4.-(1) To διοικητικό συμβούλιο της Κεντρικής Τράπεζας έχει την ευθύνη για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και εξουσιών της αρχής εξυγίανσης σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014.
(2) Με την επιφύλαξη του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014, η αρχή εξυγίανσης λαμβάνει την έγκριση του Υπουργού πριν εφαρμόσει αποφάσεις που έχουν άμεσο δημοσιονομικό αντίκτυπο ή συστημικές συνέπειες.
5.(1)(α) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου, ως διορθώθηκε.
(β) Όπου στο παρόν άρθρο γίνεται αναφορά σε μέλη, σημαίνει τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας.
(2) Η αρχή εξυγίανσης συγκαλείται σε συνεδρίαση -
(α) Από το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας με γραπτή πρόσκληση που αποστέλλεται στα μέλη δύο (2) τουλάχιστον ημέρες πριν από την καθορισμένη για τη συνεδρίαση ημερομηνία ή, σε περίπτωση προσωρινής απουσίας του Διοικητή ή πρόσκαιρου κωλύματος του, μετά από κοινή απόφαση των δύο (2) εκτελεστικών συμβούλων της Κεντρικής Τράπεζας που διορίζονται δυνάμει του άρθρου 13 του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου:
(β) από δύο (2) μέλη με αιτιολογημένη αίτησή τους προς το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας ή, σε περίπτωση προσωρινής απουσίας του Διοικητή ή πρόσκαιρου κωλύματος του, προς τους εκτελεστικούς συμβούλους, στην οποία καθορίζονται τα θέματα για τα οποία ζητείται η σύγκληση της συνεδρίασης:
(3) Οι συνεδριάσεις της αρχής εξυγίανσης δύνανται να πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα, συμπεριλαμβανομένης της τηλεδιάσκεψης ή άλλων οπτικοακουστικών μέσων.
(4) Ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας προεδρεύει των συνεδριάσεων της αρχής εξυγίανσης και σε περίπτωση απουσίας ή άλλου κωλύματος του προέδρου, τα παρόντα στη συνεδρίαση μέλη εκλέγουν μεταξύ τους τον προεδρεύοντα της συνεδρίασης.
(5) (α) Πέντε (5) μέλη συνιστούν απαρτία σε κάθε συνεδρίαση:
(β) Οι αποφάσεις της αρχής εξυγίανσης, δυνάμει του παρόντος Νόμου, λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία και σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προεδρεύοντα της συνεδρίασης.
(γ) Οι αποφάσεις της αρχής εξυγίανσης συνεκτιμούν τις ενδεχόμενες επιπτώσεις των αποφάσεων σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία δραστηριοποιείται το ίδρυμα και ο όμιλος και ελαχιστοποιούν τις αρνητικές επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τις δυσμενείς οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις στα εν λόγω κράτη μέλη.
(6)(α) Χρέη γραμματέα της αρχής εξυγίανσης εκτελεί ο προϊστάμενος της μονάδας εξυγίανσης ή άλλο πρόσωπο από τη μονάδα εξυγίανσης εξουσιοδοτημένο για το σκοπό αυτό από την αρχή εξυγίανσης.
(β) Τα πρακτικά των συνεδριάσεων τηρούνται εμπιστευτικά, εκτός εάν αποφασισθεί διαφορετικά από την αρχή εξυγίανσης.
(7) Η κατάργηση ή η χηρεία της θέσης οποιουδήποτε μέλους δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιουδήποτε διατάγματος, πράξης, απόφασης ή εργασίας της αρχής εξυγίανσης.
6.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα συστήνει μονάδα εξυγίανσης, με κύρια αρμοδιότητα την παροχή στήριξης στο Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, σε σχέση με την άσκηση των αρμοδιοτήτων και εξουσιών της αρχής εξυγίανσης δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες της μονάδας εξυγίανσης είναι, μεταξύ άλλων –
(α) Η σύνταξη και επικαιροποίηση των σχεδίων εξυγίανσης κατά τα προβλεπόμενα στο Κεφάλαιο Ι του Μέρους ΙΙΙ· και
(β) η αξιολόγηση της δυνατότητας εξυγίανσης κατά τα προβλεπόμενα στο Κεφάλαιο ΙΙ του Μέρους ΙΙΙ· και
(γ) η παροχή τεχνικής και διοικητικής υποστήριξης για –
(i) τη διαπίστωση εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις εξυγίανσης σε καλυπτόμενο πρόσωπο·
(ii) τη λήψη απόφασης σχετικά με το βαθμό απομείωσης ή μετατροπής κεφαλαιακών μέσων δυνάμει του Μέρους V, εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις απομείωσης και μετατροπής κεφαλαιακών μέσων ιδρύματος ή σχετικού προσώπου·
(iii) τη λήψη απόφασης για την επιλογή της δράσης εξυγίανσης, εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις εξυγίανσης· και
(δ) η διενέργεια επιτόπιων ελέγχων· και
(ε) η διενέργεια προσωρινής αποτίμησης σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 47· και
(στ) η παρακολούθηση της εφαρμογής μέτρων εξυγίανσης σε καλυπτόμενο πρόσωπο και η αντιμετώπιση θεμάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή· και
(ζ) η συμμετοχή σε ομάδες εργασίας, επιτροπές και συμβούλια που συστήνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και αφορούν θέματα σχετικά με την εξυγίανση καλυπτόμενων προσώπων· και
(η) η εκτέλεση οποιωνδήποτε άλλων καθηκόντων ανατεθούν στη μονάδα εξυγίανσης από το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας.
