6.-(1) Η αρμόδια αρχή διευκολύνει την πρόσβαση των καταναλωτών στις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών και εξασφαλίζει ότι οι διαφορές που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο και αφορούν έμπορο εγκατεστημένο στη Δημοκρατία μπορούν να παραπεμφθούν σε φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, ο οποίος πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου.
(2) Οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών-
(α) Διατηρούν ενημερωμένο ιστότοπο που παρέχει στα μέρη εύκολη πρόσβαση σε πληροφορίες για τη διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών και επιτρέπει στους καταναλωτές να υποβάλλουν ηλεκτρονικά παράπονα και τα απαραίτητα δικαιολογητικά∙
(β) παρέχουν στα μέρη, κατόπιν αιτήσεώς τους, τις πληροφορίες που αναφέρονται στις διατάξεις της παραγράφου (α) επί σταθερού μέσου∙
(γ) όπου εφαρμόζεται, επιτρέπουν στον καταναλωτή να υποβάλει παράπονο με μη ηλεκτρονικό τρόπο∙
(δ) επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των μερών με ηλεκτρονικά μέσα ή εάν συντρέχει περίπτωση, ταχυδρομικώς∙
(ε) δέχονται τόσο εγχώριες όσο και διασυνοριακές διαφορές, περιλαμβανομένων των διαφορών που καλύπτονται από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 524/2013∙ και
(στ) όταν εξετάζουν διαφορές που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο, λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλιστεί ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα γίνεται με βάση τους κανόνες προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου.
(3)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο, δύναται να ορίζει φορείς του δημοσίου τομέα ως φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, προκειμένου να διασφαλισθεί πλήρης τομεακή και γεωγραφική κάλυψη και πρόσβαση των καταναλωτών σε διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών.
(β) Οι φορείς που ορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο ως φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών διασφαλίζουν ότι πληρούν τις απαιτήσεις ποιότητας που προβλέπονται στις διατάξεις του Μέρους ΙΙ και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αναγνωρισθούν ως φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών.
(4) Οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών μπορούν να θεσπίσουν κανόνες διαδικασίας οι οποίοι να τους παρέχουν τη δυνατότητα να αρνηθούν να εξετάσουν μια συγκεκριμένη διαφορά, διότι-
(α) Ο καταναλωτής δεν προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον έμπορο προκειμένου να συζητήσει το παράπονό του και να επιδιώξει, ως πρώτο βήμα, να επιλύσει το πρόβλημα απευθείας με αυτόν∙
(β) η διαφορά είναι επουσιώδης ή βασίζεται σε κακόβουλο παράπονο∙
(γ) η διαφορά εξετάζεται ή έχει εξεταστεί προηγουμένως από άλλο φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών ή από δικαστήριο∙
(δ) η αξία του αντικειμένου της αξίωσης είναι κατώτερη ή ανώτερη από συγκεκριμένο ποσό∙
(ε) ο καταναλωτής δεν υπέβαλε το παράπονο στο φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών εντός προθεσμίας ενός έτους από την ημερομηνία κατά την οποία ο καταναλωτής υπέβαλε παράπονο στον έμπορο∙
(στ) η εξέταση μιας τέτοιας διαφοράς θα έβλαπτε σημαντικά την αποτελεσματική λειτουργία του φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών.
(5) Όταν, σύμφωνα με τους κανόνες διαδικασίας, ένας φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών δεν μπορεί να εξετάσει μια διαφορά που υποβάλλεται ενώπιόν του, κοινοποιεί και στα δύο μέρη το σκεπτικό της απόφασής του να μην εξετάσει τη διαφορά, εντός τριών (3) εβδομάδων από την παραλαβή του φακέλου του παραπόνου.
(6) Οι κανόνες διαδικασίας που εφαρμόζονται από φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), δεν παρεμποδίζουν σε μεγάλο βαθμό την πρόσβαση των καταναλωτών στις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, περιλαμβανομένων των διασυνοριακών διαφορών.
(7) Στις περιπτώσεις όπου φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών θεσπίζουν προκαθορισμένα χρηματικά όρια προκειμένου να περιορίσουν την πρόσβαση σε διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, τα όρια αυτά δεν πρέπει να ορίζονται σε τέτοιο επίπεδο ώστε να παρεμποδίζουν σε μεγάλο βαθμό την πρόσβαση των καταναλωτών στην εξέταση παραπόνων από φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών.
