ΜΕΡΟΣ VI ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
Διορισμός επιθεωρητών

69.-(1) Ο Διευθυντής δύναται να διορίσει οποιοδήποτε από τους λειτουργούς των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή και του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ως επιθεωρητή, για να ασκεί τις εξουσίες και τα καθήκοντα που του ανατίθενται με βάση τον παρόντα Νόμο.

(2) Κάθε ενέργεια, στην οποία υποχρεούται ή εξουσιοδοτείται να προβεί ο Διευθυντής δυνάμει του παρόντος Νόμου, δύναται να γίνει από επιθεωρητή που διορίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο ή από οποιοδήποτε άλλο λειτουργό των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο στο οποίο ο Διευθυντής παρέχει τη σχετική με το σκοπό αυτό εξουσιοδότηση.

Εξουσίες επιθεωρητών

70.-(1) Κάθε επιθεωρητής που διορίζεται δυνάμει του άρθρου 69, έχει εξουσία, προς το σκοπό εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες:

(α) Να εισέρχεται σε εύλογο χρόνο σε οποιοδήποτε υποστατικό ή άλλο χώρο, με εξαίρεση τις ιδιωτικές κατοικίες, όπου δικαιολογημένα πιστεύει ότι απασχολούνται μισθωτοί ή αυτοτελώς εργαζόμενοι·

(β) να προβαίνει στην αναγκαία εξέταση και έρευνα για να εξακριβώνει, εάν στο εν λόγω υποστατικό ή άλλο χώρο τηρούνται ή τηρούνταν οι διατάξεις του παρόντος Νόμου·

(γ) να εξετάζει είτε μόνος του είτε, εάν κρίνει σκόπιμο, στην παρουσία άλλου προσώπου, κάθε πρόσωπο που βρίσκει στο εν λόγω υποστατικό ή άλλο χώρο, το οποίο δικαιολογημένα πιστεύει ότι είναι ή ήταν μισθωτό ή αυτοτελώς εργαζόμενο και να απαιτήσει από αυτό να υποβληθεί σε τέτοια εξέταση, αναφορικά με θέματα που αφορούν στον παρόντα Νόμο, για τα οποία εύλογα μπορεί να ζητήσει πληροφορίες·

(δ) να ασκεί κάθε άλλη εξουσία που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Ο κάτοχος κάθε υποστατικού ή άλλου χώρου που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) και κάθε άλλο πρόσωπο που έχει ή είχε στην υπηρεσία του οποιοδήποτε μισθωτό, οι αντιπρόσωποι και υπάλληλοί του και κάθε μισθωτός ή αυτοτελώς εργαζόμενος οφείλουν να παρέχουν στον επιθεωρητή κάθε πληροφορία και να προσκομίζουν σ’ αυτόν για εξέταση κάθε βιβλίο ή έγγραφο που αυτός θεωρεί εύλογο να απαιτήσει.

(3) Κάθε πρόσωπο που -

(α) εκούσια καθυστερεί ή παρεμποδίζει επιθεωρητή στην άσκηση των εξουσιών που του παρέχονται δυνάμει του παρόντος άρθρου·

(β) αρνείται ή αμελεί να απαντήσει σ’ οποιοδήποτε ερώτημα που του υποβάλλεται ή να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία ή να προσκομίσει οποιοδήποτε βιβλίο ή έγγραφο, παρόλο που έχει υποχρέωση να το πράξει δυνάμει του παρόντος άρθρου·

(γ) αποκρύπτει ή προσπαθεί να αποκρύψει ή παρεμποδίζει ή προσπαθεί να παρεμποδίσει πρόσωπο να εμφανιστεί ενώπιον οποιουδήποτε επιθεωρητή ή να εξεταστεί από αυτόν,

είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700,00) ή και στις δύο αυτές ποινές:

Νοείται ότι, κανένας δεν είναι υπόχρεος δυνάμει του παρόντος άρθρου να απαντήσει σε ερώτημα ή να δώσει μαρτυρία που τείνει να τον ενοχοποιήσει.

(4) Κάθε επιθεωρητής εφοδιάζεται με πιστοποιητικό του διορισμού του, το οποίο παρουσιάζει, εάν του ζητηθεί, όταν χρειάζεται να εισέλθει σ’ οποιοδήποτε υποστατικό ή άλλο χώρο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.

Σύσταση Ιατρικών Συμβουλίων και Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου

71.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου συνιστώνται Ιατρικά Συμβούλια και Δευτεροβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο, η σύνθεση και λειτουργία των οποίων ρυθμίζεται με Κανονισμούς.

