11.-(1) Εκτός εάν προκύπτει διαφορετικά από το κείμενο, το παρόν Μέρος εφαρμόζεται σε μητρικά ιδρύματα εγκατεστημένα σε κράτος μέλος, σε μητρικά ιδρύματα εγκατεστημένα στην ΕΕ, σε οντότητες που αναφέρονται στις παραγράφους (γ) ή (δ) του άρθρου 3 και στις θυγατρικές τους σε άλλα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες, τουλάχιστον μια από τις οποίες είναι ΚΕΠΕΥ ή χρηματοοικονομικό ίδρυμα που καλύπτεται από την ενοποιημένη εποπτεία της μητρικής επιχείρησης.
(2) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (α) του εδαφίου (4) οι οντότητες που προβλέπονται στο εδάφιο (1) δύναται να συνάψουν συμφωνία για παροχή ενδοομιλικής χρηματοπιστωτικής στήριξης σε κάθε άλλο μέρος της συμφωνίας, εφόσον -
(α) Το μέρος που λαμβάνει χρηματοοικονομική στήριξη δυνάμει συμφωνίας ενδοομιλικής χρηματοπιστωτικής στήριξης πληροί τις προϋποθέσεις έγκαιρης παρέμβασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18, κατά το χρόνο παροχής της εν λόγω στήριξης· και
(β) η συμφωνία ενδοομιλικής χρηματοπιστωτικής στήριξης πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος Μέρους.
(3) Το παρόν Μέρος δεν εφαρμόζεται σε ενδοομιλικές χρηματοπιστωτικές συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένων, συμφωνιών χρηματοδότησης και περιπτώσεων εφαρμογής συμφωνιών κεντρικής χρηματοδότησης, εφόσον κανένα από τα μέρη τέτοιων συμφωνιών δεν πληροί της προϋποθέσεις έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18.
(4) Οι οντότητες που προβλέπονται στο εδάφιο (1) δύνανται να παρέχουν χρηματοπιστωτική στήριξη σε οποιαδήποτε οντότητα του ομίλου που αντιμετωπίζει χρηματοοικονομικές δυσκολίες, χωρίς να αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση η σύναψη συμφωνίας ενδοομιλικής χρηματοπιστωτικής στήριξης, εφόσον -
(α) Η εν λόγω οντότητα αποφασίσει την παροχή τέτοιας στήριξης, κατά περίπτωση και σύμφωνα με τις πολιτικές του ομίλου της· και
(β) η παροχή στήριξης κατά αυτό τον τρόπο δε συνιστά κίνδυνο για το σύνολο του ομίλου:
(5) Η συμφωνία ενδοομιλικής χρηματοοικονομικής στήριξης δύναται-
(α) Να καλύπτει μία ή περισσότερες θυγατρικές του ομίλου και να προβλέπει χρηματοπιστωτική στήριξη από τη μητρική επιχείρηση προς θυγατρικές, από θυγατρικές προς τη μητρική επιχείρηση, μεταξύ θυγατρικών του ομίλου που αποτελούν μέρη της συμφωνίας, ή κάθε άλλου συνδυασμού αυτών των οντοτήτων·
(β) να προβλέπει χρηματοπιστωτική στήριξη με τη μορφή δανείου, παροχής εγγυήσεων ή παροχής περιουσιακών στοιχείων προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως εξασφάλιση, ή οποιονδήποτε συνδυασμό των εν λόγω μορφών χρηματοπιστωτικής στήριξης, σε μία ή περισσότερες συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων συναλλαγών μεταξύ του δικαιούχου της στήριξης και τρίτου μέρους·
(γ) να περιλαμβάνει αμοιβαία συμφωνία εκ μέρους μιας οντότητας του ομίλου, που έχει συμφωνήσει να παράσχει χρηματοπιστωτική στήριξη σε άλλη οντότητα του ομίλου, να λαμβάνει χρηματοπιστωτική στήριξη από την οντότητα στην οποία θα παρέχει τη στήριξη.
