3.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ιδρύεται Συμβούλιο Εγγραφής Λειτουργών Κηδειών και Ταριχευτών, το οποίο είναι αρμόδιο για την εγγραφή λειτουργών κηδειών και ταριχευτών και για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας γραφείων κηδειών και το οποίο ασκεί οποιεσδήποτε άλλες εξουσίες και αρμοδιότητες χορηγούνται σ' αυτό δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Το Συμβούλιο είναι πενταμελές και αποτελείται από τα ακόλουθα πρόσωπα:
(α)Το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ή εκπρόσωπό του, ως Πρόεδρο∙
(β) έναν κυβερνητικό ιατροδικαστή που υποδεικνύεται από το Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, ως Αναπληρωτή Πρόεδρο∙
(γ) τον Προϊστάμενο Υγειονομικών Υπηρεσιών του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας ή εκπρόσωπό του∙
(δ) έναν εγγεγραμμένο λειτουργό κηδειών, ο οποίος ασκεί τo επάγγελμα του λειτουργού κηδειών για πέντε (5) τουλάχιστον συνεχή χρόνια και υποδεικνύεται από το Σύλλογο∙και
(ε) έναν εγγεγραμμένο ταριχευτή, ο οποίος ασκεί το επάγγελμα του ταριχευτή για πέντε (5) τουλάχιστον συνεχή χρόνια και υποδεικνύεται από το Σύλλογο.
(3) Τα μέλη του Συμβουλίου που αναφέρονται στις παραγράφους (β), (δ) και (ε) του εδαφίου (2) διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση του Υπουργού, για περίοδο τριών (3) ετών׃
Νοείται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί, σε οποιοδήποτε χρόνο, να τερματίσει το διορισμό οποιουδήποτε από τα πιο πάνω αναφερόμενα μέλη για τους ίδιους λόγους που τερματίζονται οι υπηρεσίες επιτρόπων εμπιστευμάτων, σύμφωνα με τον περί Επιτρόπων Εμπιστευμάτων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, καθώς και στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Λόγω ασθένειας, το μέλος δεν είναι σε θέση να μετέχει στις συνεδρίες του Συμβουλίου·
(β) το μέλος απουσιάζει αδικαιολόγητα από τρείς (3) διαδοχικές συνεδρίες του Συμβουλίου∙
(γ) η συμπεριφορά του μέλους αντίκειται στην εκτέλεση των καθηκόντων του ως μέλους του Συμβουλίου:
Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που κενούται με οποιοδήποτε τρόπο θέση μέλους του Συμβουλίου, το οποίο εκλέγεται δυνάμει της παραγράφου (β) ή της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου, το διοικητικό συμβούλιο του Συλλόγου υποβάλλει προς το Υπουργικό Συμβούλιο, μέσω του Υπουργού, για διορισμό στη θέση αυτή, τον επιλαχόντα κατά την πιο πάνω εκλογή ή, σε περίπτωση που δεν υπάρχει επιλαχών, άλλον εγγεγραμμένο λειτουργό κηδειών ή εγγεγραμμένο ταριχευτή, που θα κατέχει τη θέση μέχρι τη λήξη της θητείας του μέλους στη θέση του οποίου διορίστηκε.
(4) Σε περίπτωση προσωρινής απουσίας ή κωλύματος οποιουδήποτε μέλους από τα αναφερόμενα στις παραγράφους (β), (δ) και (ε) του εδαφίου (2), το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί, εφόσον τηρείται η προβλεπόμενη από το εδάφιο (2) σύνθεση του Συμβουλίου, να διορίσει άλλο πρόσωπο για να ενεργεί ως μέλος για όσο χρόνο διαρκεί η απουσία αυτή ή το κώλυμα.
(5) Μέλος του Συμβουλίου από τα αναφερόμενα στις παραγράφους (β), (δ) και (ε) του εδαφίου (2) δύναται οποτεδήποτε να υποβάλει ιδιογράφως την παραίτησή του προς το Υπουργικό Συμβούλιο, η ισχύς της οποίας αρχίζει σε πέντε (5) εβδομάδες από την ημέρα της υποβολής της ή από την ημέρα που το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε διορίσει νέο μέλος σε αντικατάσταση του παραιτηθέντος, εφόσον αυτό ήθελε συμβεί πριν από την εκπνοή των πέντε (5) εβδομάδων.
(6) Ο Πρόεδρος συγκαλεί συνεδρία του Συμβουλίου-
(α) μετά από αίτηση δύο (2) μελών του Συμβουλίουˑ
(β) όποτε ο ίδιος κρίνει σκόπιμο.
(7) Ο Πρόεδρος ή ο Αναπληρωτής Πρόεδρος και τρία μέλη του Συμβουλίου αποτελούν απαρτία.
(8) Τηρουμένων των διατάξεων της δεύτερης επιφύλαξης του εδαφίου (3), κενές θέσεις που δημιουργούνται για οποιοδήποτε λόγο, πληρούνται με διορισμό νέων μελών για την υπόλοιπη περίοδο θητείας αυτών׃
Νοείται ότι η εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης ή εργασίας του Συμβουλίου δεν επηρεάζεται από την κένωση θέσης μέλους του, εφόσον ο αριθμός των μελών τα οποία έχουν εναπομείνει δεν είναι μικρότερος των τεσσάρων (4).
