106.-(1) Η αρχή εξυγίανσης δύναται να ζητεί και συλλέγει πληροφορίες απαραίτητες ή χρήσιμες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, καθώς και να απαιτεί μέσα σε ταχθείσα προθεσμία, με γραπτό αίτημά της και χωρίς προειδοποίηση, την παροχή πληροφοριών από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που η αρχή εξυγίανσης, κατά την απόλυτή της κρίση, θεωρεί ότι είναι σε θέση να δώσει τις αιτούμενες πληροφορίες.
(2) Η αρχή εξυγίανσης, με γραπτό αίτημά της και χωρίς προειδοποίηση, καθορίζει το σκοπό της έρευνας, τη διάταξη στην οποία βασίζεται η εξουσία της, την τασσόμενη προς παροχή των πληροφοριών προθεσμία και τις ενδεχόμενες κυρώσεις, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) υποχρέωση παροχής πληροφοριών.
(3) Κάθε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται το αίτημα της αρχής εξυγίανσης για συλλογή πληροφοριών, έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των ζητούμενων πληροφοριών.
(4) Αναφορικά με το τραπεζικό απόρρητο, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 29 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, η αρχή εξυγίανσης ή η μονάδα εξυγίανσης ή άλλο πρόσωπο που είναι εντεταλμένο ύστερα από ρητή απόφαση της αρχής εξυγίανσης προς λήψη πληροφοριών, δυνάμει του παρόντος Νόμου, λογίζεται ως δημόσιος λειτουργός, κατά το άρθρο 29(2)(δ) των εν λόγω Νόμων για την εξασφάλιση οποιασδήποτε πληροφορίας:
(5) Σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με αίτημα της αρχής εξυγίανσης για παροχή πληροφοριών εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή, σε περίπτωση που αυτό αρνείται να δώσει οποιεσδήποτε πληροφορίες ή επιδεικνύει ή προσκομίζει ελλιπείς ή ψευδείς ή παραποιημένες πληροφορίες, κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, η αρχή εξυγίανσης δύναται να του επιβάλει διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με το άρθρο 108.
(6) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην αρχή εξυγίανσης κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσεως και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της.
(7) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο περιλαμβάνουν –
(α) Κάθε είδους γραπτών στοιχείων και πληροφοριών, περιλαμβανομένων των πρακτικών των συνεδριάσεων οποιουδήποτε νομικού προσώπου και πληροφοριών εναποθηκευμένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές,
(β) οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία πρόσωπο κατέχει υπό την ιδιότητά του ως καταπιστευματοδόχος, συμπεριλαμβανομένης και της πραγματικής ταυτότητας των πραγματικών δικαιούχων των χρηματοοικονομικών μέσων σε σχέση με τα οποία, άμεσα ή έμμεσα, είναι καταπιστευματοδόχος.
(8) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει αίτημα της αρχής εξυγίανσης για παροχή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος άρθρου, δεν το κοινοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο και το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα.
107.-(1)(α) Η αρχή εξυγίανσης ή εντεταλμένο από αυτήν πρόσωπο, δύναται να διενεργεί έρευνες, απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ή για τη διερεύνηση ενδεχόμενης παράβασης των δυνάμει του παρόντος Νόμου επιβαλλόμενων υποχρεώσεων και, προς τούτο, δύναται να ζητεί και να συλλέγει πληροφορίες, να εισέρχεται σε γραφεία και επαγγελματικούς χώρους και να ελέγχει αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματα τους:
(β) Σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης σε πληροφορίες, αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, καθώς και σε άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, η αρχή εξυγίανσης δύναται να προβαίνει σε άμεση κατάσχεση των σχετικών πληροφοριών, αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και άλλων εγγράφων και στοιχείων και των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων:
(2) Με την επιφύλαξη του Άρθρου 16.2 του Συντάγματος, η αρχή εξυγίανσης δύναται να διενεργεί έρευνες σε υποστατικό κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου που εμπίπτει εντός των αρμοδιοτήτων της αρχής εξυγίανσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και, σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, που η αρχή εξυγίανσης, κατά την απόλυτη της κρίση της, θεωρεί ότι είναι σε θέση να δώσει τις απαιτούμενες πληροφορίες και στοιχεία.