(6) Οι οντότητες που προβλέπονται στο εδάφιο (1) οφείλουν -
(α) Να προσδιορίζουν, στη συμφωνία ενδοομιλικής χρηματοοικονομικής στήριξης, τις αρχές του υπολογισμού του ανταλλάγματος για κάθε συναλλαγή που πραγματοποιείται δυνάμει της συμφωνίας· και
(β) να περιλαμβάνουν στη συμφωνία ενδοομιλικής χρηματοοικονομικής στήριξης, την υποχρέωση να καθορίζεται το αντάλλαγμα κατά την παροχή της χρηματοπιστωτικής στήριξης μέσα στις αρχές που προσδιορίζουν σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α)∙ και
(γ) να διασφαλίζουν ότι η συμφωνία ενδοομιλικής χρηματοοικονομικής στήριξης συμμορφώνεται προς τις ακόλουθες αρχές:
(i) κάθε μέρος πρέπει να ενεργεί ελεύθερα κατά τη σύναψη της συμφωνίας,
(ii) κατά τη σύναψη της συμφωνίας και τον καθορισμό του ανταλλάγματος για την παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης, κάθε μέρος πρέπει να δρα προς το μέγιστο συμφέρον του, στο οποίο μπορεί να συγκαταλέγεται κάθε άμεσο ή έμμεσο όφελος που ενδέχεται να προκύψει για ένα μέρος ως αποτέλεσμα της παροχής χρηματοπιστωτικής στήριξης,
(iii) κάθε μέρος, που παρέχει χρηματοπιστωτική στήριξη, πρέπει να έχει πλήρη γνώση των σχετικών πληροφοριών από τα μέρη που λαμβάνουν χρηματοπιστωτική στήριξη πριν από τον καθορισμό του ανταλλάγματος για την παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης και πριν από κάθε απόφαση για την παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης,
(iv) σχετικά με το αντάλλαγμα για την παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης, δύναται να λαμβάνονται υπόψη οι πληροφορίες οι οποίες βρίσκονται στην κατοχή του μέρους που παρέχει χρηματοπιστωτική στήριξη βάσει του γεγονότος ότι ανήκει στον ίδιο όμιλο με το μέρος που λαμβάνει τη χρηματοπιστωτική στήριξη και οι οποίες δεν είναι δημοσιοποιημένες στην αγορά,
(v) οι αρχές υπολογισμού του ανταλλάγματος για την παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης δεν είναι υποχρεωτικό να λαμβάνουν υπόψη οποιοδήποτε προσωρινό αντίκτυπο στις αγοραίες τιμές ο οποίος προκύπτει από γεγονότα εξωτερικά προς τον όμιλο.
(7) Η Επιτροπή εγκρίνει την σύναψη συμφωνίας ενδοομιλικής χρηματοπιστωτικής στήριξης μόνο εφόσον, κατά τη σύναψη της προτεινόμενης συμφωνίας, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, κανένα από τα μέρη στη συμφωνία ενδοομιλικής χρηματοπιστωτικής στήριξης δεν πληροί τις προϋποθέσεις για έγκαιρη παρέμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18.
(8) Τα δικαιώματα, απαιτήσεις ή ενέργειες που προκύπτουν από τη συμφωνία χρηματοοικονομικής στήριξης ομίλου δύναται να ασκούνται μόνο από τα μέρη της εν λόγω συμφωνίας και σε καμία περίπτωση από οποιοδήποτε τρίτο μέρος.
12.-(1) Τα μητρικά ιδρύματα εγκατεστημένα στην Ένωση οφείλουν να υποβάλουν αίτηση, για έγκριση κάθε προτεινόμενης ενδοομιλικής χρηματοπιστωτικής συμφωνίας που προτείνεται βάσει των διατάξεων του άρθρου 11 -
(α) Στην Επιτροπή, όπου το μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ εποπτεύεται σε ενοποιημένη βάση από την Επιτροπή υπό την ιδιότητά της ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας· ή
(β) στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας του μητρικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένο στην ΕΕ, σε κάθε άλλη περίπτωση:
(2) Η Επιτροπή, υπό την ιδιότητά της ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας:
(α) Διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση την αίτηση που προβλέπεται στο εδάφιο (1) στις αρμόδιες αρχές κάθε θυγατρικής που προτείνεται ως συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας, προκειμένου να ληφθεί κοινή απόφαση,
(β) σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα εδάφια (3) ως (7), χορηγεί την άδεια εφόσον οι όροι της προτεινόμενης συμφωνίας συνάδουν με τις προϋποθέσεις χρηματοπιστωτικής στήριξης που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις το άρθρου 15, και
(γ) δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα εδάφια (3) έως (7) να απαγορεύσει τη σύναψη της προτεινόμενης συμφωνίας, εάν κρίνεται ότι δε συνάδει με τις προϋποθέσεις χρηματοπιστωτικής στήριξης που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15:
(3) Η Επιτροπή καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να καταλήξει σε κοινή απόφαση με τις άλλες αρμόδιες αρχές, λαμβάνοντας υπόψη τον ενδεχόμενο αντίκτυπο της εφαρμογής της συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε δημοσιονομικής συνέπειας, σε όλα τα κράτη μέλη όπου δραστηριοποιείται ο όμιλος, ως προς το εάν οι όροι της προτεινόμενης συμφωνίας συνάδουν με τις προϋποθέσεις για χρηματοπιστωτική στήριξη που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης από την αρχή που είναι η αρχή ενοποιημένης εποπτείας, κατά περίπτωση.
