2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«άδεια αποδέκτη» σημαίνει την άδεια παροχής υπηρεσιών στοιχήματος, που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΙΙΙ του περί Στοιχημάτων Νόμου∙
«άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου» σημαίνει την άδεια παροχής υπηρεσιών στοιχήματος για λογαριασμό αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α, που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΙΙΙ του περί Στοιχημάτων Νόμου∙
«άθλημα» σημαίνει άθλημα που διεξάγεται από οποιαδήποτε αθλητική ομοσπονδία∙
«αθλητής» σημαίνει κάθε πρόσωπο εγγεγραμμένο σε αθλητικό σωματείο, όμιλο, εταιρεία ή σύλλογο, που συμμετέχει σε αθλητικό γεγονός στη Δημοκρατία και περιλαμβάνει τον προπονητή και τους βοηθούς προπονητή∙
«αθλητική ομοσπονδία» σημαίνει οποιαδήποτε αθλητική ομοσπονδία που συστάθηκε και λειτουργεί νόμιμα στη Δημοκρατία με σκοπό την προαγωγή του εξωσχολικού αθλητισμού, της οποίας τα συστατικά μέλη είναι σωματεία που νόμιμα συστάθηκαν και νόμιμα λειτουργούν στη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμου∙
«αθλητικό γεγονός» σημαίνει οποιοδήποτε αθλητικό αγώνα ομαδικό ή ατομικό, οποιαδήποτε αθλητική συνάντηση ή εκδήλωση, που διοργανώνεται σε αθλητικό χώρο από ομοσπονδία, αθλητικό σωματείο, εταιρεία, σύλλογο ή φυσικό πρόσωπο και περιλαμβάνει αθλητικό αγώνα που διεξάγεται στο πλαίσιο πρωταθλήματος ή πρωταθλήματος κυπέλλου καθώς και φιλικό αγώνα ή εκδήλωση που διεξάγεται σύμφωνα με τους κανόνες της οικείας εθνικής ή διεθνούς ομοσπονδίας∙
«αθλητικό σωματείο» σημαίνει οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο περιλαμβανομένης εταιρείας, σωματείου ή συνδέσμου που έχει συσταθεί νόμιμα στη Δημοκρατία με σκοπό την προαγωγή του εξωσχολικού αθλητισμού και περιλαμβάνει τους αθλητικούς και γυμναστικούς συλλόγους∙
«αθλητικό μητρώο» σημαίνει το μητρώο που δημιουργείται για κάθε αθλητή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και περιλαμβάνει τις καταδίκες και τα στοιχεία που αφορούν εμπλοκή του σε προσυνεννοημένους αγώνες, όπως αυτά προκύπτουν από τα αποτελέσματα της έρευνας που διενεργείται από την Επιτροπή Δεοντολογίας και Προστασίας του Αθλητισμού∙
«αθλητικός παράγοντας» σημαίνει κάθε πρόσωπο το οποίο κατέχει οργανωτική, διοικητική, διευθυντική, τεχνική ή άλλη παρόμοιας φύσεως θέση σε οποιοδήποτε αθλητικό σωματείο ή ομοσπονδία και περιλαμβάνει διαιτητές, βοηθούς διαιτητές, παρατηρητές αγώνα, παρατηρητές διαιτησίας, μέλη διοικητικών συμβουλίων σωματείων, ομάδων και ομοσπονδιών, κάθε μέλος ιατρικού ή τεχνικού επιτελείου και οποιοδήποτε έμμισθο στέλεχος αθλητικού σωματείου ή ομάδας∙
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία∙
«Εθνική Αρχή Στοιχημάτων» σημαίνει την Εθνική Αρχή Στοιχημάτων που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3 του περί Στοιχημάτων Νόμου∙
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή Δεοντολογίας και Προστασίας του Αθλητισμού, η οποία συστήνεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4∙
«εκπρόσωποι αθλητών» σημαίνει τους εκπρόσωπους που αναλαμβάνουν τη νομική ή και άλλη εκπροσώπηση των αθλητών στις διαπραγματεύσεις με αθλητικά σωματεία για οτιδήποτε σχετίζεται με την υπογραφή και ενεργοποίηση συμβολαίων συνεργασίας μεταξύ των αθλητών και των σωματείων∙
«εμπιστευτική πληροφόρηση» σημαίνει κάθε πληροφορία που αφορά ιατρικά, οικονομικά, αθλητικά ή άλλα δεδομένα σε σχέση με ένα ή περισσότερους αγώνες, η οποία δεν έχει δημοσιευτεί ή περιήλθε σε γνώση του ευρύτερου κοινού με επίσημο τρόπο και η οποία δύναται να επηρεάσει ουσιωδώς την εξέλιξη ή και το τελικό αποτέλεσμα ενός αγώνα∙
«ηλεκτρονικό στοίχημα» σημαίνει στοίχημα, το οποίο διεξάγεται μέσω τηλεπικοινωνιών όπως καθορίζεται στις διατάξεις του περί Στοιχημάτων Νόμου∙
«κατηγορία πρωταθλήματος» σημαίνει την κατηγορία κατάταξης αθλητικών ομάδων σωματείων, αθλητικών εταιρειών ή συλλόγων με βάση το καταστατικό ή τους κανόνες της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας ή οργανισμού∙
«Κ.Ο.Α» σημαίνει τον Κυπριακό Οργανισμό Αθλητισμού, που συστάθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμου∙
«πληροφορία» σημαίνει κάθε μορφής γραπτή ή προφορική πληροφορία ή έγγραφα και περιλαμβάνει πληροφορία που δυνατό να είναι καταχωρισμένη σε ηλεκτρονικό υπολογιστή ή οποιοδήποτε άλλο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης πληροφοριών∙
«πράξεις διαφθοράς» σημαίνει τα αδικήματα που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 11, και 12 καθώς και οποιαδήποτε άλλα αδικήματα διαφθοράς που προβλέπονται σε οποιοδήποτε άλλο νόμο της Δημοκρατίας∙
«πρωτάθλημα» σημαίνει τη διεξαγωγή σειράς αγώνων, που βρίσκεται υπό την αιγίδα αθλητικής ομοσπονδίας∙
«προσυνεννοημένος αγώνας» σημαίνει τον αγώνα του οποίου η εξέλιξη ή και η τελική έκβαση δεν αποτελούν προϊόν τίμιου παιχνιδιού σε αμιγώς αθλητικό ανταγωνιστικό πλαίσιο, αλλά αποτελεί προκατασκευασμένο αποτέλεσμα, προϊόν προηγούμενης ή εν εξελίξει του αγώνα συνεννόησης μεταξύ δύο (2) ή περισσοτέρων προσώπων ή την καταλυτική παρέμβαση ενός προσώπου, με σκοπό την αποκόμιση οικονομικού ή άλλου οφέλους∙
«πρόσωπο» σημαίνει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο∙
«ύποπτη στοιχηματική δραστηριότητα» σημαίνει οποιαδήποτε στοιχηματική δραστηριότητα που διενεργείται πριν ή και κατά τη διάρκεια ενός αθλητικού γεγονότος και η οποία, σύμφωνα με αξιόπιστα στοιχεία, δεν αντιστοιχεί στη φυσιολογική εξέλιξη του αθλητικού γεγονότος και φαίνεται να συνδέεται με πιθανή χειραγώγησή του∙
«στοίχημα» σημαίνει οποιοδήποτε είδος στοιχήματος διενεργείται επί αθλητικών γεγονότων από αριθμό φυσικών προσώπων που συμμετέχουν σε αυτό, υπό τον όρο ότι, τα κέρδη κάθε παίκτη καθορίζονται από το πρόσωπο που διοργανώνει το στοίχημα, πριν ή κατά το χρόνο διενέργειάς του, με αναφορά, τόσο στο ποσό που ο κάθε παίκτης κατέβαλε για τη συμμετοχή του στο στοίχημα, όσο και στην καθορισμένη τιμή απόδοσης του συγκεκριμένου στοιχήματος και το οποίο διεξάγεται κατόπιν άδειας στοιχήματος Κλάσης Α ή Β, ως προβλέπεται στις διατάξεις του περί Στοιχημάτων Νόμου.
«χειραγώγηση αθλητικού γεγονότος» σημαίνει την σκόπιμη διευθέτηση, πράξη ή παράλειψη, για αντικανονική διαφοροποίηση του αποτελέσματος ή της εξέλιξης ενός αθλητικού γεγονότος ή της διαμόρφωσης ενός μεμονωμένου γεγονότος του αγώνα, κατά τρόπο ώστε να αλλοιώνεται εν μέρει ή εν όλω η απρόβλεπτη φύση του υπό αναφορά γεγονότος, με στόχο την αποκόμιση άδικου πλεονεκτήματος για οικονομικό ή άλλο όφελος, προσωπικό ή προς όφελος τρίτων.