(2) Στους προέδρους και στα μέλη των Ιατρικών Συμβουλίων, στον αναπληρωτή πρόεδρο και στα μέλη του Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου, καθώς και στους ειδικούς ιατρούς καταβάλλεται αμοιβή, το ποσό της οποίας ορίζεται από τον Υπουργό, για κάθε συνεδρία ή εξέταση, καθώς και το ποσό οποιωνδήποτε εξόδων που συνεπάγεται η συμμετοχή στη συνεδρία ή εξέταση.

(3) Στον Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου καταβάλλεται αμοιβή, το ετήσιο ύψος της οποίας ορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Συμβούλιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων

72.-(1) Ιδρύεται Συμβούλιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που στο εξής θα αναφέρεται ως «το Συμβούλιο», το οποίο απαρτίζεται από τα ακόλουθα μέλη που διορίζονται από τον Υπουργό:

(α) τον Πρόεδρο που προέρχεται από τη Δημόσια Υπηρεσία,

(β) τρία (3) μέλη που προέρχονται επίσης από τη Δημόσια Υπηρεσία,

(γ) δέκα (10) μέλη που διορίζονται, αφού ο Υπουργός συμβουλευτεί τους αντιπροσωπευτικούς οργανισμούς των μισθωτών και των εργοδοτών, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν εξίσου τα συμφέροντα των μισθωτών και των εργοδοτών,

(δ) τέσσερα (4) μέλη που διορίζονται, αφού ο Υπουργός συμβουλευτεί τους αντιπροσωπευτικούς οργανισμούς των αγροτών, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα των αγροτών, και

(ε) τρία (3) άλλα κατάλληλα μέλη που δεν υπάγονται σ’ οποιαδήποτε των ανωτέρω κατηγοριών, από τα οποία το ένα αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα των αυτοτελώς εργαζομένων.

(2) Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου διορίζονται για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, με δυνατότητα επαναδιορισμού μετά τη λήξη της θητείας τους:

Νοείται ότι, ο Υπουργός δύναται, για εύλογη αιτία, να ανακαλέσει οποτεδήποτε το διορισμό του Προέδρου ή οποιουδήποτε μέλους του Συμβουλίου.

(3) Το Συμβούλιο δύναται να εκδώσει εσωτερικούς κανονισμούς που να διέπουν τη διαδικασία του, τη σύγκληση των συνεδριάσεών του και την απαιτούμενη απαρτία.

(4) Το Συμβούλιο δύναται να ασκεί τις αρμοδιότητές του και σε περίπτωση που χηρεύει η θέση οποιουδήποτε μέλους.

(5) Το Συμβούλιο είναι αρμόδιο να συμβουλεύει τον Υπουργό σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:

(α) Τον ετήσιο προϋπολογισμό διοικητικών δαπανών, περιλαμβανομένων και των αναγκών σε προσωπικό, για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου και τον ετήσιο προϋπολογισμό εσόδων και εξόδων του Ταμείου για παροχές,

(β) τους ετήσιους λογαριασμούς του Ταμείου,

(γ) την ετήσια έκθεση του Διευθυντή,

(δ) κάθε ζήτημα που προκύπτει από την εφαρμογή του παρόντος Νόμου,

(ε) κάθε προτεινόμενη τροποποίηση στον παρόντα Νόμο και στους Κανονισμούς,

(στ) την έκθεση που υποβάλλει κάθε φορά ο αναλογιστής σύμφωνα με το άρθρο 76,

(ζ) την επένδυση του ενεργητικού του Ταμείου, και

(η) κάθε άλλο θέμα που ο Υπουργός ή ο Διευθυντής κρίνει σκόπιμο να παραπέμψει στο Συμβούλιο.

(6) Το Συμβούλιο εξετάζει, τουλάχιστον μια φορά κάθε τρεις (3) μήνες, τις δραστηριότητες του Ταμείου.

Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων

73.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ιδρύεται Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καλούμενο «το Ταμείο», στο οποίο μεταφέρονται όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που ιδρύθηκε δυνάμει του νόμου που καταργήθηκε, το οποίο αποτελείται από τους εξής τέσσερις (4) λογαριασμούς -

(α) το Λογαριασμό Βασικών Συντάξεων, ο οποίος βαρύνεται με τις πληρωμές των βασικών θεσμοθετημένων συντάξεων, ανικανότητας και χηρείας που χορηγούνται δυνάμει του άρθρου 41, του βασικού επιδόματος ορφανίας που χορηγείται δυνάμει του άρθρου 43 και του επιδόματος αγνοουμένου καθώς και οποιουδήποτε βασικού εφάπαξ ποσού, σε σχέση με τις προαναφερόμενες παροχές∙

