79. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου, η παροχή υπηρεσιών παιγνίου καζίνου εξαιρείται από την υποχρέωση καταβολής Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, εφεξής καλουμένου «ΦΠΑ»:
80.-(1) Η Αρχή συνιστά τον αντιπρόσωπο του Τμήματος Φορολογίας για σκοπούς ρύθμισης, επιβολής και είσπραξης του φόρου καζίνου, ο οποίος είναι πληρωτέος από το διαχειριστή στην Αρχή.
(2) Ο διαχειριστής καταβάλλει στην Αρχή φόρο καζίνου για κάθε μήνα για τον οποίο αυτός κατέχει άδεια καζίνου θερέτρου.
(3) Το ποσοστό του καταβλητέου φόρου καζίνου, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), ορίζεται σε δεκαπέντε τοις εκατόν (15%) επί του ακαθάριστου εισοδήματος από παίγνια για τον προηγούμενο ημερολογιακό μήνα και είναι πληρωτέο μέχρι το τέλος του ημερολογιακού μήνα που ακολουθεί τον ημερολογιακό μήνα για τον οποίο ο φόρος είναι πληρωτέος και το πιο πάνω ποσοστό δεν δύναται να αυξηθεί κατά την περίοδο αποκλειστικότητας που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15.
(4) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου-
«ακαθάριστο εισόδημα από παίγνια» σημαίνει όλα τα μετρητά και αποδείξεις από μετρητά τα οποία πληρώθηκαν σε παιγνιομηχανήματα και από την αγορά μαρκών, κουπονιών μαρκών και παιγνιοχρήματος για τη διεξαγωγή παιγνίου στο καζίνο και στα παιγνιομηχανήματα αλλά δεν περιλαμβάνει δωρεάν παίγνιο, αφαιρουμένων των πληρωμών κερδών·
«δωρεάν παίγνιο» σημαίνει την αξία των μαρκών, κουπονιών μαρκών και παιγνιοχρήματος τα οποία παρέχονται χωρίς χρέωση από το διαχειριστή σε πελάτες καζίνου, με ανώτατο επιτρεπτό όριο ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατόν (25%) του ακαθάριστου εισοδήματος από παίγνια, το οποίο φορολογείται σε οποιοδήποτε οικονομικό έτος·
«πληρωμές κερδών» σημαίνει όλα τα ποσά που πληρώθηκαν σε πελάτες καζίνου ή οποιαδήποτε ποσά κατέχονται από το καζίνο εκ μέρους πελάτη καζίνου, ως κέρδη που ο πελάτης καζίνου δικαιούται να εκταμιεύσει σε πρώτη ζήτηση.
(5) Παράλειψη του διαχειριστή να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αποτελεί λόγο για διεξαγωγή πειθαρχικής διαδικασίας εναντίον του από την Αρχή.
81.-(1) Η Αρχή βεβαιώνει και εισπράττει το φόρο καζίνου, τον τόκο και τα φορολογικά πρόστιμα από το διαχειριστή και προβαίνει σε διευθετήσεις για την πληρωμή όλων των ποσών τα οποία εισπράχθηκαν από το διαχειριστή για φόρο καζίνου, καθυστερημένα τέλη, τόκο και φορολογικά πρόστιμα και καταβάλλει τα εν λόγω ποσά στο Τμήμα Φορολογίας.
(2) Η Αρχή δύναται να καθορίζει γραπτώς και κατόπιν έγκρισης του Εφόρου Φορολογίας, συγκεκριμένο λειτουργό του Τμήματος Φορολογίας για να ασκεί ή να συνδράμει στην άσκηση οποιουδήποτε καθήκοντος ή εξουσίας παρέχεται στην Αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και των δυνάμει του παρόντος Νόμου εκδιδόμενων Κανονισμών.
82.- Σε περίπτωση που ο διαχειριστής θεωρεί ότι έχει αδικηθεί από γενόμενη βεβαίωση φόρου καζίνου ή από άρνηση της Αρχής να αναθεωρήσει τέτοια βεβαίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, δύναται να προσβάλει τέτοια απόφαση ή βεβαίωση ενώπιον του Εφοριακού Συμβουλίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου.
83.-(1) Όταν ποσό φόρου καζίνου βεβαιώνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε υποβληθείσας ένστασης ή προσφυγής εναντίον της βεβαίωσης του φόρου καζίνου, είναι καταβλητέο μέχρι το τέλος του μήνα που ακολουθεί τον ημερολογιακό μήνα κατά τον οποίο λήφθηκε η κοινοποίηση της εν λόγω βεβαίωσης.
(2) Η Αρχή κατά τη διακριτική της ευχέρεια δύναται να επιβάλλει τις προϋποθέσεις και τους όρους τους οποίους ήθελε κρίνει αναγκαίο να επιβάλει, περιλαμβανομένης απαίτησης καταβολής τόκου και παράτασης της χρονικής προθεσμίας εντός της οποίας πρέπει να γίνεται η πληρωμή.
84.-(1) Σε περίπτωση που οφειλόμενος φόρος καζίνου δεν καταβληθεί από το διαχειριστή του καζίνου θερέτρου εντός του καθορισμένου χρόνου, τότε προστίθεται σε αυτόν χρηματική ποινή ίση με ποσοστό πέντε τοις εκατόν (5%) επί του ποσού του καταβλητέου φόρου καζίνου και καθίσταται πληρωτέα μαζί με τόκο υπολογιζόμενο βάσει του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου υπερημερίας στο δημόσιο το οποίο ορίζεται σε Διάταγμα το οποίο εκδίδεται από τον Υπουργό Οικονομικών δυνάμει των διατάξεων του περί Ενιαίου Δημοσίου Επιτοκίου Υπερημερίας Νόμου.