(3) Η έρευνα διενεργείται ύστερα από ειδοποίηση της αρχής εξυγίανσης, η οποία είτε αποστέλλεται από προηγουμένως είτε επιδίδεται στο πρόσωπο το οποίο αφορά η ειδοποίηση κατά την ημερομηνία και ώρα έναρξης της έρευνας.
(4) Η ειδοποίηση της αρχής εξυγίανσης είναι γραπτή, ορίζει την ημερομηνία και ώρα έναρξης της έρευνας, το σκοπό της, τη διάταξη στην οποία βασίζεται η συναφής εξουσία της αρχής εξυγίανσης και τις ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης του προσώπου, το οποίο η ειδοποίηση αφορά, να συμμορφωθεί προς την ειδοποίηση.
(5) Η αρχή εξυγίανσης δύναται να καλεί σε κατάθεση πρόσωπα που δυνατό να έχουν στοιχεία ή να γνωρίζουν οτιδήποτε σχετικά με την υπό διενέργεια έρευνα και να ορίζει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο για να ακούσει μαρτυρία και να πάρει, εκ μέρους της, γραπτή ή ηχογραφημένη κατάθεση από τα πρόσωπα αυτά, τα οποία προσέρχονται ενώπιον του εντεταλμένου προσώπου και παρέχουν τις πληροφορίες που κατέχουν.
(6) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται αίτημα της αρχής εξυγίανσης έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή συμμόρφωση.
(7) Σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με ειδοποίησή της αρχής εξυγίανσης για έρευνα ή στην κλήση για κατάθεση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή, σε περίπτωση που αυτό δεν προσκομίζει ή προσκομίζει ή επιδεικνύει ελλιπή ή ψευδή ή παραποιημένα τα αιτηθέντα αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς ή άλλα έγγραφα ή στοιχεία ή πληροφορίες, η αρχή εξυγίανσης δύναται να του επιβάλει, χωρίς επηρεασμό της εξουσίας της για κατάσχεση κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με το άρθρο 108.
(8) Οι πληροφορίες που περιέρχονται στην κατοχή της αρχής εξυγίανσης κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσης και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της.
(9) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει αίτημα της αρχής εξυγίανσης, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δεν το κοινοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο και το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα.
(10) Η αρχή εξυγίανσης δύναται να ζητεί τη συνδρομή της Αστυνομίας, προκειμένου να καταστεί ικανή να ασκήσει τις εξουσίες της, κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο.
108.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία η αρχή εξυγίανσης, κατά την άσκηση των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων διαταγμάτων ή οδηγιών, διαπιστώνει ότι καλυπτόμενο πρόσωπο προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη κατά παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων διαταγμάτων ή οδηγιών, η αρχή εξυγίανσης, αφού προηγουμένως καλέσει σε απολογία το εν λόγω πρόσωπο, δύναται να επιβάλει για κάθε παράβαση, σταθμίζοντας κατά την απόλυτη της κρίση τη βαρύτητα της παράβασης, διοικητικό μέτρο ή διοικητικό πρόστιμο ή άλλες διοικητικές κυρώσεις, περιλαμβανομένων των ακόλουθων:
(α) Δημόσια ανακοίνωση που αναφέρει το υπαίτιο καλυπτόμενο πρόσωπο, το υπεύθυνο φυσικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης∙
(β) απαίτηση προς το υπαίτιο καλυπτόμενο πρόσωπο ή υπεύθυνο φυσικό πρόσωπο για παύση της παράνομης συμπεριφοράς και για μη επανάληψή της στο μέλλον∙
(γ) χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (3), προσωρινή απαγόρευση μέλους του διοικητικού οργάνου ή άλλου υπαίτιου φυσικού προσώπου να ασκεί οποιαδήποτε καθήκοντα στο καλυπτόμενο πρόσωπο∙
(δ) διοικητικό πρόστιμο στο ίδιο το καλυπτόμενο πρόσωπο ύψους έως το δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού καθαρού κύκλου εργασιών, κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος· σε περίπτωση που το υπαίτιο καλυπτόμενο πρόσωπο είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, ο σχετικός κύκλος εργασιών είναι ο κύκλος εργασιών που προκύπτει από τους ενοποιημένους λογαριασμούς της επικεφαλής μητρικής επιχείρησης κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος∙
(ε) διοικητικό πρόστιμο σε φυσικό πρόσωπο μέχρι και πέντε εκατομμύρια ευρώ (€5.000.000)∙
(στ) διοικητικό πρόστιμο μέχρι και το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, όπου μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν.
