1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Εξοπλισμός Πλοίων) Νόμος του 2017.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«ανάκληση» σημαίνει κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή του εξοπλισμού πλοίων που έχει ήδη τοποθετηθεί σε πλοία που φέρουν σημαία της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους της Ένωσης ή έχει αγοραστεί για να τοποθετηθεί σε πλοία που φέρουν σημαία της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους της Ένωσης ∙
«αξιολόγηση της συμμόρφωσης» σημαίνει τη διαδικασία που διεξάγεται από τους κοινοποιημένους οργανισμούς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15, με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσο ο εξοπλισμός πλοίων πληρεί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο∙
«απόσυρση» σημαίνει κάθε μέτρο που αποσκοπεί να αποτρέψει τη διαθεσιμότητα στην αγορά του εξοπλισμού πλοίων που βρίσκεται στην αλυσίδα εφοδιασμού∙
«Απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ» σημαίνει την Απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008 για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων και για την κατάργηση της απόφασης 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο γενικά ή ειδικά εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3∙
«αρχή εποπτείας της αγοράς» σημαίνει το Διευθυντήˑ
«γνωστοποίηση» σημαίνει την γνωστοποίηση της αρμόδιας αρχής, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας∙
«δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ» σημαίνει την δήλωση που έχει εκδώσει ο κατασκευαστής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16∙
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«διάθεση στην αγορά» σημαίνει την πρώτη φορά κατά την οποία εξοπλισμός πλοίων διατίθεται στην αγορά της Ένωσης∙
«διαθεσιμότητα στην αγορά» σημαίνει την κάθε προσφορά εξοπλισμού πλοίων στην αγορά της Ένωσης στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν∙
«διανομέας» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, πλην του κατασκευαστή ή του εισαγωγέα, το οποίο καθιστά εξοπλισμό πλοίων διαθέσιμο στην αγορά·
«διαπίστευση» σημαίνει τη διαπίστευση, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·
«διεθνείς νομικές πράξεις» σημαίνει τις διεθνείς συμβάσεις, αποφάσεις και εγκύκλιους του ΔΝΟ για την εφαρμογή των εν λόγω συμβάσεων, σύμφωνα με την επικαιροποιημένη τους έκδοση, και τα πρότυπα δοκιμών·
«διεθνείς συμβάσεις» σημαίνει τις διεθνείς συμβάσεις και τα Πρωτόκολλα που έχουν κυρωθεί από τη Δημοκρατία, καθώς και τους συναφείς Κώδικες που ισχύουν στη Δημοκρατία τα οποία καθορίζουν ειδικές απαιτήσεις για την έγκριση από την αρμόδια αρχή του εξοπλισμού που πρόκειται να τοποθετεί σε πλοία όπως αυτές απαριθμούνται εκάστοτε με Διάταγμα το οποίο εκδίδεται από τον Υπουργό και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·
«ΔΝΟ» σημαίνει το Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό∙
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή του Tμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων και οποιοδήποτε λειτουργό του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας γενικά ή ειδικά εξουσιοδοτημένο από το Διευθυντή, υπεύθυνο για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου και την εποπτεία της αγοράς·
«εθνικός οργανισμός διαπίστευσης» σημαίνει τον Κυπριακό Οργανισμό Προώθησης Ποιότητας όπως ορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 4 του περί Τυποποίησης Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου∙
«εισαγωγέας» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει στην αγορά της Ένωσης εξοπλισμό πλοίων προερχόμενο από τρίτη χώρα·
«Ένωση» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή∙
«εξοπλισμός πλοίων» σημαίνει τον εξοπλισμό που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4·
«εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση, που έχει λάβει γραπτή εντολή από τον κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008 για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2099/2002» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Νοεμβρίου 2002 για την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS) και για την ασφάλεια στη ναυτιλία και την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία,∙όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«κατασκευαστής» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει εξοπλισμό πλοίων ή που αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή εξοπλισμού πλοίων και διοχετεύει στην αγορά αυτό τον εξοπλισμό υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του·
