48.-(1)(α) Η αρχή εξυγίανσης δύναται να απαιτεί, δια της έκδοσης διατάγματος που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, τη μεταβίβαση σε ένα αγοραστή που δεν είναι μεταβατικό ίδρυμα -
(i) Μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας που έχουν εκδοθεί από ίδρυμα υπό εξυγίανση·
(ii) όλων ή οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ιδρύματος υπό εξυγίανση.
(β) Με την επιφύλαξη του άρθρου 86 και των εδαφίων (8) και (9) του παρόντος άρθρου, η μεταβίβαση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) θεωρείται καθ’ όλα έγκυρη πράξη και ισχύει έναντι τρίτων, χωρίς τη συγκατάθεση των μετόχων του ιδρύματος υπό εξυγίανση ή οποιουδήποτε τρίτου μέρους πλην του αποκτώντα και ανεξάρτητα από την ισχύ οποιουδήποτε περιορισμού που επιβάλλεται δυνάμει διατάξεων νομοθεσίας ή ορών σύμβασης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, περιλαμβανομένης της συμμόρφωσης με νομικές διαδικασίες που διαφορετικά θα εφαρμόζονταν σύμφωνα, μεταξύ άλλων, με το άρθρο 17 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου ή με τον περί Εταιρειών Νόμο, ως διορθώθηκε ή με τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο ή με τον περί Δημοσίων Προτάσεων Εξαγοράς Νόμο.
(2) Μια μεταβίβαση σύμφωνα με το εδάφιο (1) πραγματοποιείται με εμπορικούς όρους, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων, και σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις.
(3) Η αρχή εξυγίανσης λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο ώστε να εξασφαλίσει εμπορικούς όρους για τη μεταβίβαση σύμφωνα με το εδάφιο (2) οι οποίοι συνάδουν με την αποτίμηση που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 47, έχοντας υπόψη τις εκάστοτε περιστάσεις.
(4) Με την επιφύλαξη του άρθρου 45(7), οποιοδήποτε αντάλλαγμα καταβάλλεται από τον αποκτώντα αποβαίνει προς όφελος -
(α) Των κατόχων των μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας, όταν πρόκειται για μεταβίβαση από τους κατόχους των εν λόγω μετοχών ή μέσων προς τον αποκτώντα·
(β) του ιδρύματος υπό εξυγίανση, όταν πρόκειται για μεταβίβαση ορισμένων ή όλων των περιουσιακών στοιχείων ή των υποχρεώσεων του ιδρύματος υπό εξυγίανση.
(5) Μετά την εφαρμογή του μέτρου πώλησης εργασιών, η αρχή εξυγίανσης δύναται να ασκεί την εξουσία μεταβίβασης περισσότερο από μία φορά, προκειμένου να πραγματοποιεί συμπληρωματικές μεταβιβάσεις μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας που έχουν εκδοθεί από ίδρυμα υπό εξυγίανση ή, κατά περίπτωση, περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων του ιδρύματος υπό εξυγίανση.
(6) Κατόπιν της εφαρμογής του μέτρου πώλησης εργασιών, η αρχή εξυγίανσης δύναται, με τη συγκατάθεση του αποκτώντα, να αναμεταβιβάζει περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή οι υποχρεώσεις στο ίδρυμα υπό εξυγίανση ή μετοχές ή λοιπά μέσα ιδιοκτησίας στους αρχικούς κατόχους τους, ενώ το ίδρυμα υπό εξυγίανση ή οι αρχικοί κάτοχοι δεν δύνανται να αντιταχθούν στην αναμεταβίβαση:
(7) Ο αποκτών διαθέτει την αναγκαία άδεια λειτουργίας προκειμένου να διεκπεραιώσει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες τις οποίες αναλαμβάνει όταν πραγματοποιείται η μεταβίβαση σύμφωνα με το εδάφιο (1).