(2) Σε περίπτωση που καλυπτόμενο πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών και διαταγμάτων, οποιοδήποτε ανώτατο διοικητικό στέλεχος ή μέλος του διοικητικού της οργάνου ή άλλο φυσικό πρόσωπο που φέρει ευθύνη για τέτοια παράβαση, υπόκειται στα διοικητικά μέτρα, διοικητικά πρόστιμα και λοιπές διοικητικές κυρώσεις του εδαφίου (1), όπου αυτές εφαρμόζονται.
(3) Διοικητικές κυρώσεις, διοικητικό πρόστιμο και λοιπά διοικητικά μέτρα επιβάλλονται, διαζευκτικά ή σωρευτικά, με απόφαση της αρχής εξυγίανσης ιδίως στις ακόλουθες περιπτώσεις, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση παράβασης του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών ή διαταγμάτων:
(α) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις συνεργασίας του ιδρύματος ή παροχής πληροφοριών προς την αρχή εξυγίανσης κατά την κατάρτιση, αναπροσαρμογή, επικαιροποίηση και εφαρμογή των σχεδίων εξυγίανσης, κατά παράβαση του άρθρου 13 ή 65(1)(β)(i)·
(β) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση τήρησης λεπτομερών αρχείων των χρηματοπιστωτικών συμβάσεων, κατά παράβαση του άρθρου 13(2) ή του άρθρου 73(7)·
(γ) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση λήψης μέτρων από το ίδρυμα για την αντιμετώπιση ή την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης εντός της σχετικής προθεσμίας, κατά παράβαση του άρθρου 20(4)·
(δ) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τα μέτρα που λαμβάνονται από την αρχή εξυγίανσης, κατά παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του άρθρου 20(5)(α) έως (ια)·
(ε) σε περίπτωση μη υποβολής σχεδίου αναδιοργάνωσης στην αρχή εξυγίανσης ή στην αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, κατά του άρθρου 61(1) ή (2) ή μη τροποποίησής του κατά παράβαση του άρθρου 61(8) ή (9)·
(στ) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση παροχής υπηρεσιών και υποδομών, κατά παράβαση του άρθρου 67·
(ζ) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προσώπου με απαίτηση σύμφωνα με το άρθρο 69(1)(α), (β) ή (γ)·
(η) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του αρχείου καταγραφής συναλλαγών με την υποχρέωση διάθεσης όλων των αναγκαίων πληροφοριών στην αρχή εξυγίανσης, κατά παράβαση του άρθρου 73(7)(β).
(4)(α) Η αρχή εξυγίανσης δημοσιοποιεί στο διαδικτυακό της τόπο οποιοδήποτε διοικητικό μέτρο, διοικητικό πρόστιμο ή άλλη διοικητική κύρωση επιβάλλει δυνάμει του παρόντος άρθρου για παραβάσεις είτε του παρόντος Νόμου είτε των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών ή διαταγμάτων, περιλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τον τύπο και τη φύση της παράβασης και την ταυτότητα του φυσικού ή νομικού προσώπου στο οποίο επιβάλλεται το πρόστιμο, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την ενημέρωση του εν λόγω προσώπου σχετικά με τις εν λόγω κυρώσεις.
(β) Σε περίπτωση που απόφαση της αρχής εξυγίανσης για την επιβολή διοικητικού προστίμου ή άλλης διοικητικής κύρωσης ανακληθεί από την ίδια ή ακυρωθεί από το Διοικητικό Δικαστήριο, η αρχή εξυγίανσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση δημοσιεύει σχετικές πληροφορίες στο ιστότοπό της.
