5.-(1) Η Αρμόδια Αρχή, προτού επιτρέψει τη λειτουργία πλοίου στο οποίο έχει χορηγήσει το δικαίωμα να φέρει τη σημαία της Δημοκρατίας, λαμβάνει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα μέτρα που κρίνει ως αναγκαία ώστε να εξασφαλίζεται ότι το εν λόγω πλοίο συμμορφώνεται με τις Διεθνείς Συμβάσεις:
(α) επαλήθευση των καταγεγραμμένων στοιχείων για την ασφάλεια του πλοίου και την αποτροπή της ρύπανσης από αυτό με κάθε εύλογο μέσο∙ και
(β) επικοινωνία, όπου χρειάζεται, με τις αρχές του προηγούμενου κράτους σημαίας του πλοίου, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον εξακολουθούν να εκκρεμούν τυχόν ελλείψεις ή ζητήματα ασφαλείας ή αποτροπής της ρύπανσης που εκείνο είχε επισημάνει.
(2) Η Αρμόδια Αρχή παρέχει αμέσως λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τις εκκρεμούσες ελλείψεις και κάθε άλλη σχετική πληροφορία αναφορικά με θέματα ασφάλειας πλοίου που διετέλεσε προηγουμένως κυπριακό πλοίο, όποτε της ζητηθεί από οποιοδήποτε άλλο κράτος σημαίας.
6. Όταν η Αρμόδια Αρχή πληροφορηθεί ότι ένα κράτος του λιμένα έχει απαγορεύσει τον απόπλου κυπριακού πλοίου, μεριμνά σύμφωνα με τις διαδικασίες που έχει θεσπίσει προς τούτο, ώστε να επιτευχθεί συμμόρφωση του εν λόγω κυπριακού πλοίου προς τις σχετικές Διεθνείς Συμβάσεις.
7.-(1) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να φυλάσσει για κάθε κυπριακό πλοίο τις ακόλουθες πληροφορίες, σε έγγραφη ή /και ηλεκτρονική μορφή και κατά τρόπο που παραμένουν αυτές εύκολα διαθέσιμες για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου:
(α) στοιχεία του πλοίου (όνομα, αριθμός ΔΝΟ, κλπ)∙
(β) ημερομηνίες των επιθεωρήσεων του πλοίου, συμπεριλαμβανομένων τυχόν επιπρόσθετων και συμπληρωματικών επιθεωρήσεων και ελέγχων∙
(γ) στοιχεία των αναγνωρισμένων οργανισμών που συμμετείχαν στην πιστοποίηση και την κατάταξη του πλοίου σε κλάση∙
(δ) στοιχεία των αρμοδίων αρχών που επιθεώρησαν το κυπριακό πλοίο δυνάμει των διατάξεων για τον έλεγχο από το κράτος του λιμένα, και τις ημερομηνίες των επιθεωρήσεων∙
(ε) αποτελέσματα των ελέγχων από το κράτος του λιμένα (ελλείψεις: ναι ή όχι, απαγορεύσεις απόπλου: ναι ή όχι)∙
(στ) πληροφορίες σχετικά με ναυτικά ατυχήματα∙
(ζ) οποιεσδήποτε άλλες πρόσθετες πληροφορίες τις οποίες ο Υπουργός καθορίζει με εγκύκλιό του.
(2) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να φυλάσσει τα στοιχεία των πλοίων που έπαυσαν πλέον να είναι κυπριακά πλοία κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο ή για οποιανδήποτε μεγαλύτερη χρονική περίοδο σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις άλλων νόμων της Δημοκρατίας∙ τα εν λόγω στοιχεία φυλάσσονται σε έγγραφη ή/και ηλεκτρονική μορφή και κατά τρόπο που παραμένουν εύκολα διαθέσιμα για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
(3)(α) Οι διατάξεις του εδάφιου (1) δεν επηρεάζουν ή περιορίζουν με οποιονδήποτε τρόπο τις πληροφορίες ή τα στοιχεία τα οποία απαιτούνται ή φυλάσσονται από το Νηολόγο Κυπριακών Πλοίων ή/και το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας.
(β) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να φυλάσσει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) ή/και (2) μαζί με οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες ή στοιχεία φυλάσσονται από τον Νηολόγο Κυπριακών Πλοίων ή/και το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας.
