμα πολύ λιγότερο ελκυστική σε σύγκριση με τις εθνικές απαιτήσεις.
(5) Οι αρμόδιες αρχές εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη της ισχύος της σχετικής κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που εκδίδει η Επιτροπή, κοινοποιούν στην Επιτροπή και σε άλλα κράτη μέλη:
(α) Την ικανότητα που διαθέτουν για τη διοργάνωση αυτού του είδους των δοκιμασιών· ή
(β) κάθε χρήση της εξαίρεσης που αναφέρεται στο εδάφιο (4), μαζί με την αιτιολόγηση αναφορικά με τις προϋποθέσεις του ίδιου εδαφίου που πληρούνται: