Αυτή είναι η τελευταία ενoποιημένη έκδοση της διάταξης αυτής. |
[Κείμενο διαγράφηκε από: Δ.Κ. 27.4.2018:] ΔΙΑΤΑΓΗ 30 : ΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΟΔΗΓΙΕΣ
[Δ.Κ. 28.7.2017] (α) Ο ενάγων σε κάθε αγωγή υποχρεούται εντός ενενήντα ημερών από το χρόνο κατά τον οποίο τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα και προτού λάβει οποιοδήποτε νέο μέτρο στην αγωγή, εκτός από αίτηση για παρεμπίπτον διάταγμα, να εκδώσει κλήση για οδηγίες, οριζόμενη ενώπιον του Δικαστηρίου σε χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των εξήντα ημερών.
[Δ.Κ. 6.2.2015] (β) Η κλήση για οδηγίες εκδίδεται σύμφωνα με τον συνημμένο Τύπο 25, ο οποίος συμπληρώνεται με τις αναγκαίες λεπτομέρειες χρησιμοποιώντας προς τούτο και πρόσθετα φύλλα.
(γ) Σε περίπτωση που ο ενάγων αμελήσει ή παραλείψει να εκδώσει την προνοούμενη στην παράγραφο (α) πιο πάνω κλήση για οδηγίες, ο εναγόμενος δύναται, εντός περαιτέρω 15 ημερών, να αιτηθεί την απόρριψη της αγωγής και το Δικαστήριο δύναται επιλαμβανόμενο τέτοιας αίτησης είτε να απορρίψει την αγωγή με τέτοιους όρους όπως ήθελε κρίνει δίκαιο είτε να θεωρήσει την αίτηση ως κλήση για οδηγίες δυνάμει της παρούσας διαταγής.
Νοείται ότι, σε περίπτωση που παρέλθουν άπρακτες οι παραπάνω προθεσμίες, η αγωγή θα θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα και το Πρωτοκολλητείο θα θέτει το φάκελο της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου το συντομότερο δυνατό προς απόρριψή της, με έξοδα εναντίον του ενάγοντα.
Η έννοια του ενάγοντα και της αγωγής, καλύπτει και τον ανταπαιτούντα διάδικο, και, αναλόγως, την ανταπαίτηση.»
[Δ.Κ. 6.2.2015]
[Δ.Κ. 28.7.2017] (δ) Η κατά τα ανωτέρω απόρριψη της αγωγής ή της ανταπαίτησης, ως θα είναι η περίπτωση, δεν θα συνιστά κώλυμα καταχώρησης νέας αγωγής ή ανταπαίτησης με την ίδια αιτία αγωγής τηρουμένων των προνοιών περί παραγραφής σε οποιοδήποτε νόμο.
[Δ.Κ. 6.2.2015] (ε) Τα έξοδα εναντίον του ενάγοντα ή του ανταπαιτούντος ως θα είναι η περίπτωση θα υπολογίζονται και η πληρωμή τους θα συνιστά προαπαιτούμενο καταχώρησης νέας αγωγής κατά την παράγραφο (δ) ανωτέρω. Το νέο κλητήριο θα φέρει σημείωμα ότι πρόκειται για «Νέα αγωγή σε σχέση με αγωγή αρ………. που απορρίφθηκε την ………… συνεπεία των προνοιών της Δ 30 Θ1» και τα τέλη καταχώρησης της (χαρτόσημα, δικηγορόσημα ή άλλα) θα είναι τα διπλάσια εκείνων που αναλογούν στην κλίμακα της αγωγής ή της ανταπαίτησης ως θα είναι η περίπτωση.
(α) Διάδικος στην αγωγή υποχρεούται να καταθέσει στο Πρωτοκολλητείο μέσα σε 30 μέρες από την έκδοση και επίδοση της κλήσης το συνημμένο στον Τύπο 25, Παράρτημα, συμπληρωμένο ως προς όλα τα στοιχεία αυτού.
(β) Οι προθεσμίες που προβλέπονται στον Κανονισμό 1(α) και 2(α) ανωτέρω, δύνανται να παραταθούν, εάν καταδειχθεί στο Δικαστήριο ότι υπήρχε αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης με τις εν λόγω προθεσμίες ή άλλος καλός λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για παράτασή τους.
3. (α) Κατά την πρώτη εμφάνιση της κλήσης για οδηγίες ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως προνοείται στην παράγραφο 1(α) ανωτέρω, εκδίδονται οι ανάλογες οδηγίες από το Δικαστήριο στη βάση των αιτημάτων που καταγράφηκαν από τους διαδίκους στο Παράρτημα του Τύπου 25.
Νοείται ότι το Δικαστήριο δύναται, ως κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις, να εκδίδει είτε αυτεπάγγελτα, ή με κοινή δήλωση των διαδίκων, είτε στη βάση προφορικού αιτήματος ενός ή περισσοτέρων των διαδίκων ανάλογα διατάγματα για τα θέματα που καλύπτονται από το Παράρτημα του Τύπου 25, εκδίδοντας, εάν χρειάζεται, συνοπτική προς τούτο απόφαση.
(β) Οι Διαταγές 14, 19 θεσμοί 6-9, 24, 28, 33, 38, 49, 57, 59 και 60 που αναφέρονται στο Παράρτημα του Τύπου 25, θα διαβάζονται υπό το πρίσμα της παρούσας Διαταγής.