8.-(1) Ο έχων την εκμετάλλευση κυπριακού πλοίου έχει την υποχρέωση να ενημερώνει έγκαιρα τον Διευθυντή σε περίπτωση:
(α) αλλαγής των στοιχείων του πλοίου, εκτός από τις αλλαγές που γίνονται με έγκριση του Υπουργού, του Νηολόγου Κυπριακών Πλοίων ή του Διευθυντή∙
(β) αλλαγής των στοιχείων των αναγνωρισμένων οργανισμών που εκδίδουν τα πιστοποιητικά του πλοίου εκ μέρους της Δημοκρατίας∙
(γ) έλεγχου του πλοίου από το κράτος του λιμένα, ανεξάρτητα από το εάν το κράτος του λιμένα έχει προβεί σε απαγόρευση απόπλου του πλοίου∙
(δ) ναυτικού ατυχήματος∙ και
(ε) οποιουδήποτε άλλου γεγονότος ή πληροφόρησης, που ο Υπουργός καθορίζει για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, με διάταγμά του το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Σε περίπτωση απαγόρευσης από το κράτος του λιμένα του απόπλου κυπριακού πλοίου, μετά από έλεγχο αυτού από το αρμόδιο κράτος, ο πλοίαρχος, τα μέλη του προσωπικού του πλοίου και ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχουν έκαστος υποχρέωση να συμμορφώνονται και να υλοποιούν τις οδηγίες της Αρμόδιας Αρχής αναφορικά με τις επιθεωρήσεις και ελέγχους που πρέπει να γίνουν στο πλοίο.
9.-(1) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη, κατά παράβαση του άρθρου 8, η Αρμόδια Αρχή δύναται να επιβάλλει σε τέτοιο πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€8.500), ανάλογα με την βαρύτητα της παράβασης, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει του παρόντος Νόμου ή άλλου νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης.
(2) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η Αρμόδια Αρχή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(3) Η Αρμόδια Αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο και -
(α) η οποία καθορίζει την παράβαση· και
(β) δια της οποίας πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο -
(i) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση-
(Α) με προσφυγή στον Υπουργό, και
(Β) με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος, και
(ii) περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα, και
(γ) η οποία καθίσταται εκτελεστή με την εν λόγω διαβίβασή της.
(4) O Υπουργός δύναται να καθορίζει με οδηγίες του τα ενδεικτικά κριτήρια υπολογισμού του ύψους επιβαλλόμενου δυνάμει του εδαφίου (1) διοικητικού προστίμου, χωρίς τούτο να περιορίζει τη διακριτική ευχέρεια της Αρμόδιας Αρχής να αποφασίζει ελεύθερα περί του ύψους του επιβαλλομένου διοικητικού προστίμου, με βάση τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά.
(5)(α) Το επηρεαζόμενο πρόσωπο και ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία δικαιούνται έκαστος να προσβάλλουν, με προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, την απόφαση της Αρμόδιας Αρχής δυνάμει του παρόντος άρθρου περί επιβολής διοικητικού προστίμου, η οποία απόφαση αφορά το εν λόγω πλοίο.
(β) Η προσφυγή ενώπιον του Υπουργού ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη διαβίβαση της προσβαλλόμενης απόφασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(γ) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο επιβλήθηκε με απόφαση του Υπουργού ως Αρμόδια Αρχή, το παρόν εδάφιο εφαρμόζεται ως εάν να ήταν διάταξη που προβλέπει την υποβολή ένστασης στον Υπουργό κατά της απόφασής του περί επιβολής του διοικητικού προστίμου.
(6) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο υπεβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου, να καταβάλει στην Αρμόδια Αρχή τέτοιο πρόστιμο, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(7) Διοικητικό πρόστιμο επιβαλλόμενο δυνάμει του παρόντος άρθρου επί πλοιοκτήτη, αναφορικά με πλοίο του, συνιστά επιβάρυνση επί του πλοίου, η οποία επιβάρυνση ικανοποιείται κατά προτίμηση έναντι των άλλων δανειστών, όμως έπεται της τελευταίας υποθήκης.