(8) Σε περίπτωση που μια μεταβίβαση μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας δυνάμει της εφαρμογής του μέτρου πώλησης εργασιών θα κατέληγε σε απόκτηση ή αύξηση ειδικής συμμετοχής σε ίδρυμα και η αρμόδια αρχή δεν έχει ολοκληρώσει έγκαιρα την αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 12(1) του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου και, σε περίπτωση ΑΠΙ, στο άρθρο 17(1) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:
(α) Η εν λόγω μεταβίβαση μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας προς τον αποκτώντα παράγει αμέσως έννομες συνέπειες·
(β) κατά τη διάρκεια της περιόδου αξιολόγησης από την αρμόδια αρχή δυνάμει του εδαφίου αυτού και κάθε περιόδου εκποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο (δ) -
(i) Τα δικαιώματα ψήφου του αποκτώντα βάσει των εν λόγω μετοχών ή μέσων ιδιοκτησίας αναστέλλονται και εκχωρούνται αποκλειστικά στην αρχή εξυγίανσης, η οποία δεν υποχρεούται να ασκεί τα σχετικά δικαιώματα ψήφου και δεν φέρει οποιαδήποτε ευθύνη για την άσκηση ή την παράλειψη άσκησής τους,
(ii) οι κυρώσεις και τα λοιπά μέτρα λόγω παράβασης των απαιτήσεων περί απόκτησης ή εκχώρησης ειδικών συμμετοχών σύμφωνα, κατά περίπτωση, με τις διατάξεις του άρθρου 74 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου ή/και του άρθρου 17(9) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου δεν εφαρμόζονται για την εν λόγω μεταβίβαση μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας·
(γ) εάν η αρμόδια αρχή εγκρίνει τη μεταβίβαση των μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας στον αποκτώντα, παύει η αναστολή των οικείων δικαιωμάτων ψήφου στο πρόσωπό του από το χρονικό σημείο κατά το οποίο η αρχή εξυγίανσης και ο αποκτών λαμβάνουν την εν λόγω ειδοποίηση περί έγκρισης από την αρμόδια αρχή·
(δ) εάν η αρμόδια αρχή αντιταχθεί στη μεταβίβαση μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας προς τον αποκτώντα -
(i) Τα δικαιώματα ψήφου βάσει αυτών των μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (β), παραμένουν σε πλήρη ισχύ·
(ii) η αρχή εξυγίανσης δύναται να απαιτήσει από τον αποκτώντα να εκποιήσει αυτές τις μετοχές ή τα άλλα μέσα ιδιοκτησίας, εντός περιόδου εκποίησης που ορίζεται από την αρχή εξυγίανσης, αφού ληφθούν υπόψη οι επικρατούσες συνθήκες στην αγορά·
(iii) εάν ο αποκτών δεν ολοκληρώσει την εν λόγω εκποίηση εντός της περιόδου εκποίησης που έχει ορίσει η αρχή εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης δύναται να συγκατατεθεί σε επιβολή κυρώσεων και λοιπών μέτρων από την αρμόδια αρχή λόγω παράβασης των απαιτήσεων περί απόκτησης ή εκχώρησης ειδικών συμμετοχών.
(9) Οι μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται δυνάμει του μέτρου πώλησης εργασιών υπόκεινται στις διασφαλίσεις που προβλέπονται στο Κεφάλαιο VII του παρόντος Μέρους.
(10) Για τους σκοπούς της άσκησης των δικαιωμάτων παροχής υπηρεσιών ή για τους σκοπούς της εγκατάστασής του σε κράτος μέλος, σύμφωνα, κατά περίπτωση, με τον περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμο ή/και τον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο, ο αποκτών θεωρείται ότι αποτελεί συνέχεια του ιδρύματος υπό εξυγίανση και μπορεί να συνεχίσει να ασκεί κάθε δικαίωμα το οποίο ασκούσε το ίδρυμα υπό εξυγίανση όσον αφορά τα μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις.
(11)(α) Ο αποκτών δύναται να συνεχίσει να ασκεί τα δικαιώματα συμμετοχής και πρόσβασης σε συστήματα πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού, σε χρηματιστήρια αξιών, σε συστήματα αποζημίωσης επενδυτών και συστήματα εγγύησης των καταθέσεων του υπό εξυγίανση ιδρύματος, εφόσον πληροί τα κριτήρια ιδιότητας μέλους και συμμετοχής για τη συμμετοχή στα συστήματα αυτά.
(β) Ανεξάρτητα από την παράγραφο (α) -
(i) Δεν εμποδίζεται η πρόσβαση στα συστήματα που αναφέρονται στην παράγραφο (α) επειδή ο αποκτών δεν διαθέτει διαβάθμιση από οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή επειδή η εν λόγω διαβάθμιση δεν αντιστοιχεί στα επίπεδα διαβάθμισης που απαιτούνται για την πρόσβαση στα συστήματα αυτά·
(ii) σε περίπτωση που ο αποκτών δεν πληροί τα κριτήρια ιδιότητας μέλους ή συμμετοχής σε σχετικό σύστημα πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού, χρηματιστήριο αξιών, σύστημα αποζημίωσης επενδυτών ή σύστημα εγγύησης των καταθέσεων, τα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο (α) ασκούνται για χρονική περίοδο που ορίζει η αρχή εξυγίανσης, η οποία δεν υπερβαίνει τους είκοσι τέσσερις (24) μήνες και δύναται να ανανεωθεί κατόπιν αιτήματος του αποκτώντας προς την αρχή εξυγίανσης.