«κοινοποιούσα αρχή» σημαίνει την αρμόδια αρχή∙
«κοινοποιημένος οργανισμός» σημαίνει τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχει ορίσει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17∙
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ένωσης ή άλλο κράτος που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο·
«κυπριακό πλοίο» σημαίνει πλοίο που είναι εγγεγραμμένο στο νηολόγιο κυπριακών πλοίων και φέρει την σημαία της Δημοκρατίας, δυνάμει των διατάξεων του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου, αλλά δεν περιλαμβάνει πλοίο εγγεγραμμένο παράλληλα σε αλλοδαπό νηολόγιο δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 23Ν μέχρι 23Ρ του νόμου αυτού·
«Οδηγία 2014/90/ΕΕ» σημαίνει την Οδηγία 2014/90/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014 σχετικά με τον εξοπλισμό πλοίων και για την κατάργηση της οδηγίας 96/98/ΕΚ του Συμβουλίου∙
«ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου» σημαίνει τον πλοιοκτήτη ή οποιοδήποτε πρόσωπο, όπως τον διαχειριστή ή τον ναυλωτή γυμνού πλοίου (bareboat charterer), ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας πλοίου από τον πλοιοκτήτη και ο οποίος αναλαμβάνοντας τέτοια ευθύνη έχει συμφωνήσει να αναλάβει όλα τα παρεπόμενα καθήκοντα και υποχρεώσεις που επιβάλλονται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, και περιλαμβάνει και νομικό πρόσωπο·
«οικονομικοί φορείς» σημαίνει τον κατασκευαστή, τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, τον εισαγωγέα και τον διανομέα·
«οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης» σημαίνει τον οργανισμό ο οποίος πραγματοποιεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, στις οποίες συγκαταλέγονται η δοκιμή, η βαθμονόμηση, η πιστοποίηση και η επιθεώρηση·
«πηδαλιόσχημο σήμα» σημαίνει το σύμβολο που αναφέρεται στις διατάξεις του άρθρου 10 και παρατίθεται στο Παράρτημα I της Οδηγίας 2014/90/ΕΕ ή, κατά περίπτωση, η ηλεκτρονική ετικέτα που αναφέρεται στις διατάξεις του άρθρου 12 ·
«προϊόν» σημαίνει στοιχείο εξοπλισμού πλοίου∙
«πρότυπα δοκιμών» σημαίνει τα πρότυπα δοκιμών για τον εξοπλισμό πλοίων που ορίζονται από:
(α) το ΔΝΟ (ΙΜΟ),
(β) το Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης (ISO),
(γ) τη Διεθνή Ηλεκτροτεχνική Επιτροπή (IEC),
(δ) την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN),
(ε) την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης (Cenelec),
(στ) τη Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών (ITU),
(ζ) το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τυποποίησης στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών (ETSI),
(η) την Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 και του άρθρου 27 παράγραφος 6 της Οδηγίας 2014/90/ΕΕ,
(θ) τις ρυθμιστικές αρχές που αναγνωρίζονται στις συμφωνίες αμοιβαίας αναγνώρισης, στις οποίες η Ένωση είναι μέρος∙
«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα που δεν είναι κράτος μέλος∙
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων της Δημοκρατίας.
3.-(1) Ο Υπουργός, με εξαίρεση την εξουσία έκδοσης διαταγμάτων, δύναται να μεταβιβάζει γραπτώς, σε οποιοδήποτε από τα ακόλουθα πρόσωπα, την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας και την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος, που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα στην αρμόδια αρχή:
(α)Το Διευθυντή,
(β) οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο υπηρετεί στο Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων:
(2) Πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η άσκηση εξουσίας ή η εκτέλεση καθήκοντος δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), έχει υποχρέωση να ασκεί την εξουσία και να εκτελεί το καθήκον σύμφωνα με τις οδηγίες του Υπουργού.
(3) Ο Υπουργός έχει εξουσία να τροποποιεί και να ανακαλεί μεταβίβαση που έκανε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) με γραπτή ειδοποίηση προς το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση.
(4) Σε περίπτωση που δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύο ή περισσότερα πρόσωπα ταυτόχρονα ασκούν την ίδια εξουσία ή εκτελούν το ίδιο καθήκον, ο ιεραρχικά υφιστάμενος από τα εν λόγω πρόσωπα λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα ούτως ώστε να μην ασκεί την εξουσία ή εκτελεί το καθήκον στα ίδια πραγματικά γεγονότα με τον ιεραρχικά ανώτερο του, εκτός εάν ο τελευταίος το επιτρέπει και σύμφωνα με τις οδηγίες του τελευταίου.