(8) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου προσβλήθηκε επιτυχώς είτε ενώπιον του Υπουργού κατά το παρόν άρθρο είτε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος, ισχύουν τα ακόλουθα:
(α) τα εδάφια (6) και (7) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με τέτοιο διοικητικό πρόστιμο∙
(β) η Αρμόδια Αρχή επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν προαναφερόμενο διοικητικό πρόστιμο, στο πρόσωπο που το είχε καταβάλει.
10.-(1) Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί, που έχουν εξουσιοδοτηθεί να εκδίδουν πιστοποιητικά σε κυπριακά πλοία εκ μέρους της Δημοκρατίας, έχουν την υποχρέωση να αποστέλλουν στο Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας περιοδικά σε έγγραφη ή/και ηλεκτρονική μορφή καταστάσεις αναφορικά με τις επιθεωρήσεις και τους ελέγχους που διενεργούν εκ μέρους της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διευθετήσεις που συμφωνεί ο Διευθυντής με κάθε αναγνωρισμένο οργανισμό στα πλαίσια των γραπτών συμφωνιών που εκάστοτε συνομολογεί η Δημοκρατία με κάθε αναγνωρισμένο οργανισμό δυνάμει του άρθρου 6 του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Αναγνώριση και Εξουσιοδότηση Οργανισμών) Νόμου.
(2) Παραβίαση από αναγνωρισμένο οργανισμό της υποχρέωσης που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δύναται να επιφέρει την ανάκληση ή αναστολή της εξουσιοδότησης του αναγνωρισμένου οργανισμού, κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 7 του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Αναγνώριση και Εξουσιοδότηση Οργανισμών) Νόμου.
11.-(1) Η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα για τον έλεγχο του ΔΝΟ επ’ αυτής και επί του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας τουλάχιστον μία φορά ανά επταετία, υπό την προϋπόθεση θετικής απάντησης του ΔΝΟ σε έγκαιρο αίτημα.
(2) Η Αρμόδια Αρχή δημοσιεύει το αποτέλεσμα του ελέγχου που αναφέρεται στο εδάφιο (1), τηρουμένου του άρθρου 67 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.
(3) Τα εδάφια (1) και (2) παύουν να ισχύουν κατά -
(α) την 17η Ιουνίου 2017, σε κάθε άλλη περίπτωση από την προβλεπόμενη στην παράγραφο (β)∙ ή
(β) προγενέστερη ημερομηνία την οποία ορίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία στην οποία αναφέρεται το Άρθρο 10, παράγραφος 2, της Οδηγίας 2009/21/ΕΚ, σε περίπτωση έναρξης ισχύος υποχρεωτικού συστήματος ελέγχου για τα κράτη μέλη του ΔΝΟ.
12.-(1) Μέχρι την 17η Ιουνίου 2012, η Αρμόδια Αρχή υποχρεούται να καταρτίζει, εφαρμόζει και να διατηρεί σύστημα διαχείρισης ποιότητας για τα επιχειρησιακά μέρη των σχετικών με το κράτος της σημαίας δραστηριοτήτων του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας . Το εν λόγω σύστημα διαχείρισης ποιότητας πιστοποιείται σύμφωνα με τα ισχύοντα διεθνή πρότυπα ποιότητας και η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να διατηρεί σε ισχύ την πιστοποίηση του συστήματος.
(2) Σε περίπτωση που η Δημοκρατία περιληφθεί στον μαύρο κατάλογο ή επί δύο συνεχόμενα χρόνια στον γκρίζο κατάλογο που δημοσιεύεται στην πιο πρόσφατη ετήσια έκθεση του Μνημονίου Συνεννόησης, η Αρμόδια Αρχή διαβιβάζει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκθεση για τις επιδόσεις της Δημοκρατίας ως κράτος της σημαίας το αργότερο τέσσερις μήνες από τη δημοσίευση της εν λόγω ετήσιας έκθεσης. Στην έκθεση που υποβάλλει η Αρμόδια Αρχή προσδιορίζονται και αναλύονται οι βασικότερες αιτίες της έλλειψης συμμόρφωσης που οδήγησε στις απαγορεύσεις απόπλου ή στις ελλείψεις λόγω των οποίων η Δημοκρατία περιελήφθη στον προαναφερόμενο μαύρο ή γκρίζο κατάλογο.