14. Άνδρες και γυναίκες απολαμβάνουν ίσης μεταχείρισης, απαγορευομένης κάθε άμεσης ή έμμεσης διάκρισης λόγω φύλου, όσον αφορά τα δικαιώματα που απορρέουν από τον παρόντα Nόμο.
15. Όταν πρόσωπο θεωρεί ότι θίγεται από τη μη τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης και παρουσιάζει ενώπιον δικαστηρίου, σε διαδικασία αστικής φύσεως, ή ενώπιον άλλης αρμόδιας αρχής, εξαιρουμένων των εξωδίκων εκουσίων διαδικασιών, πραγματικά περιστατικά από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη άμεσης ή έμμεσης διάκρισης, το βάρος της απόδειξης ότι δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης βαραίνει τον εναγόμενο.
16. Oι διατάξεις του παρόντος Nόμου δεν εμποδίζουν ευνοϊκότερες ρυθμίσεις με συλλογικές συμβάσεις ή με συμφωνίες μεταξύ εργοδότη και εργοδοτουμένου.
17.-(1) H αίτηση για λήψη, ή η λήψη γονικής άδειας, ή η απουσία από την εργασία για λόγους ανωτέρας βίας, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί λόγο λιγότερο ευνοϊκής μεταχείρισης ή τερματισμού της απασχόλησης και δε διακόπτει το συνεχές της απασχόλησης.
(2) Απαγορεύεται σε εργοδότη να τερματίζει την απασχόληση εργοδοτουμένου ή να δίδει προειδοποίηση τερματισμού απασχόλησης σε εργοδοτούμενο κατά τη χρονική περίοδο που αρχίζει από τη στιγμή της υποβολής αίτησης για λήψη γονικής άδειας και που λήγει με το τέλος της περιόδου γονικής άδειας, ή προειδοποίηση τερματισμού απασχόλησης η οποία εκπνέει κατά τη διάρκεια της προαναφερθείσας περιόδου, ή προειδοποίηση τερματισμού απασχόλησης κατά τη διάρκεια απουσίας για λόγους ανωτέρας βίας.
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2), η προειδοποίηση τερματισμού ή ο τερματισμός απασχόλησης κατά τη χρονική περίοδο που προβλέπεται στο εν λόγω εδάφιο, δεν αποτελεί αδίκημα στις πιο κάτω περιπτώσεις:
(α) αν ο εργοδοτούμενος είναι ένοχος σοβαρού παραπτώματος ή συμπεριφοράς η οποία δικαιολογεί τη ρήξη της σχέσης εργοδότησης∙
(β) αν η σχετική επιχείρηση έπαυσε να λειτουργεί∙ ή
(γ) αν η περίοδος διάρκειας της σύμβασης εργασίας έχει λήξει.
(4) Σε περίπτωση τερματισμού της απασχόλησης εργοδοτουμένου κατά τη χρονική περίοδο που προβλέπεται στο εδάφιο (2) ο εργοδότης οφείλει να δικαιολογήσει δεόντως και γραπτώς τον τερματισμό της απασχόλησης.
18. O Yπουργός δύναται, με γνωστοποίηση του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να ορίζει επιθεωρητές ή/και άλλους λειτουργούς, εφόσον τους κρίνει αναγκαίους, για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Nόμου.
19. Διαφορές αστικής φύσεως που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος Nόμου υπάγονται στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Eργατικών Διαφορών.
20. Eργοδότης ο οποίος παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Nόμου είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή το ύψος της οποίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τις επτά χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€7.500).
21. O παρών Nόμος τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.