Μέρος V ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΕΣ
Αδικήματα

16.-(1) Κάθε ασφαλιζόμενο πρόσωπο, το οποίο προβαίνει σε ψευδή, ή ανακριβή δήλωση, ή απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος ή στοιχείου σε σχέση προς την ασφάλιση ή το καταβλητέο ασφάλιστρο ή τη ζημιά που προξενήθηκε, ή την εκτίμηση και εξακρίβωση της ζημιάς αυτής, ή προς οποιοδήποτε άλλο ζήτημα ή θέμα αναφορικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών, είναι ένοχο αδικήματος.

(2) Κάθε ασφαλιζόμενο πρόσωπο, το οποίο αρνείται, αμελεί ή παραλείπει την πληρωμή του ασφαλίστρου μέσα στην προς τούτο καθοριζόμενη προθεσμία είναι ένοχο αδικήματος.

(3) Πρόσωπο το οποίο εμποδίζει, παρενοχλεί ή παρακωλύει το Διευθυντή ή οποιοδήποτε μέλος του προσωπικού του Οργανισμού ή οποιοδήποτε πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο από τον Οργανισμό για εκτέλεση οποιασδήποτε πράξης ή ενέργειας σχετιζόμενης με τη διεκπεραίωση των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού, είναι ένοχο αδικήματος.

Ποινές

17.-(1) Πρόσωπο το οποίο είναι ένοχο αδικήματος, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων κανονισμών, υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2,000), ή σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος, ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Όταν ασφαλιζόμενο πρόσωπο καταδικασθεί για αδίκημα, δυνάμει του παρόντος Νόμου, το Δικαστήριο δύναται, επιπρόσθετα από οποιαδήποτε άλλη ποινή, να διατάξει την από το πρόσωπο αυτό πληρωμή οποιωνδήποτε οφειλόμενων από αυτό ασφαλίστρων, κάθε δε εκδικασθέν προς πληρωμή ποσό με αυτό τον τρόπο δύναται να εισπράττεται ως χρηματική ποινή.

Εισπραττόμενες χρηματικές ποινές καταβάλλονται στον Οργανισμό

18. Οποιοδήποτε πρόστιμο επιβάλλεται δυνάμει του παρόντος Νόμου, καταβάλλεται στον Οργανισμό.

Δίωξη για αδικήματα

19. Τηρουμένων των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας σε σχέση με ποινικές διώξεις, οποιαδήποτε δίωξη για αδικήματα δυνάμει του παρόντος Νόμου, διενεργείται από τον Οργανισμό.