110. Σε περίπτωση παράβασης του παρόντος Νόμου ή οδηγίας, εφαρμόζονται τα εξής:
(α) η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλει στον παραβάτη διοικητικό πρόστιμο, μέχρι τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ, σε περίπτωση δε επανάληψης της παράβασης, διοικητικό πρόστιμο μέχρι επτακόσιες χιλιάδες ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης·
(β) σε περίπτωση κατά την οποία αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος της παράβασης προσπορίστηκε όφελος από αυτήν, ή επέτρεψε σε άλλο πρόσωπο να προσποριστεί όφελος εξαιτίας αυτής, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο μέχρι του διπλάσιου του οφέλους που ο υπαίτιος προκάλεσε με τη διενέργεια της παράβασης·
(γ) η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιοποιεί, κατά την κρίση της και με κάθε τρόπο που κρίνει, κατά περίπτωση, κατάλληλο, οποιοδήποτε μέτρο ή οποιαδήποτε κύρωση που επιβάλλει κατά τον παρόντα Νόμο, σε ΟΕΕ που διαθέτει τα μερίδιά του στην επικράτεια της Δημοκρατίας, καθώς και σε κάθε πρόσωπο που αναμειγνύεται στη δραστηριότητά του ΟΕΕ στην επικράτεια της Δημοκρατίας· η δημοσιοποίηση μέτρου ή κύρωσης παραλείπεται μόνο εφόσον αυτή ενδέχεται να επηρεάσει την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα της αγοράς ή να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των επενδυτών, ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα ενδιαφερόμενα μέρη·
(δ) σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου, λαμβάνονται μέτρα προς είσπραξή του, όπως προβλέπεται στους περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου Νόμους, όπως διορθώθηκαν·
(ε) σε περίπτωση επιβολής διοικητικού προστίμου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλλει το κατά την παράγραφο (α) διοικητικό πρόστιμο και σε-
(i) νομικό πρόσωπο·
(ii) σύμβουλο, διευθυντή ή αξιωματούχο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση του νομικού προσώπου, οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια.
111.-(1) Πρόσωπο, το οποίο κατά την παροχή πληροφορίας για οποιοδήποτε ζήτημα που αποτελεί αντικείμενο ρύθμισης του παρόντος Νόμου -
(α) προβαίνει σε δήλωση, ή υποβολή εγγράφων ή ανακοίνωση, που είναι ψευδής, παραπλανητική ή απατηλή ως προς οποιοδήποτε στοιχείο της, ή
(β) αποκρύπτει στοιχείο ή παραλείπει την υποβολή στοιχείων ή με οποιοδήποτε τρόπο παρεμποδίζει την άμεση συλλογή πληροφοριών ή την άμεση διενέργεια ελέγχου ή εισόδου ή έρευνας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς,
διαπράττει ποινικό αδίκημα και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ ή σε αμφότερες τις ποινές.
(2) Πρόσωπο που χρησιμοποιεί επωνυμία ή ονομασία ή περιγραφή, που δημιουργεί την εντύπωση ότι πρόκειται για ΟΕΕ κατά τον παρόντα Νόμο, χωρίς να έχει λάβει άδεια λειτουργίας ως ΟΕΕ κατά τον παρόντα Νόμο, διαπράττει ποινικό αδίκημα και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ ή σε αμφότερες τις ποινές.
(3) Πρόσωπο που εν γνώσει του εκδίδει, θέτει σε κυκλοφορία ή διανέμει διαφημιστικό υλικό ή έντυπα αιτήσεων ή δηλώσεων συμμετοχής σε ΟΕΕ, χωρίς ο παρών Νόμος να του επιτρέπει να διαθέτει μερίδιά του στη Δημοκρατία, διαπράττει ποινικό αδίκημα και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ ή σε αμφότερες τις ποινές.
(4) Σε περίπτωση που διαπράττεται ποινικό αδίκημα, κατά τον παρόντα Νόμο, από νομικό πρόσωπο ή από πρόσωπο που ενεργεί εκ μέρους νομικού προσώπου, και αποδεικνύεται είτε ότι έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση ή συνενοχή ή έγκριση είτε ότι έχει διευκολυνθεί από την επιδεχθείσα αμέλεια φυσικού προσώπου που, κατά το χρόνο διάπραξης του ποινικού αδικήματος, κατέχει θέση μέλους του οργάνου διοίκησης, αξιωματούχου, συμβούλου, γενικού διευθυντή, διευθυντή, γραμματέα, συνεργάτη ή άλλη παρόμοια θέση στο νομικό πρόσωπο ή εμφανίζεται ότι ενεργεί με τέτοια ιδιότητα, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο είναι ένοχο του ίδιου ποινικού αδικήματος και υπόκειται στις ποινές που προβλέπεται για το αδίκημα αυτό.
(5) Πρόσωπο που, κατά το εδάφιο (4), υπέχει ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο ποινικά αδικήματα, ευθύνεται αλληλέγγυα και εξ’ ολοκλήρου με το νομικό πρόσωπο για κάθε ζημία που επέρχεται σε τρίτο εξαιτίας της πράξης ή της παράλειψης η οποία στοιχειοθετεί το αδίκημα.