4.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), το Συμβούλιο συγκροτείται μέσα σε έξι (6) μήνες από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου, για την πρώτη συγκρότηση του Συμβουλίου, τα δυνάμει των παραγράφων (δ) και (ε) του εδαφίου (2) του εν λόγω άρθρου διοριζόμενα πρόσωπα επιλέγονται από το Υπουργικό Συμβούλιο μεταξύ των προσώπων που ασκούν το επάγγελμα του λειτουργού κηδειών και του ταριχευτή και τα οποία, κατά την κρίση του, πληρούν τα προσόντα για εγγραφή στο Μητρώο׃
Νοείται ότι τα δυνάμει του παρόντος εδαφίου διοριζόμενα πρόσωπα κατέχουν το αξίωμά τους μέχρι το διορισμό των προσώπων που εκλέγονται από τη γενική συνέλευση του Συλλόγου, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου.
5. Εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει, με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ένα δημόσιο υπάλληλο που υπηρετεί στο Υπουργείο Εσωτερικών ως Έφορο, για σκοπούς άσκησης των εξουσιών που προβλέπει ο παρών Νόμος.
6.-(1) Ο Έφορος μέχρι την 1η Αυγούστου 2016 από το διορισμό του, καταρτίζει και τηρεί τα πιο κάτω:
(α) Μητρώο Λειτουργών Κηδειών, στο οποίο καταχωρίζονται τα ονόματα, οι διευθύνσεις και τα προσόντα των εγγεγραμμένων λειτουργών κηδειών·
(β) Μητρώο Ταριχευτών, στο οποίο καταχωρίζονται τα ονόματα, οι διευθύνσεις και τα προσόντα των εγγεγραμμένων ταριχευτών·
(γ) Μητρώο Γραφείων Κηδειών, στο οποίο καταχωρίζονται τα γραφεία κηδειών στα οποία χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ο αριθμός άδειας του κάθε γραφείου κηδειών και τα ονόματα και οι διευθύνσεις των ιδιοκτητών και των διευθυντών τους׃
Νοείται ότι κανένα στοιχείο δεν καταχωρίζεται στα Μητρώα, εκτός αν το Συμβούλιο ικανοποιηθεί με τέτοιες αποδείξεις, τις οποίες αυτό ήθελε θεωρήσει αναγκαίες.
(2) Ο Έφορος διενεργεί στα Μητρώα όλες τις απαραίτητες αλλαγές που δυνατό να υπάρχουν αναφορικά με τη διεύθυνση ή τα προσόντα ή οποιαδήποτε άλλα στοιχεία των προσώπων που είναι εγγεγραμμένα σε αυτά και, τηρούμενων των οδηγιών και αποφάσεων του Συμβουλίου, αφαιρεί από τα Μητρώα το όνομα κάθε προσώπου το οποίο απεβίωσε ή έπαυσε να κατέχει τα προσόντα ή του οποίου το όνομα διαγράφηκε από τα Μητρώα με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(3) Αντίγραφα των Μητρώων, όπως αυτά ενημερώθηκαν, δημοσιεύονται, φέροντας την υπογραφή του Εφόρου, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, κατά το Φεβρουάριο κάθε χρόνου׃
Νοείται ότι το Συμβούλιο χορηγεί, με την καταβολή του καθορισμένου τέλους, σε οποιοδήποτε γραφείο κηδειών, λειτουργό κηδειών ή ταριχευτή, του οποίου το όνομα δεν φαίνεται στο οικείο δημοσιευμένο Μητρώο, πιστοποιητικό κατά τον τύπο που φαίνεται στα Παραρτήματα Β και Δ του παρόντος Νόμου, αντίστοιχα, ότι το εν λόγω γραφείο ή πρόσωπο είναι εγγεγραμμένο στα Μητρώα και το πιστοποιητικό αυτό αποτελεί απόδειξη του περιεχομένου του χωρίς ανάγκη περαιτέρω απόδειξης.
7.-(1) Ο Έφορος ή οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό πρόσωπο, για σκοπούς ελέγχου, δύναται-
(α) να εισέρχεται, αφού επιδείξει την ταυτότητά του, ελεύθερα και χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύκτας, σε οποιοδήποτε υποστατικό το οποίο λειτουργεί ή χρησιμοποιείται ως γραφείο κηδειών∙
(β) να προβαίνει σε έλεγχο, επιθεώρηση ή και έρευνα του υποστατικού, ανάλογα με την περίπτωση και εφόσον κρίνεται αναγκαίο, για τη διαπίστωση της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και ιδίως-
(i) να ζητά από οποιοδήποτε πρόσωπο όπως του παράσχει, για θέματα τα οποία είναι υπό τον έλεγχό ή την ευθύνη του προσώπου αυτού, τις διευκολύνσεις και τη βοήθεια που είναι αναγκαίες για την ενάσκηση από τον ίδιο οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει του παρόντος άρθρου∙
(ii) να ζητά τη συνδρομή οποιασδήποτε δημόσιας υπηρεσίας ή αρχής, η οποία και υποχρεούται σε συνδρομή∙
(iii) να παραλαμβάνει οποιαδήποτε έγγραφα ή άλλα τεκμήρια που σχετίζονται με τον έλεγχο ή την έρευνα που διενεργείται.
(2) Για τους σκοπούς του ελέγχου που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ο Έφορος ή οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό πρόσωπο δύναται να συνοδεύεται από αστυνομικό, αν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι θα παρεμποδιστεί στην άσκηση των εξουσιών του ή στην εκτέλεση των καθηκόντων του, ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ήθελε κρίνει αναγκαίο.
(3) Για κάθε επιθεώρηση υποστατικού, ο Έφορος ή ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός, συντάσσει έκθεση με τις παρατηρήσεις του, την οποία κοινοποιεί στο Συμβούλιο.