7.-(1) Τα φυσικά πρόσωπα που είναι αρμόδια για την εναλλακτική επίλυση διαφορών διαθέτουν την αναγκαία εμπειρογνωμοσύνη, είναι ανεξάρτητα και αμερόληπτα και-
(α) Κατέχουν τις αναγκαίες γνώσεις και δεξιότητες στον τομέα της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών ή της δικαστικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών, καθώς και βασικές γνώσεις δικαίου∙
(β) διορίζονται για θητεία της οποίας η διάρκεια επαρκεί για να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία της δράσης τους και δεν είναι δυνατόν να απαλλαγούν των καθηκόντων τους χωρίς εύλογη αιτία∙
(γ) δεν υπόκεινται σε εντολές από κάποιο από τα μέρη ή τους εκπροσώπους τους∙
(δ) αμείβονται κατά τρόπο που δεν συνδέεται με την έκβαση της διαδικασίας∙
(ε) χωρίς αναίτια καθυστέρηση, γνωστοποιούν στο φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών τυχόν περιστάσεις που μπορεί να επηρεάσουν ή να θεωρηθεί ότι επηρεάζουν την ανεξαρτησία και την αμεροληψία τους ή να οδηγήσουν σε σύγκρουση συμφερόντων με κάποιο από τα μέρη της διαφοράς που καλούνται να επιλύσουν∙ η υποχρέωση γνωστοποίησης ισχύει καθ’ όλη τη διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών∙ η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει όταν ο φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών περιλαμβάνει ένα μόνο φυσικό πρόσωπο.
(2) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 10, οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών διαθέτουν διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1)-
(α) Το εν λόγω φυσικό πρόσωπο αντικαθίσταται από άλλο, στο οποίο ανατίθεται η διεξαγωγή της διαδικασίας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, ή, αλλιώς∙
(β) το εν λόγω φυσικό πρόσωπο απέχει της διαδικασίας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών και, όπου είναι δυνατόν, ο φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών προτείνει στα μέρη να υποβάλουν τη διαφορά σε άλλο αρμόδιο φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, ή, αλλιώς∙
(γ) οι περιστάσεις γνωστοποιούνται στα μέρη και επιτρέπεται στο εν λόγω φυσικό πρόσωπο να συνεχίσει τη διεξαγωγή της διαδικασίας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών μόνο αν τα μέρη δεν προέβαλαν αντίρρηση, αφού ενημερώθηκαν για την κατάσταση και για το δικαίωμά τους να αντιταχθούν.
(3) Όταν ο φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών περιλαμβάνει ένα μόνο φυσικό πρόσωπο, εφαρμόζονται μόνο οι διατάξεις των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (2).
(4) Όταν τα φυσικά πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την εναλλακτική επίλυση διαφορών απασχολούνται ή αμείβονται αποκλειστικά από επαγγελματική οργάνωση ή επιχειρηματική ένωση της οποίας είναι μέλος ο έμπορος, επιπλέον των γενικών απαιτήσεων που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του εδαφίου (6) πρέπει να διαθέτουν χωριστό και ειδικό προϋπολογισμό επαρκή για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.
(5) Οι διατάξεις του εδαφίου (4) δεν εφαρμόζονται όταν τα ενδιαφερόμενα φυσικά πρόσωπα ανήκουν σε συλλογικό σώμα που απαρτίζεται από ίσο αριθμό εκπροσώπων της επαγγελματικής οργάνωσης ή επιχειρηματικής ένωσης στην οποία απασχολούνται ή από την οποία αμείβονται, και εκπροσώπων των οργανώσεων καταναλωτών.
(6) Οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών σε περίπτωση που τα φυσικά πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την επίλυση διαφορών σχηματίζουν συλλογικό σώμα, πρέπει να εξασφαλίζουν τη συμμετοχή ίσου αριθμού εκπροσώπων των συμφερόντων των καταναλωτών και εκπροσώπων των συμφερόντων των εμπόρων στο εν λόγω σώμα.
(7) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδάφιου (1), η αρμόδια αρχή ενθαρρύνει τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών να παρέχουν κατάρτιση στα φυσικά πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την εναλλακτική επίλυση διαφορών και όταν παρέχεται τέτοια κατάρτιση, η αρμόδια αρχή παρακολουθεί τα σχετικά προγράμματα φορέων εναλλακτικής επίλυσης διαφορών με βάση τις πληροφορίες που της παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ζ) του εδάφιου (3) του άρθρου 21.