(β) το Λογαριασμό Συμπληρωματικών Συντάξεων, ο οποίος βαρύνεται με τις πληρωμές των συμπληρωματικών παροχών, που αναφέρονται στην παράγραφο (α) καθώς και οποιουδήποτε συμπληρωματικού εφάπαξ ποσού, σε σχέση με τις προαναφερόμενες παροχές∙

(γ) το Λογαριασμό Παροχών Ανεργίας, ο οποίος βαρύνεται με τις πληρωμές των παροχών ανεργίας∙

(δ) το Λογαριασμό Λοιπών Παροχών, ο οποίος βαρύνεται με τις πληρωμές των παροχών ασθενείας, μητρότητας, πατρότητας και γονικής άδειας, των βοηθημάτων γάμου, τοκετού και κηδείας και των παροχών λόγω επαγγελματικών βλαβών καθώς και με τις διοικητικές δαπάνες που διενεργούνται για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία το αποθεματικό και τα έσοδα του Λογαριασμού Παροχών Ανεργίας δεν επαρκούν για την κάλυψη των υποχρεώσεών του, η διαφορά καταβάλλεται από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας ή καλύπτεται με ειδική εισφορά, η οποία επιβάλλεται με Κανονισμούς.

(3) Οι εισφορές που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο καταβάλλονται στο Ταμείο και κατανέμονται μεταξύ των λογαριασμών που αναφέρονται στο εδάφιο (1) κατά το καθορισμένο ποσοστό.

(4) Το Ταμείο δύναται να δέχεται δωρεές προς όφελος οποιουδήποτε από τους λογαριασμούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1).

(5) Το Ταμείο τελεί υπό τον έλεγχο και τη διαχείριση του Διευθυντή.

(6) Οι λογαριασμοί του Ταμείου εξετάζονται από το Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας και δημοσιεύονται με την έκθεσή του για τους λογαριασμούς αυτούς.

(7) Ο Διευθυντής, σύμφωνα με τις εκάστοτε οδηγίες του Υπουργού Οικονομικών, επενδύει το ενεργητικό του Ταμείου, με σκοπό τη μεγιστοποίηση των αποθεμάτων του, λαμβάνοντας υπόψη την ασφάλεια, ρευστότητα και απόδοση των επενδύσεων, το ρόλο τον οποίο οι επενδύσεις αυτές πρέπει να διαδραματίζουν στη γενικότερη αναπτυξιακή προσπάθεια και την κυβερνητική δημοσιονομική και οικονομική πολιτική:

Νοείται ότι, μέχρι τον Μάρτιο του 2010, ο Υπουργός Οικονομικών και ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καταθέτουν στη Βουλή των Αντιπροσώπων νομοσχέδιο ως προς την αποτελεσματική διαχείριση των αποθεματικών του Ταμείου από ανεξάρτητη Επιτροπή, αφού διασφαλιστεί η δημιουργία ικανοποιητικού αποθεματικού.

(8) Ο Διευθυντής υποβάλλει στη Βουλή των Αντιπροσώπων έκθεση για την κατάσταση των επενδύσεων του Ταμείου για την εξάμηνη περίοδο που λήγει στις 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, αντίστοιχα.

Δαπάνες διοίκησης

74.-(1) Όλες οι δαπάνες που διενεργούνται από το Διευθυντή ή από άλλο δημόσιο υπάλληλο για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου καλύπτονται αρχικά από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας.

(2) Το ποσό που ο Διευθυντής υπολογίζει σύμφωνα με οδηγίες του Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας ότι αναλογεί προς τις δαπάνες που αναφέρονται στο εδάφιο (1), καταβάλλεται στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας από το Ταμείο σε χρόνο και με τρόπο που ορίζει ο Γενικός Λογιστής της Δημοκρατίας.

Ορισμένες πληρωμές από και προς το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας

75.-(1) Το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας καταβάλλει στο Ταμείο ένα ποσοστό της ετήσιας δαπάνης για τις βασικές θεσμοθετημένες συντάξεις, χηρείας, ανικανότητας και επιδόματος αγνοουμένου που καταβάλλεται για σύζυγο αγνοουμένου, έναντι της δαπάνης για την αύξηση της κατώτατης σύνταξης ή του επιδόματος, πέραν του 70%, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 5 του Μέρους IV του Τέταρτου Πίνακα.

(2) Το ποσοστό που αναφέρεται στο εδάφιο (1) θα υπολογίζεται ανά τριετία με αναλογιστική μελέτη.

