ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου

3. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια υπεράκτιων εργασιών πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Σκοπός του παρόντος Νόμου

4. Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η δημιουργία ενιαίου ρυθμιστικού πλαισίου με το οποίο καταρτίζονται, συντονίζονται και εφαρμόζονται τα εξωτερικά σχέδια εκτάκτου ανάγκης για την αντιμετώπιση καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης που προκύπτουν από τις υπεράκτιες εργασίες πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Κατάρτιση και εφαρμογή εξωτερικών σχεδίων εκτάκτου ανάγκης

5.-(1) Τα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης καταρτίζονται ώστε να καλύπτουν όλες τις υπεράκτιες εργασίες και εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου ή τις συνδεδεμένες υποδομές και τις περιοχές που ενδέχεται να πληγούν.

(2) Τα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, καταρτίζονται σε συνεργασία με τους οικείους φορείς εκμετάλλευσης και τους ιδιοκτήτες, και κατά περίπτωση, με τους κατόχους άδειας και το Διευθυντή του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη την πλέον επικαιροποιημένη έκδοση των εσωτερικών σχεδίων αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης των υφιστάμενων ή προβλεπόμενων εγκαταστάσεων ή των συνδεδεμένων υποδομών στην περιοχή που καλύπτεται από το εξωτερικό σχέδιο αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης.

(3) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για το συντονισμό και τον καταρτισμό των εξωτερικών σχεδίων αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης:

Νοείται ότι, σχέδια τα οποία καταρτίζονται δυνάμει άλλης εθνικής νομοθεσίας και πληρούν τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, δύναται να αποτελέσουν τμήμα των εξωτερικών σχεδίων αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης που καταρτίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).

Επεξήγηση του ρόλου των αρχών, φορέων, συντονιστών και λοιπών εμπλεκομένων στα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης

6.-(1)Τα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης επεξηγούν με σαφήνεια το ρόλο των αρχών, των φορέων αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, των συντονιστών και των λοιπών εμπλεκομένων στην αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτου ανάγκης, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεργασία στην αντιμετώπιση σοβαρών ατυχημάτων.

(2) Στα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης διευκρινίζονται ο ρόλος και οι οικονομικές υποχρεώσεις των κατόχων άδειας και των φορέων εκμετάλλευσης.

Απαιτήσεις σχετικά με τα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης

7. Τα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, καταρτίζονται σύμφωνα με τις ελάχιστες απαιτήσεις του Παραρτήματος I.

Τήρηση αρχείων σχετικά με τον εξοπλισμό και τις υπηρεσίες αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης

8.-(1) Η αρμόδια αρχή τηρεί αρχεία σχετικά με τον εξοπλισμό και τις υπηρεσίες αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙ.

(2) Τα αρχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (1), είναι διαθέσιμα:

(α) Σε άλλα κράτη μέλη που ενδέχεται να επηρεαστούν,

(β) στην Επιτροπή και

(γ) σε αμοιβαία βάση, σε γειτονικές τρίτες χώρες.

Διατάξεις εξωτερικών σχεδίων αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης για ανταπόκριση σε σοβαρό ατύχημα

9. Οι ρυθμίσεις που περιέχονται στα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης περιλαμβάνουν διατάξεις για την ανταπόκριση σε σοβαρό ατύχημα, το οποίο πιθανόν να υπερβαίνει τις δυνατότητες αντίδρασης της Κυπριακής Δημοκρατίας ή τα όρια της, μέσω:

(α) Ανταλλαγής εξωτερικών σχεδίων αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης με γειτονικά κράτη μέλη και την Επιτροπή·

(β) συγκέντρωσης σε διασυνοριακό επίπεδο των καταλόγων των μέσων παρέμβασης που βρίσκονται στην κατοχή του κλάδου ή των δημόσιων αρχών, ώστε ο εξοπλισμός και οι διαδικασίες να είναι συμβατά μεταξύ όμορων χωρών και κρατών μελών·

(γ) διαδικασιών για την επίκληση του Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

(δ) διοργάνωσης διασυνοριακών ασκήσεων όσον αφορά τα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης.

Γνωστοποίηση εξωτερικών σχεδίων αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης

10.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί τα εξωτερικά σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, που καταρτίζονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου:

(α) Στην Επιτροπή,

(β) σε άλλα κράτη μέλη που ενδέχεται να επηρεαστούν και

(γ) στο κοινό.

(2) Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες που κοινοποιούνται δεν θέτουν κινδύνους για την ασφάλεια και την προστασία των υπεράκτιων εγκαταστάσεων πετρελαίου και φυσικού αερίου και τη λειτουργία τους και δεν βλάπτουν τα οικονομικά ή εθνικά συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας ή την ατομική ασφάλεια και ευημερία των υπαλλήλων που ανήκουν σε αυτή.

Συμβατότητα εξοπλισμού αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης

11.-(1) Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι τα σχέδια που προβλέπονται στο άρθρο 5 υιοθετούν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να επιτυγχάνεται ψηλό επίπεδο συμβατότητας και διαλειτουργικότητας του εξοπλισμού αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης και εμπειρογνωμοσύνης μεταξύ όλων των κρατών μελών μιας γεωγραφικής περιοχής και πέραν αυτής, κατά περίπτωση.

(2) Η αρμόδια αρχή ενθαρρύνει τον κλάδο να αναπτύσσει εξοπλισμό αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης και σχετικές υπηρεσίες, που είναι συμβατά και διαλειτουργικά σε όλη τη γεωγραφική περιοχή.

Ετοιμότητα για αποτελεσματική αντιμετώπιση σοβαρού ατυχήματος

12.-(1) Οι φορείς εκμετάλλευσης και οι ιδιοκτήτες οφείλουν να δοκιμάζουν, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, την ετοιμότητά τους για την αποτελεσματική αντιμετώπιση σοβαρών ατυχημάτων, σε στενή συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς της Δημοκρατίας.

(2) Η απαίτηση που προβλέπεται από τις διατάξεις του εδαφίου (1) διασφαλίζεται μέσω των ρυθμίσεων των εξωτερικών σχεδίων αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης.

Σχέδια συνεργασίας για έκτακτες ανάγκες

13.-(1) Οι αρμόδιοι φορείς της Δημοκρατίας εκπονούν σχέδια συνεργασίας για έκτακτες ανάγκες, τα οποία αξιολογούνται τακτικά και επικαιροποιούνται κατά περίπτωση.

(2) Οι φορείς εκμετάλλευσης οφείλουν να συνεργάζονται μεταξύ τους πάνω σε συνεχή βάση, ώστε να διασφαλίζεται η συνεργασία και η συνδρομή τους στις περιπτώσεις που το μέγεθος ή η φύση μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης δημιουργεί κίνδυνο ο οποίος καθιστά ή ενδέχεται να καταστήσει αναγκαία τη βοήθεια αυτή.