ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
Σύσταση της ΡΑΕΚ

4. Συστήνεται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, καλούμενο ως «Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου», η οποία είναι ανεξάρτητη αρχή με αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντα που καθορίζονται από τον παρόντα Νόμο, τον περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμο, τον περί Ρύθμισης της Αγοράς Φυσικού Αερίου Νόμο ή/και οποιονδήποτε άλλο Νόμο και των δυνάμει αυτών εκδιδόμενων Κανονισμών.

Ανεξαρτησία της ΡΑΕΚ

5.-(1) Η ΡΑΕΚ είναι νομικά διακριτή και λειτουργικά ανεξάρτητη από κάθε άλλη δημόσια ή ιδιωτική οντότητα.

(2) Η ΡΑΕΚ ασκεί τις εξουσίες που της ανατίθενται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου και του περί Ρύθμισης της Αγοράς Φυσικού Αερίου Νόμου με αμεροληψία και διαφάνεια.

(3) Η ΡΑΕΚ, κατά την άσκηση των ρυθμιστικών καθηκόντων που της ανατίθενται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου και του περί Ρύθμισης της Αγοράς Φυσικού Αερίου Νόμου, λαμβάνει αυτόνομες αποφάσεις, ανεξάρτητα από κάθε πολιτικό οργανισμό.

(4) Τα μέλη της Ανώτερης Διοίκησης και το προσωπικό της ΡΑΕΚ-

(α) ενεργούν ανεξάρτητα από οποιοδήποτε αγοραίο συμφέρον· και

(β) δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν απευθείας οδηγίες από οποιαδήποτε κυβερνητική αρχή ή άλλη δημόσια ή ιδιωτική οντότητα κατά την άσκηση των ρυθμιστικών καθηκόντων:

Νοείται ότι, με την πιο πάνω απαίτηση δεν θίγονται η, κατά περίπτωση, στενή συνεργασία με άλλες συναφείς εθνικές αρχές και οι γενικοί πολιτικοί προσανατολισμοί που εκδίδει η κυβέρνηση, οι οποίοι δεν συνδέονται με τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες της ΡΑΕΚ.

(5) Η ΡΑΕΚ διαθέτει όλους τους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους που χρειάζεται για να εκτελεί τα καθήκοντα και να ασκεί τις εξουσίες της κατά τρόπο αποτελεσματικό και αποδοτικό.

Διορισμός, όροι διορισμού, αμοιβής και σύνταξης των μελών της Ανώτερης Διοίκησης

6.-(1)(α) Η ΡΑΕΚ διοικείται από την Ανώτερη Διοίκηση, η οποία αποτελείται από τρία (3) μέλη, τα οποία, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6), διορίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ύστερα από διαβούλευσή του με την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.

(β) Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει ένα (1) από τα τρία (3) μέλη της Ανώτερης Διοίκησης ως Πρόεδρο και ένα (1) ως Αντιπρόεδρο.

(γ) Οι θέσεις των μελών της Ανώτερης Διοίκησης δεν υπάγονται στη δημόσια υπηρεσία.

(2) Πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους, τα μέλη της Ανώτερης Διοίκησης δίδουν διαβεβαίωση για την πιστή εκτέλεση των καθηκόντων τους ενώπιον του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.

(3) Τα μέλη της Ανώτερης Διοίκησης-

(α) είναι πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και ήθους τα οποία είναι ικανά να συμβάλουν στην πραγμάτωση των σκοπών του παρόντος Νόμου, του περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμου και του περί Ρύθμισης της Αγοράς Φυσικού Αερίου Νόμου, και

(β) υπηρετούν υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης.

(4) Τα πρόσωπα που διορίζονται στη θέση του μέλους της Ανώτερης Διοίκησης είναι πρόσωπα ανώτατου ηθικού και υψηλού επαγγελματικού επιπέδου, διαθέτουν πείρα και γνώσεις και έχουν επιδείξει ικανότητες σε έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τομείς:

(α) Βιομηχανία·

(β) μηχανική·

(γ) εμπόριο·

(δ) οικονομικά·

(ε) νομικά.

