7.-(1) Ο Έφορος, μέσα σε εννέα (9) μήνες από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, καταρτίζει και τηρεί Μητρώο Εγγεγραμμένων Οστεοπαθητικών, στο οποίο καταγράφονται το όνομα, η διεύθυνση και τα προσόντα κάθε προσώπου που δικαιούται να εγγραφεί σ’ αυτό, μαζί με άλλα στοιχεία που το Συμβούλιο ήθελε κρίνει αναγκαία.
(2) Ο Έφορος τηρεί ενημερωμένο το Μητρώο και διενεργεί σ’ αυτό τις αναγκαίες μεταβολές αναφορικά με τη διεύθυνση, τα προσόντα ή οποιαδήποτε άλλα στοιχεία των εγγεγραμμένων προσώπων και απαλείφει από το Μητρώο το όνομα κάθε προσώπου το οποίο απεβίωσε ή έπαυσε να κατέχει τα προσόντα ή του οποίου το όνομα έχει διαγραφεί από το Μητρώο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(3) Η πρώτη δημοσίευση του Μητρώου από τον Έφορο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας γίνεται μέσα σε δέκα (10) μήνες από την ημερομηνία διορισμού του Συμβουλίου και ακολούθως τον Ιανουάριο κάθε έτους και αποτελεί εκ πρώτης όψεως απόδειξη ότι τα κατονομαζόμενα σ’ αυτό πρόσωπα είναι εγγεγραμμένοι οστεοπαθητικοί:
8.-(1) Κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο με την καταβολή του καθορισμένου τέλους, εάν ικανοποιήσει το Συμβούλιο ότι-
(α)(i) είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή σύζυγος ή τέκνο πολίτη της Δημοκρατίας ή είναι πολίτης άλλου κράτους μέλους ή μέλος της οικογένειάς του∙
(ii) έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο (21ο) έτος της ηλικίας του∙
(β) κατέχει πιστοποιητικό υγείας από μέλος του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου∙
(γ) κατέχει αποδεικτικό στοιχείο επαγγελματικής ασφαλιστικής κάλυψης∙
(δ) δεν έχει καταδικαστεί για αδίκημα, το οποίο ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα∙
(ε) είναι κάτοχος-
(i) πανεπιστημιακού διπλώματος ή ισότιμου πτυχίου στην οστεοπαθητική, αναγνωρισμένου βάσει του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμου, το οποίο περιλαμβάνει και πρακτική άσκηση ή/και επαγγελματικά προσόντα και του δίνει το δικαίωμα να ασκήσει το επάγγελμα της οστεοπαθητικής όταν αυτό είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο στο κράτος μέλος που το έχει αποκτήσει∙ ή
(ii) πανεπιστημιακού διπλώματος ή ισότιμου πτυχίου στην οστεοπαθητική, μη αναγνωρισμένου βάσει του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμου, το οποίο περιλαμβάνει και πρακτική άσκηση ή/και επαγγελματικά προσόντα και του δίνει το δικαίωμα να ασκήσει το επάγγελμα της οστεοπαθητικής όταν αυτό είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο στο κράτος μέλος που το έχει αποκτήσει∙
(στ) σε περίπτωση που το επάγγελμα δεν είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο στο κράτος μέλος που έχουν αποκτηθεί τα προσόντα, απαιτείται-
(i) αποδεικτικό στοιχείο της εκπαίδευσης, το επίπεδο και το περιεχόμενο της οποίας δεν έχει ουσιαστικές διαφορές με την απαιτούμενη εκπαίδευση, που καθορίζεται στην υποπαράγραφο (ι) της παραγράφου (ε), και
(ii) αποδεικτικό στοιχείο που προσδιορίζει με σαφήνεια την επαγγελματική δραστηριότητα και βεβαιώνει την επαγγελματική εμπειρία τουλάχιστον ενός έτους ή για ισοδύναμη συνολική διάρκεια σε καθεστώς μερικής απασχόλησης των τελευταίων δέκα (10) ετών σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο το εν λόγω επάγγελμα δεν είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο, καθώς και τουλάχιστον βεβαίωση επάρκειας ή έγγραφα που έχουν εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος στο οποίο το επάγγελμα του οστεοπαθητικού δεν είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο:
(2) Για την εγγραφή πολιτών κρατών μελών στο Μητρώο, η εφαρμογή των διατάξεων του εδαφίου (1) διενεργείται τηρουμένων των διατάξεων του περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου.
(3) Για την άσκηση του επαγγέλματος του οστεοπαθητικού στη Δημοκρατία είναι απαραίτητη η καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας και το Συμβούλιο δύναται να διενεργεί προσωπικές συνεντεύξεις για διαπίστωση του βαθμού γνώσης της ελληνικής γλώσσας.
9.-(1) Οι αιτήσεις για εγγραφή στο Μητρώο υποβάλλονται στον Έφορο στον καθορισμένο τύπο, που εκτίθεται στο Παράρτημα Α.
(2) Ο Έφορος θέτει τις αιτήσεις ενώπιον του Συμβουλίου, το οποίο μέσα σε τρεις (3) μήνες από την υποβολή της αίτησης σε αυτό κοινοποιεί τη σχετική απόφαση στον Έφορο και στον αιτητή:
(3) Σε περίπτωση έγκρισης της αίτησης από το Συμβούλιο, ο Έφορος εγγράφει τον αιτητή στο Μητρώο και εκδίδει σ’ αυτόν το πιστοποιητικό εγγραφής, σύμφωνα με τον καθορισμένο τύπο, που εκτίθεται στο Παράρτημα Β, το οποίο αποτελεί απόδειξη του περιεχομένου του.
(4) Σε περίπτωση που το Συμβούλιο απορρίψει αίτηση για εγγραφή στο Μητρώο, το τέλος που καταβλήθηκε θεωρείται ως δαπάνη για την εξέταση της αίτησης.
(5) Το Συμβούλιο δύναται να ζητά συμβουλή ή γνωμοδότηση από αρμόδια όργανα ή πρόσωπα που διαμένουν στη Δημοκρατία ή και σε άλλα κράτη μέλη σχετικά με οποιοδήποτε θέμα προκύπτει κατά την εξέταση αίτησης εγγραφής μέλους στο Μητρώο.
10.-(1) Ο Έφορος διαγράφει από το Μητρώο οποιοδήποτε εγγεγραμμένο οστεοπαθητικό-
(α) ο οποίος ζητά με επιστολή του προς το Συμβούλιο τη διαγραφή του. ή
(β) του οποίου το όνομα έχει αναγραφεί στο Μητρώο λόγω πλάνης ή σφάλματος ή ψευδούς παραστάσεως. ή
(γ) ο οποίος απεβίωσε. ή
(δ) στον οποίο επιβλήθηκε η ποινή της διαγραφής από το Μητρώο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου. ή
(ε) ο οποίος έπαυσε να κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα για εγγραφή στο Μητρώο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2) Σε περίπτωση διαγραφής εγγεγραμμένου οστεοπαθητικού από το Μητρώο, το εκδοθέν σ’ αυτόν πιστοποιητικό εγγραφής ακυρώνεται και ο ίδιος υποχρεώνεται να το παραδώσει άμεσα στον Έφορο.