(3)(α) Η μονάδα εξυγίανσης αναφέρεται απευθείας στο Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και στελεχώνεται από προσωπικό της Κεντρικής Τράπεζας.
(β) Η Κεντρική Τράπεζα υιοθετεί και δημοσιοποιεί κάθε αναγκαίο σχετικό εσωτερικό κανονισμό, προκειμένου να αποφεύγονται συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ της μονάδας εξυγίανσης και των λειτουργιών εποπτείας αδειοδοτημένων πιστωτικών ιδρυμάτων ή άλλων λειτουργιών της Κεντρικής Τράπεζας, συμπεριλαμβανομένων κανόνων που αφορούν το επαγγελματικό απόρρητο και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των διάφορων λειτουργικών τομέων.
(γ) Η Κεντρική Τράπεζα διασφαλίζει ότι η μονάδα εξυγίανσης διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρογνωμοσύνη, πόρους και επιχειρησιακή ικανότητα για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων της.
7.-(1)(α) Η αρχή εξυγίανσης, για την επίτευξη των σκοπών του παρόντος Νόμου καθώς και για την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων και εξουσιών της, δύναται να εκδίδει γενικές ή ειδικές οδηγίες ή διατάγματα, τα οποία γνωστοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο ήθελε ορίσει.
(β) Η αρχή εξυγίανσης δύναται να εκδίδει γενικές ή ειδικές οδηγίες, διατάγματα ή εγκυκλίους για σκοπούς εφαρμογής του Κανονισμού (EE) αριθ. 806/2014.
(1Α)(α) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), η αρχή εξυγίανσης δύναται να εκδίδει γενικές ή ειδικές οδηγίες, διατάγματα ή εγκυκλίους για την ακολουθία απομείωσης ή μετατροπής υποχρεώσεων στις περιπτώσεις πιστωτών με πολλαπλές υποχρεώσεις με την ίδια σειρά προτεραιότητας.
(β) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α), η αρχή εξυγίανσης καταρτίζει κανόνες, οι οποίοι κατ’ ελάχιστον-
(i) λαμβάνουν υπόψη την αρχή της μη επιδείνωσης της οικονομικής θέσης του πιστωτή κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 44Α, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής μέτρων εξυγίανσης και ειδικότερα η αρχή εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη τους κανόνες που εφαρμόζονται στις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, καθώς και τη διαδικασία υπολογισμού της αποζημίωσης εγγυημένης κατάθεσης δυνάμει των διατάξεων του περί Συστήματος Εγγύησης των Κατάθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών· και
(ii) συμβάλλουν στην καλύτερη επίτευξη των στόχων εξυγίανσης.
(2) Οι εκδιδόμενες οδηγίες και εγκύκλιοι της αρχής εξυγίανσης λαμβάνουν υπόψη τη διεθνή πρακτική και τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ.
8. Η αρχή εξυγίανσης δύναται να απαιτεί όπως τα ιδρύματα καταβάλλουν σε αυτή όλα τα λειτουργικά έξοδα και δαπάνες που σχετίζονται με την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων και εξουσιών της, όπως -
(α) Διοικητικές και λειτουργικές δαπάνες·
(β) έξοδα για νομικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες·
(γ) έξοδα ανάθεσης εργασιών σε τρίτους.
9.-(1) Η αρχή εξυγίανσης συνεργάζεται με την ΕΑΤ για τους σκοπούς της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
(2) Η αρχή εξυγίανσης παρέχει χωρίς καθυστέρηση στην ΕΑΤ όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες προκειμένου η τελευταία να επιτελεί το έργο της σύμφωνα με το Άρθρο 35 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.