Μέρος ΙΙ ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
Ασφαλιζόμενα πρόσωπα

4. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασχολείται μερικώς ή πλήρως με την αμπελουργία, είτε προσωπικά, ή μέσω μελών της οικογένειας του ή άλλων προσώπων ή σε συνεταιρισμό ή συνεργασία με άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα και, ανεξάρτητα του αν η αμπελουργία συνιστά το κύριο του επάγγελμα και το οποίο έχει τη γη στην οποία ασκεί την αμπελουργία, καθώς και τη μόνιμη διαμονή του, για τουλάχιστον ένα (1) έτος, σε περιοχή, στην οποία ο Οργανισμός, με τους υπαλλήλους ή αντιπροσώπους του, έχει ελεύθερη πρόσβαση και ασκεί αποτελεσματικά τις αρμοδιότητές του, και το οποίο συνεχίζει να κατέχει την εν λόγω γη και να έχει την εν λόγω διαμονή του κατά το χρόνο καταβολής της σχετικής αποζημίωσης ή άλλης χορηγίας, θεωρείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ως ασφαλιζόμενο πρόσωπο.

Χρόνος και διαδικασία καταβολής του ασφαλίστρου

5.-(1) Κάθε ασφαλιζόμενο πρόσωπο έχει υποχρέωση να καταβάλλει στον Οργανισμό για τη γεωργική του ασφάλιση, χρηματική συνεισφορά, η οποία αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως ασφάλιστρο.

(2) Το ύψος του ασφάλιστρου καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται από τον Οργανισμό, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και δύναται να είναι διαφορετικό σε σχέση προς οποιαδήποτε περιοχή ή περιοχές της Δημοκρατίας.

Καταβολή αποζημίωσης σε ασφαλιζόμενα πρόσωπα

6.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο Οργανισμός καταβάλλει χρηματική αποζημίωση σε κάθε ασφαλιζόμενο πρόσωπο προς αποκατάσταση της άμεσης ζημιάς την οποίαν τυχόν υπέστηκε συνεπεία ανομβρίας στο, υπό τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, προσδοκώμενο από τα αμπέλια, εισόδημα του.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «άμεση ζημιά» σημαίνει ζημιά, που οφείλεται άμεσα στην ανομβρία και έχει επιπτώσεις στην παραγωγή των αμπελιών, αλλά δεν περιλαμβάνει τη ζημιά που προξενείται στο φυτικό κεφάλαιο ή ζημιά που προκαλείται λόγω πτώσης των τιμών:

Νοείται ότι, άμεση ζημιά περιλαμβάνει, τόσο ποσοτική, όσο και ουσιαστική ποιοτική ζημιά, δηλαδή ζημιά ή βλάβη στα σταφύλια που μειώνει την εμπορική τους αξία.

Μη καλυπτόμενες ζημιές

7. Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, και ειδικότερα ανεξάρτητα από το αν αυτές οφείλονται σε ανομβρία, οι ακόλουθες ζημιές δεν καλύπτονται από το Σχέδιο και καμιά αποζημίωση καταβάλλεται από τον Οργανισμό αναφορικά με αυτές:

(α) Ζημιές σε αμπέλια των οποίων η καλλιέργεια δεν έχει το χαρακτήρα συστηματικής αγροτικής φυτείας∙

(β) ζημιές κατά το ποσοστό που αυτές διευρύνθηκαν ή επεκτάθηκαν ως συνέπεια της μη έγκαιρης λήψης κατάλληλων μέτρων, καθώς και ως συνέπεια της μη άμεσης συνέχισης των αναγκαίων καλλιεργητικών φροντίδων∙ και

(γ) ζημιές που δεν υπερβαίνουν το τριάντα τοις εκατόν (30%) της συνολικής παραγωγής κατ’ αγροτεμάχιο.

Προϋποθέσεις καταβολής και ύψος καταβλητέας αποζημίωσης

8.-(1) Η αποζημίωση που θα καταβάλλεται θα είναι ίση με ποσοστό ογδόντα τοις εκατόν (80%) του πάνω από τριάντα τοις εκατόν (30%) συνολικού ποσοστού ζημιάς.

(2) Όταν τα κεφάλαια του Οργανισμού δεν επαρκούν για την ικανοποίηση ολόκληρου του ποσού των πληρωτέων αποζημιώσεων, τότε το Συμβούλιο, με την έγκριση του Υπουργού, δύναται να υποβιβάσει ανάλογα το ποσό της σε κάθε περίπτωση πληρωτέας αποζημίωσης.

Καθυστέρηση πληρωμής ασφαλίστρων

9.-(1) Η παράλειψη της πληρωμής του ασφαλίστρου, μέσα στην προθεσμία πληρωμής του, η οποία καθορίζεται στους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη ευθύνη του ασφαλιζόμενου προσώπου, συνεπάγεται την επιβολή πρόσθετου τέλους που υπολογίζεται σε ποσοστό επί του ποσού των οφειλόμενων ασφαλίστρων σε σχέση με το χρόνο καθυστέρησης. Για καθυστέρηση μέχρι ένα (1) χρόνο το ποσοστό είναι δέκα τοις εκατόν (10%), αυξανόμενο κατά πέντε τοις εκατόν (5%) για κάθε επιπρόσθετο έτος καθυστέρησης.

(2) Σε περίπτωση που τα ασφαλιζόμενα πρόσωπα οφείλουν ασφάλιστρα και πρόσθετα τέλη στον Οργανισμό, ο Οργανισμός δικαιούται να τα αποκόπτει από αποζημιώσεις τους.

Αποζημιώσεις δεν υπόκεινται σε κατάσχεση κ.λ.π

10. Οι δυνάμει του παρόντος Νόμου πληρωτέες αποζημιώσεις δεν υπόκεινται σε κατάσχεση, είσπραξη, εγγυοδότηση ή επιβάρυνση με τη λήψη οποιουδήποτε ένδικου μέσου, πριν από την πληρωμή τους στο δικαιούχο, εξαιρουμένων των προς τη Δημοκρατία και τον Οργανισμό οφειλών.