(5) Κατά τη διάρκεια της θητείας τους τα μέλη της Ανώτερης Διοίκησης δεν συμπεριφέρονται κατά τρόπο ασυμβίβαστο ως προς την κατοχή του αξιώματος του μέλους της Ανώτερης Διοίκησης, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 7.

(6) Ο διορισμός προσώπου στη θέση του μέλους της Ανώτερης Διοίκησης-

(α) με την επιφύλαξη του εδαφίου (7), είναι για περίοδο πέντε (5) έως επτά (7) ετών, και

(β) περιορίζεται στο ανώτατο όριο των δύο (2) συνεχόμενων θητειών.

(7) Το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφασή του καθορίζει κατάλληλο σύστημα περιτροπής των μελών της Ανώτερης Διοίκησης.

(8) Οι απολαβές, τα επιδόματα, φιλοδωρήματα και συνταξιοδοτικά ωφελήματα των μελών της Ανώτερης Διοίκησης καθορίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

Παύση ή παραίτηση μέλους της Ανώτερης Διοίκησης

7.-(1) Πρόσωπο το οποίο κατέχει θέση μέλους της Ανώτερης Διοίκησης δύναται πριν από τη λήξη της θητείας του-

(α) να υποβάλει γραπτώς την παραίτησή του από τη θέση του προς το Υπουργικό Συμβούλιο·

(β) να παυθεί από τη θέση του με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, εφόσον συντρέχει οποιοσδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

(i) Πάσχει από πνευματική ή σωματική ανικανότητα, η οποία τον καθιστά ανίκανο να εκτελεί τα καθήκοντά του και να ασκεί τις εξουσίες και τις αρμοδιότητές του για το υπόλοιπο της θητείας του·

(ii) συμπεριφέρεται ανάρμοστα ή ενεργεί αμελώς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή κατά την άσκηση των εξουσιών και αρμοδιοτήτων του·

(iii) συμπεριφέρεται κατά τρόπο ασυμβίβαστο προς την υποχρέωσή του να διατηρεί την ανεξαρτησία του αξιώματός του, όπως καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (2)·

(iv) έχει παραλείψει, πριν από το διορισμό του, να αποκαλύψει στοιχείο ή γεγονός το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει κώλυμα στο διορισμό του ως αποτέλεσμα οποιωνδήποτε λόγων που προβλέπονται στο εδάφιο (2) ή στην παρούσα παράγραφο·

(v) έχει καταδικαστεί, με απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου, για τη διάπραξη ποινικού αδικήματος κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου· ή

(vi) έχει καταδικαστεί, με απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου, για τη διάπραξη ποινικού αδικήματος που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), συμπεριφορά ασυμβίβαστη με τη διατήρηση ή κατοχή του αξιώματος του μέλους της Ανώτερης Διοίκησης περιλαμβάνει, αλλά δεν περιορίζεται-

(α) στη διατήρηση οποιουδήποτε οικονομικού ή άλλου συμφέροντος, άμεσου ή έμμεσου, συμπεριλαμβανομένου συμφέροντος σε μετοχές, ομόλογα, ομόλογα επιβάρυνσης ή άλλο είδος αξιογράφου ή/και ωφελημάτων, εξαιρουμένων συνταξιοδοτικών ωφελημάτων, ή αμοιβής ή άλλης πληρωμής από οποιαδήποτε εταιρεία, αρχή ή οργανισμό που διεξάγει οποιαδήποτε επιχείρηση στον τομέα της ενέργειας ή έχει τον αποφασιστικό έλεγχο σε εταιρεία που διεξάγει οποιαδήποτε επιχείρηση στον τομέα της ενέργειας∙

(β) στην αποδοχή ή διατήρηση απασχόλησης σε οποιαδήποτε εργασία, αξίωμα ή θέση οπουδήποτε στον ιδιωτικό τομέα έναντι απολαβών οποιασδήποτε μορφής ή υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις υπό τις οποίες εύλογα αναμένεται η καταβολή απολαβών, ανεξαρτήτως εάν καταβάλλεται ή όχι∙

(γ) στην αποδοχή αξιώματος ή εργασίας της οποίας οι απολαβές τελούν υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας ή στην αποδοχή ή διατήρηση οποιασδήποτε θέσης ή ιδιότητας στη δημόσια υπηρεσία ή σε δήμο ή σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ή οργανισμό δημόσιου δικαίου· ή

(δ) στην αποδοχή οποιουδήποτε αξιώματος σε πολιτικό κόμμα ή στην ενεργό εμπλοκή του στα κομματικά δρώμενα.