(5) Σε περίπτωση που δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου πρόσωπο ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον, που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, σε άλλο πρόσωπο, ο παρών Νόμος και οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί εφαρμόζονται ως εάν είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο ασκόν αυτήν πρόσωπο και είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο εκτελόν αυτό πρόσωπο.
4.-(1) Ο παρών Νόμος αφορά εξοπλισμό ο οποίος έχει τοποθετηθεί ή πρόκειται να τοποθετηθεί σε κυπριακό πλοίο και για τον οποίο, σύμφωνα με τις διεθνείς νομικές πράξεις, απαιτείται έγκριση από την αρμόδια αρχή, ανεξάρτητα από το εάν το πλοίο βρίσκεται στην Ένωση τη στιγμή που εγκαθίσταται ο εξοπλισμός.
(2) Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο εξοπλισμός που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) είναι δυνατόν να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής και άλλων νομοθεσιών, αυτός για το σκοπό που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), υπόκειται αποκλειστικά στις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
5.-(1) Ο εξοπλισμός πλοίων που τοποθετείται ή θα τοποθετηθεί σε κυπριακό πλοίο κατά την 18η Σεπτεμβρίου 2016 ή μεταγενέστερα, πληροί τις απαιτήσεις σχεδιασμού, κατασκευής και επιδόσεων που προβλέπουν οι διεθνείς νομικές πράξεις, κατά την τοποθέτησή του στο πλοίο.
(2) Η συμμόρφωση του εξοπλισμού πλοίων με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) αποδεικνύεται αποκλειστικά και μόνο σύμφωνα με τα πρότυπα δοκιμών και με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 15.
(3) Οι διεθνείς νομικές πράξεις εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης που ορίζεται στο άρθρο 5 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002.
6.-(1) Όταν η αρμόδια αρχή εκδίδει, εγκρίνει ή ανανεώνει πιστοποιητικά κυπριακών πλοίων, όπως απαιτείται από τις διεθνείς συμβάσεις, διασφαλίζει ότι ο εξοπλισμός αυτών των πλοίων πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου.
(2) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζει ότι ο εξοπλισμός των κυπριακών πλοίων συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των διεθνών νομικών πράξεων που εφαρμόζονται για εξοπλισμό ήδη τοποθετημένο στα πλοία.
7. Η αρμόδια αρχή δεν απαγορεύει τη διάθεση στην αγορά ή την τοποθέτηση σε κυπριακό πλοίο εξοπλισμού πλοίων, ο οποίος συμμορφώνεται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ούτε αρνείται την έκδοση σχετικών πιστοποιητικών για κυπριακά πλοία ή την ανανέωση των εν λόγω πιστοποιητικών.
8.-(1) Όταν πλοίο που δεν φέρει τη σημαία άλλου κράτους μέλους πρόκειται να νηολογηθεί στη Δημοκρατία, κατά τη νηολόγησή του υποβάλλεται σε επιθεώρηση από την αρμόδια αρχή, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι η κατάσταση του εξοπλισμού του πλοίου ανταποκρίνεται πράγματι στα πιστοποιητικά ασφάλειας και είτε πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και φέρει το πηδαλιόσχημο σήμα, είτε είναι ισοδύναμη, κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής, με τον εξοπλισμό πλοίων που έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(2) Σε περίπτωση που δεν μπορεί να προσδιοριστεί η ημερομηνία τοποθέτησης επί πλοίου εξοπλισμού πλοίων, η αρμόδια αρχή δύναται να καθορίζει ισοδύναμες ικανοποιητικές απαιτήσεις, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών διεθνών νομικών πράξεων.
(3) Ο εξοπλισμός αυτός αντικαθίσταται εάν δεν φέρει το πηδαλιόσχημο σήμα ή εάν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι δεν είναι ισοδύναμος.
(4) (α) Για τον εξοπλισμό πλοίων που, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, κρίνεται ισοδύναμος, εκδίδεται από την αρμόδια αρχή πιστοποιητικό το οποίο τον συνοδεύει πάντοτε.
(β) Με το εν λόγω πιστοποιητικό, η αρμόδια αρχή επιτρέπει τη διατήρηση του εξοπλισμού στο πλοίο και επιβάλλει τυχόν περιορισμούς ή καθορίζει τυχόν διατάξεις όσον αφορά τη χρησιμοποίηση του εξοπλισμού.