(5)(α) Η αρχή εξυγίανσης δημοσιοποιεί διοικητικό μέτρο, διοικητικό πρόστιμο ή άλλη διοικητική κύρωση σε ανώνυμη βάση, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(i) Όταν διοικητικό μέτρο, διοικητικό πρόστιμο ή άλλη διοικητική κύρωση επιβάλλεται σε φυσικό πρόσωπο και, μετά από υποχρεωτική προηγούμενη αξιολόγηση, κρίνεται ότι η δημοσιοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα ήταν δυσανάλογη∙
(ii) όταν η δημοσιοποίηση θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού τομέα ή εκκρεμούσα ποινική έρευνα∙
(iii) όταν η δημοσιοποίηση προξενεί, στο βαθμό που αυτό μπορεί να προσδιοριστεί, δυσανάλογη ζημιά στα εμπλεκόμενα πρόσωπα.
(β) Εναλλακτικά, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α), η δημοσιοποίηση δύναται να αναβληθεί για εύλογο χρονικό διάστημα εάν εκτιμάται ότι μέσα στο διάστημα αυτό θα εκλείψουν οι λόγοι για ανώνυμη δημοσιοποίηση.
(6)(α) Η αρχή εξυγίανσης διασφαλίζει ότι κάθε δημοσιοποίηση δυνάμει του παρόντος άρθρου παραμένει στον ιστότοπό της για τουλάχιστον πέντε (5) έτη.
(β) Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διατηρούνται στον ιστότοπο της αρχής εξυγίανσης μόνο για το αναγκαίο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
(7) Κατά τον καθορισμό του είδους των διοικητικών μέτρων, διοικητικών προστίμων ή άλλων διοικητικών κυρώσεων και του ύψους των διοικητικών προστίμων, η αρχή εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη της όλες τις σχετικές περιστάσεις, περιλαμβανόμενων, όπου αρμόζει, των ακόλουθων:
(α) Τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης∙
(β) το βαθμό ευθύνης του φυσικού ή νομικού προσώπου, που είναι υπεύθυνο για την παράβαση∙
(γ) την οικονομική ευρωστία του φυσικού ή νομικού προσώπου, που είναι υπεύθυνο για την παράβαση, όπως προκύπτει για παράδειγμα από το συνολικό κύκλο εργασιών του νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα του φυσικού προσώπου∙
(δ) τη σημαντικότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που είναι υπεύθυνο για την παράβαση, στο βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν∙
(ε) τις ζημίες σε τρίτους που προκλήθηκαν από την παράβαση, στο βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν∙
(στ) το βαθμό συνεργασίας του φυσικού ή νομικού προσώπου, που είναι υπεύθυνο για την παράβαση, με την αρχή εξυγίανσης∙
(ζ) προηγούμενες παραβάσεις του φυσικού ή νομικού προσώπου, που είναι υπεύθυνο για την παράβαση∙
(η) τυχόν πιθανές συστημικές συνέπειες της παράβασης.
(8)(α) Διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται από την αρχή εξυγίανσης κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, λογίζεται έναντι των εσόδων του Πάγιου Ταμείου της Δημοκρατίας.
(β) Σε περίπτωση παράλειψης καταβολής διοικητικού προστίμου ή χρηματικής πληρωμής που καθορίζεται στα πλαίσια συμβιβασμού, η αρχή εξυγίανσης δύναται -
(i) Να λαμβάνει δικαστικά μέτρα προς είσπραξή του, οπότε το οφειλόμενο ποσό εισπράττεται ως αστικό χρέος·
(ii) να λαμβάνει οποιαδήποτε άλλα μέτρα, τα οποία δύναται να καθορίζει με οδηγία της.
(9) Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων περί επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπονται στο άρθρο 85, η αρχή εξυγίανσης ενημερώνει την ΕΑΤ σχετικά με όλες τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλουν δυνάμει του παρόντος άρθρου και σχετικά με την κατάσταση των προσφυγών και τα αποτελέσματά τους.