(2) Σε περίπτωση που ποσό φόρου καζίνου το οποίο εκκρεμεί δεν καταβληθεί από το διαχειριστή μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία αυτό είναι καταβλητέο, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), επιβάλλεται επιπρόσθετη χρηματική ποινή ύψους πέντε τοις εκατόν (5%) επί του εκκρεμούντος φόρου καζίνου για κάθε συμπληρωμένο μήνα κατά τον οποίο ο φόρος καζίνου παραμένει απλήρωτος, αλλά η συνολική επιπρόσθετη χρηματική ποινή δεν δύναται να υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατόν (50%) του εκκρεμούντος ποσού φόρου καζίνου.
(3) Οποιαδήποτε χρηματική ποινή και τόκος επιβλητέος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου εισπράττεται ως οφειλόμενος φόρος καζίνου.
(4) Η Αρχή κατά τη διακριτική της ευχέρεια, δύναται να μειώσει ή διαγράψει ολόκληρο ή μέρος καταβλητέας σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2), χρηματικής ποινής κοινοποιώντας την αιτιολόγηση της απόφασης αυτής στο Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας και στο Γενικό Λογιστή της Δημοκρατίας.
85.-(1) Φόρος καζίνου και οποιαδήποτε χρηματική ποινή καταβλητέα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 80, 81, 83 και 84 και τους δυνάμει του παρόντος Νόμου εκδιδόμενους Κανονισμούς, δύναται να ανακτηθεί ως χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία και προς ανάκτηση αυτών η Αρχή δύναται επ’ ονόματί της ή δυνάμει των εξουσιών που της παρέχονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, να ενεργεί ως αντιπρόσωπος του Τμήματος Φορολογίας για σκοπούς είσπραξης και ανάκτησης αυτών ως εάν επρόκειτο για φόρους οφειλόμενους βάσει των διατάξεων οποιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύι Νόμου που αφορά την είσπραξη και ανάκτηση φορολογικής οφειλής.
(2) Η Αρχή δικαιούται αποζημίωσης για όλα τα έξοδα που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και τις οποιεσδήποτε δικαστικές αποφάσεις εναντίον του διαχειριστή, στην περίπτωση που ο διαχειριστής θεωρείται υπεύθυνος για οφειλόμενο φόρο καζίνου, τόκο ή χρηματικές ποινές βάσει οποιωνδήποτε διαδικασιών, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).
86.-(1) Σε περίπτωση που προς ικανοποίηση της Αρχής αποδειχθεί ότι ο διαχειριστής καζίνου έχει καταβάλει φόρο καζίνου πέραν του οφειλόμενου ποσού, ο διαχειριστής καζίνου δικαιούται να απαιτήσει επιστροφή του υπερβάλλοντος ποσού πλέον τόκο επιβαλλόμενο βάσει του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου υπερημερίας στο δημόσιο, από την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία καταβολής αυτού:
(2) Σε περίπτωση που βεβαίωση φόρου διαφοροποιηθεί λόγω ασκηθείσας ιεραρχικής προσφυγής ή προσφυγής βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος με αποτέλεσμα ο διαχειριστής καζίνου να παρουσιάζεται ότι έχει καταβάλει φόρο καζίνου πέραν του οφειλομένου ποσού, ο διαχειριστής καζίνου δικαιούται σε επιστροφή του υπερβάλλοντος ποσού φόρου καζίνου με τόκο επιβαλλόμενο βάσει του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου υπερημερίας, στο δημόσιο από την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία καταβολής αυτού.
87.-(1) Η υποβολή λανθασμένης φορολογικής δήλωσης από το διαχειριστή η οποία οφείλεται σε παράλειψη ή λανθασμένη εκτίμηση οποιουδήποτε ακαθάριστου εισοδήματος από παίγνια ή φόρο καζίνου ή λόγω της παροχής οποιωνδήποτε λανθασμένων πληροφοριών στην Αρχή αναφορικά με την ευθύνη του διαχειριστή για φόρο καζίνου, αποτελεί αδίκημα.
(2) Παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1) από το διαχειριστή συνεπάγεται την επιβολή χρηματικής ποινής ίσης με το διπλάσιο του οφειλόμενου ποσού φόρου καζίνου, ο οποίος δεν έχει καταβληθεί ή δεν έχει υπολογιστεί ως αποτέλεσμα υποβολής λανθασμένης φορολογικής δήλωσης ή λανθασμένων πληροφοριών.
88. Υπάλληλος καζίνου, στέλεχος καζίνου, υπάλληλος ή αντιπρόσωπος του διαχειριστή, ο οποίος με πρόθεση φοροδιαφυγής ή με στόχο να βοηθήσει το διαχειριστή να αποφύγει την καταβολή φόρου καζίνου-
(α) Προβαίνει σε ψευδή δήλωση, αναφορά ή καταγραφή σε οποιαδήποτε φορολογική δήλωση, υποβαλλόμενη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών·
(β) δίνει ψευδή απάντηση είτε προφορικά είτε εγγράφως σε οποιαδήποτε υποβληθέν ερώτημα ή αίτημα για ζητούμενες από αυτόν πληροφορίες·
(γ) ετοιμάζει, διατηρεί ή εξουσιοδοτεί την ετοιμασία ή διατήρηση οποιουδήποτε ψευδούς αρχείου ή παραποιεί ή εξουσιοδοτεί την παραποίηση οποιουδήποτε αρχείου·
(δ) μετέρχεται απάτης ή τεχνάσματος ή εξουσιοδοτεί τη χρήση οποιασδήποτε απατηλής μεθόδου ή τεχνάσματος,
θεωρείται ότι διαπράττει αδίκημα, το οποίο αποτελεί λόγο για έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας εναντίον του προσώπου αυτού και του διαχειριστή, από την Αρχή.