(3) Το Ταμείο καταβάλλει στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας το εφάπαξ καθορισμένο ποσό που θα καταβαλλόταν σύμφωνα με τα άρθρα 38 ή 42, εάν ο δικαιούχος δεν δικαιούταν κοινωνική σύνταξη, καθώς και την αύξηση παροχής για εξαρτώμενο, αναφορικά με τον οποίο εφαρμόζεται το εδάφιο (8) του άρθρου 62.

Αναλογιστικές ανασκοπήσεις

76.-(1) Αναλογιστής, τον οποίο διορίζει ο Υπουργός, προβαίνει ανά τριετία σε ανασκόπηση της όλης εφαρμογής του παρόντος Νόμου και της οικονομικής κατάστασης του Ταμείου:

Νοείται ότι, τέτοια ανασκόπηση δύναται, κατά την κρίση του Υπουργού, να διεξαχθεί και πριν από την πάροδο τριών (3) ετών από την τελευταία ανασκόπηση.

(2) Σε κάθε ανασκόπηση, ο αναλογιστής υποβάλλει έκθεση στον Υπουργό για την οικονομική κατάσταση του Ταμείου και για την επάρκεια ή μη των εισφορών, που καταβάλλονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, να καλύψουν τις παροχές και άλλες υποχρεώσεις του Ταμείου:

Νοείται ότι, ο Υπουργός προχωρεί αμέσως σε κατάθεση στη Βουλή των Αντιπροσώπων ενημερωτικής έκθεσης αναφορικά με τα αποτελέσματα της έκθεσης του αναλογιστή επί της οικονομικής κατάστασης του Ταμείου:

Νοείται περαιτέρω ότι, τηρουμένων των διατάξεων της πιο πάνω επιφύλαξης, εφόσον καταδεικνύεται από τα συμπεράσματα οποιασδήποτε αναλογιστικής μελέτης ότι δεν διασφαλίζεται επαρκώς η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του Ταμείου, ο Υπουργός αφού προχωρήσει αμέσως σε διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους, καταθέτει στη Βουλή των Αντιπροσώπων το αργότερο εντός ενός έτους νομοσχέδιο για την περαιτέρω ενίσχυση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του Ταμείου.

Αναπροσαρμογή ύψους παροχών

77.-(1) (α) Το ύψος των βασικών θεσμοθετημένων συντάξεων, χηρείας και ανικανότητας, των βασικών επιδομάτων ορφανίας και αγνοουμένου, των βασικών συντάξεων αναπηρίας και γονέα, περιλαμβανομένων των αντίστοιχων συντάξεων και επιδομάτων των οποίων ο ουσιώδης χρόνος προηγείται της 6ης Οκτωβρίου 1980, καθώς και οποιωνδήποτε αυξήσεων των παροχών αυτών, αναπροσαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, κατά το ποσοστό αύξησης του ποσού των βασικών ασφαλιστέων αποδοχών όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 20.

(β) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 20, οι βασικές παροχές που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου αυξάνονται κατά 0,81% από την 1η Ιανουαρίου 2017.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, όταν το ύψος της βασικής θεσμοθετημένης σύνταξης, χηρείας ή ανικανότητας ή του επιδόματος αγνοουμένου, είναι κατώτερο του ανώτατου ύψους βασικής παροχής που θα μπορούσε να καταβληθεί στο δικαιούχο, οι διατάξεις του εδαφίου (1) εφαρμόζονται και στο τμήμα της συμπληρωματικής παροχής που απαιτείται για να συμπληρωθεί το εν λόγω ανώτατο ύψος.

(3) Το ύψος των συμπληρωματικών παροχών που αναφέρονται στο εδάφιο (1), αναπροσαρμόζεται από την ημερομηνία αναπροσαρμογής των βασικών παροχών, κατά το ποσοστό αύξησης του μέσου όρου του δείκτη τιμών καταναλωτή κατά το δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μέσο όρο κατά το δεύτερο εξάμηνο του προηγούμενου έτους:

Νοείται ότι, η ως ανωτέρω αύξηση δεν δύναται να είναι μεγαλύτερη της αύξησης των βασικών συντάξεων σύμφωνα με το εδάφιο (1).

(4) Την 1η Ιουλίου κάθε έτους, οι παροχές που αναφέρονται στο εδάφιο (1), αυξάνονται κατά το ποσοστό αύξησης του μέσου όρου του δείκτη τιμών καταναλωτή κατά το αμέσως προηγούμενο εξάμηνο, σε σύγκριση με το μέσο όρο του δείκτη αυτού κατά το τελευταίο εξάμηνο του προηγούμενου έτους:

Νοείται ότι, εάν το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο του 1% δεν χορηγείται οποιαδήποτε αύξηση:

Νοείται περαιτέρω ότι, το ποσοστό αύξησης συμψηφίζεται με το ποσοστό της αμέσως επόμενης αύξησης που χορηγείται σύμφωνα με τα εδάφια (1) έως (3):

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, για σκοπούς συμψηφισμού του ποσοστού της αύξησης που θα χορηγηθεί την 1η Ιανουαρίου 2024, θα ληφθεί υπόψη το ποσοστό που υπολογίστηκε πριν από τον συμψηφισμό που προβλέπεται στο εδάφιο (6).