(4) Η Επιτροπή, υπό την ιδιότητά της ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, παρουσιάζει την κοινή απόφαση μέσω εγγράφου που περιέχει την πλήρως αιτιολογημένη απόφαση, το οποίο διαβιβάζει στην αιτούσα οντότητα:
(5) Ελλείψει κοινής απόφασης των αρμοδίων αρχών εντός τεσσάρων (4) μηνών, η Επιτροπή, υπό την ιδιότητα της ως η αρχή ενοποιημένης εποπτείας λαμβάνει η ίδια την απόφαση σχετικά με την αίτηση και κοινοποιεί την απόφασή της στην αιτούσα οντότητα και στις υπόλοιπες αρμόδιες αρχές:
(6) Η ΕΑΤ μπορεί, κατόπιν αιτήσεως μιας αρμόδιας αρχής, να βοηθήσει τις αρμόδιες αρχές να καταλήξουν σε συμφωνία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
(7) Εάν, κατά το τέλος της τετράμηνης περιόδου, οποιαδήποτε από τις σχετικές αρμόδιες αρχές έχει παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ, σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, όπου η Επιτροπή τελεί υπό την ιδιότητά της ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, αναβάλλει την απόφασή της, αναμένει οποιαδήποτε απόφαση λάβει ενδεχομένως η ΕΑΤ σύμφωνα με το Άρθρο 19(3) του εν λόγω κανονισμού και λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΤ. Το χρονικό διάστημα των τεσσάρων (4) μηνών θεωρείται ως η περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του Κανονισμού 1093/2010:
13.-(1) Οι οντότητες που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 11 διασφαλίζουν ότι κάθε προτεινόμενη συμφωνία, για την οποία έχει χορηγηθεί άδεια από την Επιτροπή, υποβάλλεται στους μετόχους του εν λόγω οντοτήτων προς έγκριση:
(2) Η εν λόγω συμφωνία είναι έγκυρη ως προς μια οντότητα του ομίλου μόνο εφόσον οι μέτοχοι της εν λόγω οντότητας έχουν εξουσιοδοτήσει το διοικητικό όργανο της να αποφασίσει ότι η οντότητα αυτή παρέχει ή λαμβάνει χρηματοπιστωτική στήριξη σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας και με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν Μέρος και η εν λόγω έγκριση των μετόχων δεν έχει ανακληθεί.
(3) Το διοικητικό όργανο μιας οντότητας που αποτελεί μέρος τέτοιας συμφωνίας οφείλει να υποβάλλει ετήσια έκθεση στους μετόχους σχετικά με την εκτέλεση της συμφωνίας και την εφαρμογή κάθε απόφασης που λαμβάνει σύμφωνα με αυτήν.
14. Η Επιτροπή διαβιβάζει στις σχετικές αρχές εξυγίανσης τις ενδοομιλικές συμφωνίες χρηματοπιστωτικής στήριξης που έχει εγκρίνει και τυχόν αλλαγές σε αυτές.