(12) Με την επιφύλαξη του Κεφαλαίου VII του παρόντος Μέρους, οι μέτοχοι ή οι πιστωτές του ιδρύματος υπό εξυγίανση και άλλα τρίτα μέρη των οποίων τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα ή οι υποχρεώσεις δεν μεταβιβάζονται, δεν έχουν δικαιώματα, άμεσα ή έμμεσα, επί των μεταβιβαζόμενων περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων.
49.-(1)(α) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (3), όταν εφαρμόζει το μέτρο πώλησης εργασιών σε ίδρυμα ή σχετικό πρόσωπο, η αρχή εξυγίανσης θέτει σε πώληση ή προβαίνει σε ρυθμίσεις για να τεθούν σε πώληση τα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα, υποχρεώσεις, μετοχές ή άλλα μέσα ιδιοκτησίας που σκοπεύει να μεταβιβάσει η αρχή εξυγίανσης.
(β) Για ομάδες δικαιωμάτων, περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, δύνανται να κινηθούν χωριστές διαδικασίες υποβολής προσφορών.
(2)(α) Με την επιφύλαξη των κανόνων της ΕΕ σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις, κατά την περίπτωση, η διαδικασία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) πραγματοποιείται σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:
(i) Είναι όσο το δυνατόν διαφανέστερη και δεν αλλοιώνει ουσιαστικά την εικόνα των περιουσιακών στοιχείων, των δικαιωμάτων, των υποχρεώσεων, των μετοχών ή των άλλων μέσων ιδιοκτησίας του ιδρύματος που σκοπεύει να μεταβιβάσει η αρχή εξυγίανσης, έχοντας υπόψη τις περιστάσεις, και ιδίως την ανάγκη να διατηρηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα·
(ii) δεν ευνοεί αδικαιολόγητα κάποιους δυνητικούς αγοραστές ούτε δημιουργεί διακρίσεις μεταξύ τους·
(iii) δεν επηρεάζεται από συγκρούσεις συμφερόντων·
(iv) δεν προσφέρει τυχόν αθέμιτο πλεονέκτημα σε δυνητικό αγοραστή·
(v) λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να πραγματοποιηθεί ταχέως η δράση εξυγίανσης·
(vi) στοχεύει στη μεγιστοποίηση, κατά το δυνατόν, της τιμής πώλησης των σχετικών μετοχών ή των άλλων μέσων ιδιοκτησίας, των περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων.
(β) Με την επιφύλαξη της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (α), οι αρχές που καθορίζονται στην παράγραφο (α) δεν εμποδίζουν την αρχή εξυγίανσης να αποκλείσει συγκεκριμένους δυνητικούς αγοραστές.
(γ) Κάθε γνωστοποίηση στο κοινό της θέσης σε πώληση του ιδρύματος ή του σχετικού προσώπου, που κανονικά θα απαιτείτο σύμφωνα με το Άρθρο 17, παράγραφος 1, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, δύναται να αναβληθεί σύμφωνα με το Άρθρο 17, παράγραφος 4 ή 5, του εν λόγω Κανονισμού.
(3) Η αρχή εξυγίανσης δύναται να εφαρμόζει το μέτρο πώλησης εργασιών χωρίς να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (1), όταν διαπιστώνει ότι η συμμόρφωση με τις εν λόγω απαιτήσεις ενδέχεται να υπονομεύσει έναν ή περισσότερους από τους στόχους εξυγίανσης, και ειδικότερα εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Όταν θεωρεί ότι υπάρχει ουσιαστική απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, προερχόμενη ή επιδεινούμενη από την κατάσταση αφερεγγυότητας ή πιθανής αφερεγγυότητας του ιδρύματος υπό εξυγίανση· και
(β) όταν θεωρεί ότι η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις αυτές ενδέχεται να υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα του μέτρου πώλησης εργασιών ως προς την αντιμετώπιση της εν λόγω απειλής ή την επίτευξη του στόχου της εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 41(2)(α)(ii).