(5) Η εφαρμογή των εδαφίων (1), (2), (3) και (4) αναστέλλεται για την περίοδο από 1η Ιανουαρίου 2013 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2016.

(6) Το ποσοστό της πρώτης αύξησης που θα χορηγηθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου μετά την 2α Ιανουαρίου 2023, θα συμψηφιστεί με ποσοστό 0,8%.

Παράταση προθεσμίας καταβολής εισφορών

77Α. (1)Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, ο Υπουργός δύναται να εκδίδει διάταγμα με το οποίο παρατείνεται η προθεσμία καταβολής εισφορών από τους εργοδότες και τους αυτοτελώς εργαζομένους για μέγιστη χρονική περίοδο δύο (2) εβδομάδων από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος για αντιμετώπιση εκτάκτων περιπτώσεων.

(2) Το διάταγμα το οποίο προβλέπεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δύναται να έχει αναδρομική ισχύ.

Εξουσία έκδοσης Κανονισμών

78. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα αυτή, να προβαίνει στον καθορισμό ή στη ρύθμιση κάθε θέματος που χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού ή ρύθμισης και ειδικότερα να καθορίζει ή ρυθμίζει-

(α) τον καθορισμό του ποσοστού κατανομής των εισφορών στους λογαριασμούς του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων,

(β) το ύψος των αμελητέων αποδοχών,

(γ) το ύψος του ανώτατου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών,

(δ) το ποσό ασφαλιστέων αποδοχών οποιασδήποτε κατηγορίας μισθωτών,

(ε) την κατάταξη των αυτοτελώς εργαζομένων σε επαγγελματικές κατηγορίες,

(στ) το κατώτατο ποσό ασφαλιστέων αποδοχών κάθε επαγγελματικής κατηγορίας αυτοτελώς εργαζομένων,

(ζ) τον τρόπο υπολογισμού των ασφαλιστέων αποδοχών των αυτοτελώς εργαζομένων μέχρι και το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών,

(η) την εγγραφή των ασφαλισμένων και των εργοδοτών,

(θ) οποιοδήποτε ζήτημα που έχει σχέση με την καταβολή και είσπραξη των εισφορών, περιλαμβανομένων-

(i) του τρόπου υπολογισμού ή εκτίμησης των ασφαλιστέων αποδοχών ειδικών τάξεων ή κατηγοριών μισθωτών,

(ii) του χρόνου καταβολής των εισφορών και του συντονισμού της καταβολής και είσπραξής τους με την καταβολή και είσπραξη εισφορών δυνάμει άλλων νόμων,

(iii) των περιστάσεων κάτω από τις οποίες εισφορές που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως μπορούν να επιστραφούν,

(iv) των όρων επιστροφής εισφορών που καταβλήθηκαν από οποιοδήποτε ασφαλισμένο αναφορικά με ασφαλιστέες αποδοχές πέραν από το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών,

(ι) την επιβολή πρόσθετου τέλους επί του ποσού των οφειλόμενων εισφορών σε περίπτωση παράλειψης καταβολής εισφορών κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου,

(ια) την παροχή καθορισμένων στοιχείων από ιατρό που νοσηλεύει ή καλείται να επισκεφθεί ασθενή, ο οποίος πιστεύεται ότι πάσχει από οποιαδήποτε ασθένεια από την οποία προσβλήθηκε λόγω της απασχόλησής του ή τη διενέργεια νεκροψίας στη σορό προσώπου του οποίου ο θάνατος πιστεύεται ότι προκλήθηκε από οποιαδήποτε ασθένεια που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 56,

(ιβ) τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ένα πρόσωπο λογίζεται ότι δεν ασκεί εργασία με σκοπό το κέρδος,

(ιγ) τη σύνθεση και λειτουργία των Ιατρικών Συμβουλίων και του Δευτοροβάθμιου Ιατρικού Συμβουλίου που προβλέπονται στο άρθρο 71.

(ιδ) [Καταργήθηκε]

(ιε) [Καταργήθηκε]

(ιστ) [Καταργήθηκε]

(ιζ) [Καταργήθηκε]