8.-(1) Οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών δημοσιοποιούν στους ιστότοπούς τους, κατόπιν αιτήσεως, επί σταθερού μέσου και με κάθε άλλο πρόσφορο μέσο, σαφείς και εύκολα κατανοητές πληροφορίες για τα εξής:
(α) Τα στοιχειά επαφής τους, περιλαμβανομένης της ταχυδρομικής και της ηλεκτρονικής τους διεύθυνσης∙
(β) το γεγονός ότι οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών περιέχονται σε κατάλογο όπως καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 22∙
(γ) τα φυσικά πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την εναλλακτική επίλυση διαφορών, τη μέθοδο διορισμού τους και τη διάρκεια της θητείας τους∙
(δ) τη συμμετοχή τους σε τυχόν δίκτυα φορέων εναλλακτικής επίλυσης διαφορών που διευκολύνουν την επίλυση διασυνοριακών διαφορών∙
(ε) τα είδη διαφορών που είναι αρμόδιοι να εξετάζουν, καθώς και τυχόν όρια∙
(στ) τους κανόνες διαδικασίας που διέπουν την επίλυση διαφοράς και τους λόγους για τους οποίους ένας φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών μπορεί να αρνηθεί να εξετάσει διαφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 6∙
(ζ) τις γλώσσες στις οποίες μπορούν να υποβληθούν τα παράπονα στο φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών και στις οποίες διεξάγεται η διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών∙
(η) τα είδη των κανόνων που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών ως βάση για την επίλυση των διαφορών, όπως κανόνες δικαίου, αρχές ευθυδικίας, κώδικες δεοντολογίας∙
(θ) τυχόν προκαταρτικές απαιτήσεις που πρέπει να εκπληρώσουν τα μέρη για να μπορεί να κινηθεί διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, περιλαμβανομένης της απαίτησης να επιχειρήσει ο καταναλωτής να διευθετήσει το ζήτημα απευθείας με τον έμπορο∙
(ι) το εάν τα μέρη μπορούν να αποσυρθούν από τη διαδικασία ή όχι∙
(ια) το τυχόν κόστος που θα βαρύνει τα μέρη, καθώς και τους τυχόν κανόνες επιβολής των δαπανών της διαδικασίας στο τέλος της∙
(ιβ) τη μέση διάρκεια της διαδικασίας∙
(ιγ) όπου εφαρμόζεται, τα έννομα αποτελέσματα της έκβασης της διαδικασίας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, μεταξύ των οποίων και τις κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση σε περίπτωση απόφασης με δεσμευτικό αποτέλεσμα για τα μέρη∙
(ιδ) όπου εφαρμόζεται, την εκτελεστότητα της απόφασης εναλλακτικής επίλυσης διαφορών.
(2) Οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών οφείλουν να δημοσιοποιούν στους ιστότοπούς τους, κατόπιν αιτήσεως, επί σταθερού μέσου και με όποιο άλλο μέσο κρίνουν πρόσφορο, ετήσιες εκθέσεις δραστηριότητας στις οποίες περιλαμβάνονται οι ακόλουθες πληροφορίες σχετικά τόσο με εγχώριες όσο και με διασυνοριακές διαφορές:
(α) Ο αριθμός των διαφορών που έλαβαν και το είδος των παραπόνων που αφορούσαν οι διαφορές αυτές∙
(β) τυχόν συστηματικά ή σημαντικά προβλήματα που προκύπτουν συχνά και οδηγούν σε διαφορές μεταξύ καταναλωτών και εμπόρων∙ οι πληροφορίες αυτές μπορούν να συνοδεύονται από συστάσεις για το πώς μπορούν τέτοια προβλήματα να αποφεύγονται ή να επιλύονται στο μέλλον, προκειμένου να βελτιώνονται τα πρότυπα των εμπόρων και να διευκολύνεται η ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών∙
(γ) το ποσοστό των διαφορών τις οποίες αρνήθηκε να εξετάσει κάθε φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών και το ποσοστό των διαφόρων λόγων άρνησης που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 6∙
(δ) το ποσοστό διαδικασιών εναλλακτικής επίλυσης διαφορών που διεκόπησαν και τους λόγους της διακοπής αυτής, εάν είναι γνωστοί∙
(ε) τα ποσοστά των λύσεων που προτάθηκαν υπέρ του καταναλωτή και υπέρ του εμπόρου, και των διαφορών που επιλύθηκαν διά φιλικού διακανονισμού∙
(στ) το μέσο χρόνο που χρειάστηκε για την επίλυση των διαφορών∙
(ζ) το ποσοστό συμμόρφωσης με τα αποτελέσματα των διαδικασιών εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, αν είναι γνωστό∙
(η) τη συνεργασία τους μέσα σε δίκτυα φορέων εναλλακτικής επίλυσης διαφορών που διευκολύνουν την επίλυση διασυνοριακών διαφορών, εάν συντρέχει περίπτωση.
9. Οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, για σκοπούς διασφάλισης της αποτελεσματικότητάς τους πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:
(α) Η διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών είναι διαθέσιμη και ευπρόσιτη και για τα δύο μέρη, με ηλεκτρονικό και μη ηλεκτρονικό τρόπο, ανεξάρτητα από το πού βρίσκονται αυτά∙
(β) τα μέρη έχουν πρόσβαση στη διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, χωρίς να είναι υποχρεωμένα να χρησιμοποιήσουν δικηγόρο ή νομικό σύμβουλο∙ η διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών δεν στερεί τα μέρη από το δικαίωμα λήψης ανεξάρτητων συμβουλών ή εκπροσώπησης ή υποστήριξης από τρίτο μέρος σε κάθε στάδιο της διαδικασίας∙
(γ) η διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών είναι δωρεάν ή διατίθεται έναντι συμβολικού τέλους για τους καταναλωτές∙
(δ) ο φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών στον οποίο έχει υποβληθεί παράπονο γνωστοποιεί στα μέρη τη διαφορά αμέσως μετά την παραλαβή όλων των εγγράφων που περιέχουν τις σχετικές με το παράπονο πληροφορίες∙
(ε) η έκβαση της διαδικασίας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών γνωστοποιείται εντός ενενήντα (90) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία ο φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών έλαβε τον πλήρη φάκελο του παραπόνου:
10.-(1) Οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών διασφαλίζουν ότι στις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών-
(α) Τα μέρη έχουν τη δυνατότητα, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, να εκφράσουν τις απόψεις τους, να ενημερωθούν από το φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών για τα επιχειρήματα, αποδεικτικά στοιχεία, έγγραφα και πραγματικά περιστατικά που προβάλλει το άλλο μέρος, τυχόν δηλώσεις ή γνωμοδοτήσεις εμπειρογνωμόνων και να υποβάλουν παρατηρήσεις∙
(β) τα μέρη πληροφορούνται ότι δεν υποχρεούνται να χρησιμοποιήσουν δικηγόρο ή νομικό σύμβουλο, αλλά μπορούν να ζητήσουν τη συμβουλή ανεξάρτητου προσώπου ή να εκπροσωπηθούν ή υποστηριχθούν από τρίτο μέρος σε κάθε φάση της διαδικασίας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών∙
(γ) κοινοποιείται στα μέρη, εγγράφως ή επί σταθερού μέσου, η έκβαση της διαδικασίας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών και τους διαβιβάζεται το σκεπτικό της.
(2) Οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών κατά τις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, όταν επιδιώκουν την επίλυση της διαφοράς προτείνοντας μια λύση, διασφαλίζουν ότι-
(α) Τα μέρη μπορούν να αποσυρθούν από τη διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών σε οποιοδήποτε στάδιο, εφόσον δεν είναι ικανοποιημένα με την όλη διεξαγωγή της και ότι ενημερώνονται σχετικά με το δικαίωμά τους αυτό πριν την έναρξη της διαδικασίας∙ αν η οποιαδήποτε νομοθεσία προβλέπει υποχρεωτική συμμετοχή του εμπόρου στις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, η παρούσα παράγραφος ισχύει μόνο για τον καταναλωτή∙
(β) πριν συμφωνήσουν ή ακολουθήσουν μια προτεινόμενη λύση, τα μέρη ενημερώνονται ότι-
(i) μπορούν να επιλέξουν εάν συμφωνούν ή δεν συμφωνούν με την προτεινόμενη λύση και εάν θα την ακολουθήσουν∙
(ii) η συμμετοχή στη διαδικασία εναλλακτικής επίλυσης διαφορών δεν αποκλείει τη δυνατότητα επιδίωξης έννομης προστασίας μέσω δικαστικών διαδικασιών∙
(iii) η προτεινόμενη λύση ενδέχεται να είναι διαφορετική από το αποτέλεσμα που θα προέκυπτε από ένα δικαστήριο το οποίο εφαρμόζει νομικούς κανόνες.
(γ) τα μέρη, πριν συμφωνήσουν ή ακολουθήσουν μια προτεινόμενη λύση, ενημερώνονται για τις νομικές συνέπειες που θα προκύψουν αν συμφωνήσουν ή ακολουθήσουν μια τέτοια προτεινόμενη λύση∙
(δ) τα μέρη, πριν εκφράσουν τη συγκατάθεσή τους για την προτεινόμενη λύση, ή φιλική συμφωνία, έχουν εύλογο χρονικό διάστημα να σκεφτούν.