15. Η χρηματοπιστωτική στήριξη δύναται να παρέχεται από οντότητα του ομίλου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11, μόνον εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Η παρεχόμενη στήριξη αναμένεται ευλόγως να αποκαταστήσει σε σημαντικό βαθμό τις χρηματοπιστωτικές δυσχέρειες της οντότητας του ομίλου η οποία τη λαμβάνει·
(β) η παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης στοχεύει στη διατήρηση ή την αποκατάσταση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας ολόκληρου του ομίλου ή οποιασδήποτε οντότητας του ομίλου, και είναι προς το συμφέρον της οντότητας του ομίλου η οποία παρέχει τη στήριξη·
(γ) η χρηματοπιστωτική στήριξη παρέχεται υπό όρους, συμπεριλαμβανομένου ανταλλάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (6) του άρθρου 11·
(δ) αναμένεται ευλόγως, βάσει των πληροφοριών που διαθέτει το διοικητικό όργανο της οντότητας του ομίλου που παρέχει τη χρηματοπιστωτική στήριξη κατά τη στιγμή που λαμβάνεται η απόφαση παροχής της χρηματοπιστωτικής στήριξης, ότι το αντάλλαγμα για τη στήριξη θα καταβληθεί και, εάν η στήριξη παρασχεθεί υπό μορφή δανείου, ότι το δάνειο θα αποπληρωθεί από την οντότητα του ομίλου η οποία λαμβάνει τη στήριξη:
(ε) η παροχή της χρηματοπιστωτικής στήριξης δεν θέτει σε κίνδυνο τη ρευστότητα ή τη φερεγγυότητα της οντότητας του ομίλου η οποία παρέχει τη στήριξη·
(στ) η παροχή της χρηματοπιστωτικής στήριξης δεν απειλεί τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, ιδίως του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η οντότητα του ομίλου η οποία παρέχει τη στήριξη·
(ζ) η οντότητα του ομίλου η οποία παρέχει τη στήριξη συμμορφώνεται, κατά τη στιγμή παροχής της στήριξης, με τις απαιτήσεις της Οδηγίας 2013/36/ΕΚ όσον αφορά το κεφάλαιο ή τη ρευστότητα και με κάθε απαίτηση που επιβάλλεται δυνάμει του άρθρου 30 της Οδηγίας ΟΔ144-2014-14, η δε παροχή της χρηματοπιστωτικής στήριξης δεν οδηγεί την οντότητα του ομίλου σε παραβίαση των εν λόγω απαιτήσεων, εκτός εάν το επιτρέψει η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία σε ατομική βάση του ομίλου που παρέχει τη στήριξη·
(η) η οντότητα του ομίλου η οποία παρέχει τη στήριξη συμμορφώνεται, κατά τη στιγμή παροχής της στήριξης, με τις απαιτήσεις περί μεγάλων ανοιγμάτων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και των διατάξεων του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου ως διορθώθηκε, η δε παροχή της χρηματοπιστωτικής στήριξης δεν οδηγεί την οντότητα του ομίλου σε παραβίαση των εν λόγω απαιτήσεων, εκτός εάν το επιτρέψει η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία σε ατομική βάση της οντότητας του ομίλου που παρέχει τη στήριξη·
(θ) η παροχή της χρηματοπιστωτικής στήριξης δεν υπονομεύει τη δυνατότητα εξυγίανσης της οντότητας του ομίλου η οποία παρέχει τη στήριξη.
16.-(1) Η απόφαση για παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης βάσει ενδοομιλικής συμφωνίας -
(α) Λαμβάνεται από το διοικητικό όργανο της οντότητας που θα παρέχει την χρηματοπιστωτική στήριξη· και
(β) είναι αιτιολογημένη· και
(γ) αναφέρει το στόχο της προτεινόμενης χρηματοπιστωτικής στήριξης· και
(δ) εξηγεί πως η παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του άρθρου 15.
(2) Η απόφαση αποδοχής χρηματοπιστωτικής στήριξης βάσει ενδοομιλικής συμφωνίας λαμβάνεται από το διοικητικό όργανο της οντότητας που θα λάβει την χρηματοπιστωτική στήριξη.
17.-(1) Το διοικητικό όργανο της οντότητας που σκοπεύει να παρέχει χρηματοπιστωτική στήριξη βάσει ενδοομιλικής συμφωνίας παροχής στήριξης, κοινοποιεί την πρόθεσή του, πριν την παροχή στήριξης -
(α) στην αρμόδια αρχή του· και
(β) εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από αυτές που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (γ), κατά περίπτωση, στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας· και
(γ) εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από αυτές που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β), στην αρμόδια αρχή της οντότητας του ομίλου που λαμβάνει τη χρηματοπιστωτική στήριξη· και
(δ) στην ΕΑΤ.