(3)(α) Σε περίπτωση που η θέση μέλους της Ανώτερης Διοίκησης κενωθεί πριν από τη λήξη της θητείας του, το Υπουργικό Συμβούλιο προβαίνει στο διορισμό νέου μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6.

(β) Η τυχόν κενή θέση μέλους της Ανώτερης Διοίκησης δεν επηρεάζει τη νόμιμη συγκρότησή της και την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της.

(γ) Σε περίπτωση που η θέση του Προέδρου κενωθεί πριν από τη λήξη της θητείας του, μέχρι τον διορισμό νέου Προέδρου κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (α), η Ανώτερη Διοίκηση συνεχίζει να λειτουργεί με τα υπόλοιπα μέλη της.

(4) Σε περίπτωση που-

(α) ο Πρόεδρος κωλύεται προσωρινά στην άσκηση των καθηκόντων του από οποιαδήποτε αιτία, ή

(β) η θέση του Προέδρου είναι κενή, μέχρι το διορισμό νέου Προέδρου,

ο Πρόεδρος αναπληρώνεται από τον Αντιπρόεδρο της Ανώτερης Διοίκησης.

(5) Οποιοδήποτε ελάττωμα αναφορικά με το διορισμό του Προέδρου, ή άλλου μέλους της Ανώτερης Διοίκησης, δεν επηρεάζει τη νόμιμη συγκρότησή της και την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της.

(6) Το Υπουργικό Συμβούλιο κοινοποιεί την παραίτηση οποιουδήποτε μέλους της Ανώτερης Διοίκησης ή την απόφασή του για την παύση οποιουδήποτε μέλους της Ανώτερης Διοίκησης στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

(7) Τα μέλη της Ανώτερης Διοίκησης ασκούν τις αρμοδιότητες, τα καθήκοντα και τις εξουσίες της θέσης τους, παρά το ότι η θέση μέλους της Ανώτερης Διοίκησης είναι προσωρινά κενή.

(8) Μέλος της Ανώτερης Διοίκησης που παραιτείται, παύεται ή αφυπηρετεί, δεν δύναται-

(α) να κατέχει οποιαδήποτε θέση ή να εργοδοτείται ή να ενεργεί ως σύμβουλος για περίοδο δύο (2) ετών από την ημέρα της παραίτησης, παύσης ή αφυπηρέτησής του, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί του Ελέγχου της Ανάληψης Εργασίας στον Ιδιωτικό Τομέα από Πρώην Κρατικούς Αξιωματούχους και Ορισμένους Πρώην Υπαλλήλους του Δημοσίου και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα Νόμου· και

(β) να χρησιμοποιεί ή να αποκαλύπτει σε οποιαδήποτε περίπτωση εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες που έχουν περιέλθει σε γνώση του ή του έχουν γνωστοποιηθεί κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του ως μέλος της Ανώτερης Διοίκησης και ενδέχεται να παρέχουν εμπορικά πλεονεκτήματα, και υποχρεούται να προστατεύει οποιαδήποτε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που σχετίζονται με τα εν λόγω στοιχεία ή πληροφορίες, εκτός εάν κάτι τέτοιο απαιτηθεί από αρμόδια αρχή ή Δικαστήριο της Δημοκρατίας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

(9)(α) Πρόσωπο που παραβιάζει τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (8) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε τέτοια περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 του περί του Ελέγχου της Ανάληψης Εργασίας στον Ιδιωτικό Τομέα από Πρώην Κρατικούς Αξιωματούχους και Ορισμένους Πρώην Υπαλλήλους του Δημοσίου και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα Νόμου.

(β) Πρόσωπο που παραβιάζει τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (8) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.