(3) Όταν, σύμφωνα με οποιαδήποτε νομοθεσία, διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών προβλέπουν ότι η έκβασή τους καθίσταται δεσμευτική για τον έμπορο μόλις ο καταναλωτής δεχθεί την προτεινόμενη λύση, οι διατάξεις του εδαφίου (2) λογίζεται ότι ισχύουν μόνο έναντι του καταναλωτή.
11.-(1) Η συμφωνία καταναλωτή και εμπόρου να υποβάλουν ένα παράπονο σε φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών δεν δεσμεύει τον καταναλωτή εφόσον συνήφθη πριν από τη γένεση της διαφοράς και εφόσον συνεπάγεται στέρηση του δικαιώματος του καταναλωτή να προσφύγει στα αρμόδια δικαστήρια για τη ρύθμιση της διαφοράς.
(2) Στις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών όπου επιδιώκεται η επίλυση της διαφοράς με την επιβολή λύσης, η επιβαλλόμενη λύση είναι δεσμευτική για τα μέρη μόνον εφόσον αυτά έχουν ενημερωθεί προηγουμένως και έχουν αποδεχθεί ρητά το δεσμευτικό χαρακτήρα της απόφασης και δεν απαιτείται ειδική αποδοχή από τον έμπορο, εάν οποιαδήποτε νομοθεσία προβλέπει ότι οι λύσεις είναι δεσμευτικές για τους εμπόρους.
12.-(1) Στις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών που επιδιώκεται η επίλυση της διαφοράς με την επιβολή λύσης στον καταναλωτή, οι φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι-
(α) Εφόσον δεν υπάρχει σύγκρουση νόμων, η λύση που επιβάλλεται δεν θα έχει ως αποτέλεσμα να στερηθεί ο καταναλωτής την προστασία που του εξασφαλίζουν οι διατάξεις εκ των οποίων δεν χωρεί παρέκκλιση διά συμφωνίας δυνάμει του δικαίου του κράτους μέλους στο οποίο ο καταναλωτής και ο έμπορος έχουν τη συνήθη διαμονή τους·
(β) εφόσον υπάρχει σύγκρουση νόμων, όταν το δίκαιο που ισχύει για τη σύμβαση πώλησης ή υπηρεσιών καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (1) και (2) του άρθρου 6 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008, η λύση που επιβάλλει ο φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών δεν θα έχει ως αποτέλεσμα να στερηθεί ο καταναλωτής της προστασίας που του εξασφαλίζουν οι διατάξεις εκ των οποίων δεν χωρεί παρέκκλιση διά συμφωνίας δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του·
(γ) εφόσον υπάρχει σύγκρουση νόμων, όταν το δίκαιο που ισχύει για τη σύμβαση πωλήσεων ή υπηρεσιών καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (1) έως (3) του άρθρου 5 της Σύμβασης της Ρώμης της 19ης Ιουνίου 1980 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η λύση που επιβάλλει ο φορέας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών δεν θα έχει ως αποτέλεσμα να στερηθεί ο καταναλωτής της προστασίας που του εξασφαλίζουν οι αναγκαστικού δικαίου κανόνες του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «συνήθης διαμονή» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 593/2008.
13.-(1) Τα μέρη που, προσπαθώντας να επιλύσουν τη διαφορά, προσφεύγουν σε διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών των οποίων η έκβαση δεν είναι δεσμευτική, δεν κωλύονται στη συνέχεια να κινήσουν δικαστική διαδικασία με αντικείμενο τη διαφορά αυτή λόγω παραγραφής ή λήξεως αποσβεστικής προθεσμίας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εναλλακτικής επίλυσης διαφορών.
(2)(α) Η υποβολή παραπόνου για εξέτασης μιας διαφοράς σε φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου διακόπτει την παραγραφή και την προθεσμία άσκησης των αξιώσεων, καθ’ όλη την διάρκεια της διαδικασίας.
(β) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, η παραγραφή και η αποσβεστική προθεσμία που διακόπηκαν, αρχίζουν και πάλι με την ολοκλήρωση της διαδικασίας όπως αυτή προβλέπεται από τις διατάξεις του εδάφιου (4) του άρθρου 6 και της παραγράφου (γ) του εδάφιου (1) του άρθρο 10 του παρόντος Νόμου.
(3) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν επηρεάζουν τις περί παραγραφής ή λήξεως αποσβεστικής προθεσμίας διατάξεις των διεθνών συμφωνιών στις οποίες συμμετέχει η Δημοκρατία.