(2) Η εν λόγω κοινοποίηση περιλαμβάνει -
(α) Την αιτιολογημένη απόφαση του διοικητικού οργάνου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 16 · και
(β) τις λεπτομέρειες της προτεινόμενης χρηματοπιστωτικής στήριξης, συμπεριλαμβανομένου αντίγραφου της ενδοομιλικής συμφωνίας χρηματοπιστωτικής στήριξης.
(3) Η Επιτροπή, υπό την ιδιότητά της ως αρμόδια αρχή της οντότητας η οποία παρέχει τη χρηματοπιστωτική στήριξη, δύναται, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της πλήρους κοινοποίησης, με αιτιολογημένη απόφασή της -
(α) Να συμφωνήσει για την παροχή της χρηματοπιστωτικής στήριξης· ή
(β) να απαγορεύσει ή να περιορίσει την παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης, εάν κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παροχή χρηματοπιστωτικής στήριξης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15.
(4) Η Επιτροπή κοινοποιεί άμεσα την απόφασή της να χορηγήσει, να απαγορεύσει ή να περιορίσει τη χρηματοπιστωτική στήριξη -
(α) Στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας· και
(β) στην αρμόδια αρχή της οντότητας του ομίλου που λαμβάνει τη στήριξη· και
(γ) στην ΕΑΤ:
(5) Σε περίπτωση που η Επιτροπή, είτε υπό την ιδιότητά της ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας είτε υπό την ιδιότητα της ως αρμόδια αρχή υπεύθυνη για την οντότητα που λαμβάνει στήριξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11, έχει αντιρρήσεις σχετικά με την απόφαση απαγόρευσης ή περιορισμού χρηματοπιστωτικής στήριξης, δύναται να παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ εντός δύο (2) ημερών και να ζητήσει τη συνδρομή της σύμφωνα με το Άρθρο 31 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
(6) Σε περίπτωση που η Επιτροπή -
(α) Δεν απαγορεύσει ούτε περιορίσει τη χρηματοπιστωτική στήριξη εντός πέντε (5) ημερών δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), ή
(β) συμφωνήσει πριν από την πάροδο των πέντε (5) ημερών για την παροχή της εν λόγω στήριξης,
η χρηματοπιστωτική στήριξη δύναται να παρασχεθεί σύμφωνα με τους όρους που έχουν υποβληθεί στην Επιτροπή.
(7) Το διοικητικό όργανο της οντότητας που θα παρέχει στήριξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 διαβιβάζει την απόφασή του για παροχή της χρηματοπιστωτικής στήριξης -
(α) Στην αρμόδια αρχή·
(β) εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από αυτές που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (γ), και κατά περίπτωση, στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας·
(γ) εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από αυτές που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β), στην αρμόδια αρχή της οντότητας του ομίλου που λαμβάνει τη χρηματοπιστωτική στήριξη, και
(δ) στην ΕΑΤ:
(8) Σε περίπτωση που -
(α) Αρμόδια αρχή περιορίσει ή απαγορεύσει την ενδοομιλική χρηματοπιστωτική στήριξη δυνάμει του άρθρου 25(2) της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ · και
(β) το σχέδιο ανάκαμψης ομίλου δυνάμει των υποπαραγράφων (i) και (ii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 6 αναφέρεται σε χρηματοπιστωτική στήριξη,
(9) Οι οντότητες που προβλέπονται στο άρθρο 11 οφείλουν να δημοσιοποιούν κατά πόσον έχουν συνάψει συμφωνία χρηματοπιστωτικής στήριξης ομίλου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 και να δημοσιοποιούν στο κοινό, κατά τα οριζόμενα στα Άρθρα 431 έως 434 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, περιγραφή των γενικών όρων κάθε τέτοιας συμφωνίας και των επωνυμιών των οντοτήτων ομίλου που αποτελούν μέρη της συμφωνίας, και επικαιροποιούν τις εν λόγω πληροφορίες τουλάχιστον μία φορά ετησίως.