Νοείται ότι διάδικος ο οποίος δεν συμπλήρωσε το Παράρτημα, εν όλω ή εν μέρει, δεν δικαιούται να υποβάλει ή να προωθήσει προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου οποιοδήποτε αίτημα που αφορά στην έκδοση σχετικών οδηγιών και θεωρείται ότι δεν επιθυμεί την έκδοση τέτοιων οδηγιών στο βαθμό και στην έκταση που δεν συμπλήρωσε το Παράρτημα.
4. Τηρουμένων των προνοιών του Κανονισμού 3 ανωτέρω, το Δικαστήριο καθορίζει ταυτόχρονα με την έκδοση των οδηγιών ή των διαταγμάτων το χρόνο εντός του οποίου ο κάθε διάδικος θα συμμορφωθεί με τις οδηγίες ή τα διατάγματα που θα εκδώσει επί των θεμάτων που καθορίζονται στο Παράρτημα, ορίζει δε αμέσως την υπόθεση για έκδοση οδηγιών ως προς τη μαρτυρία που θα προσαχθεί από κάθε διάδικο.
5. (1) Το Δικαστήριο για αγωγές το αντικείμενο των οποίων είναι μέχρι €3.000 ως στον Θεσμό 7 κατωτέρω αναφέρεται, εκδίδει οδηγίες ως προς την ανταλλαγή εγγράφως της μαρτυρίας μεταξύ των διαδίκων λαμβάνοντας υπόψη
(α) τη δήλωση του διαδίκου ή του δικηγόρου αυτού ως προς τον αριθμό των μαρτύρων που προτίθεται να καλέσει προς υποστήριξη της υπόθεσης του.
(β) το χρόνο ετοιμασίας της μαρτυρίας από κάθε διάδικο.
(2) Τηρουμένων ειδικών οδηγιών που το Δικαστήριο ήθελε εκδώσει λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα της διαφοράς, περιλαμβανομένου και του βάρους απόδειξης, ο ενάγων καταχωρεί πρώτος τη μαρτυρία του μέσα στο χρόνο που θα καθορίσει το Δικαστήριο, ακολουθούμενος από τον εναγόμενο και τον τριτοδιάδικο, όπου υπάρχει, μέσα στο χρόνο που το Δικαστήριο θα καθορίσει για τον κάθε διάδικο.
Νοείται ότι όπου υπάρχουν πέραν του ενός εναγομένου, ή άλλου διαδίκου, που δεν έχουν κοινή υπεράσπιση, ή θέσεις, το Δικαστήριο εκδίδει ανάλογες οδηγίες για κάθε ένα από αυτούς.
[Δ.Κ. 28.7.2017] (3) Το Δικαστήριο για αγωγές το αντικείμενο των οποίων υπερβαίνει τις €3.000 εκδίδει οδηγίες για την περαιτέρω πορεία και εκδίκαση της υπόθεσης στη βάση των πιο κάτω δεδομένων:
[Δ.Κ. 28.7.2017] (i) οι διάδικοι υποχρεούνται κατά το στάδιο της έκδοσης οδηγιών να καταθέσουν στο Δικαστήριο κατάλογο με τους μάρτυρες που προτίθεται κάθε πλευρά να παρουσιάσει μαζί με σύνοψη της μαρτυρίας εκάστου.
Νοείται ότι ο κατάλογος μαρτύρων θα είναι ονομαστικός, αλλά εάν υπάρχουν λόγοι πρακτικής δυσχέρειας, θα δύναται ο ενδιαφερόμενος διάδικος να προσδιορίσει την ιδιότητα του μάρτυρα χωρίς αναφορά στο όνομά του.
(ii) κάθε διάδικος δύναται για καλό λόγο να καλέσει πριν κλείσει την υπόθεση του με σχετικό προφορικό αίτημα και πρόσθετο μάρτυρα ή μάρτυρες.
(4) Όπου οι διάδικοι συμφωνούν, το Δικαστήριο μπορεί να εκδώσει οδηγίες ως προς την ανταλλαγή εγγράφως της μαρτυρίας έστω και αν το αντικείμενο της αγωγής υπερβαίνει τις €3.000, οπότε ακολουθούνται οι διατάξεις των Θεσμών 5(1) και 5(2) ανωτέρω.
[Δ.Κ. 28.7.2017] (5) Οποτεδήποτε καταχωρείται έγγραφη μαρτυρία, αυτή συμμορφώνεται με τους ακόλουθους κανόνες:
(i) Η έγγραφη μαρτυρία κατατίθεται με ένορκη δήλωση ή με δήλωση κατόπιν της νενομισμένης διαβεβαίωσης.
(ii) αποτελεί την όλη μαρτυρία του διαδίκου ή του μάρτυρα που την καταχωρεί.
(iii) είναι σε συμφωνία με τους ισχυρισμούς γεγονότων που περιέχονται στο κλητήριο ένταλμα, στην έκθεση απαίτησης ή την υπεράσπιση ή στην ανταπαίτηση, αναλόγως της περιπτώσεως.
(iv) περιλαμβάνει αναφορά στα έγγραφα ή αντικείμενα που υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς του διαδίκου ή μάρτυρα, τα οποία και επισυνάπτει σε πρωτότυπη ή δευτερογενή μορφή αποτύπωσης, κατά την κρίση του διαδίκου που καλεί το συγκεκριμένο μάρτυρα και τη φύση του εγγράφου ή αντικειμένου.
[Δ.Κ. 28.7.2017] (v) πλατειασμοί ή αναφορές σε γεγονότα που κρίνονται από το Δικαστήριο άσχετα με τα επίδικα θέματα ή ότι δεν καλύπτονται από τα δικόγραφα, δεν λαμβάνονται υπόψη κατά την εκδίκαση της υπόθεσης και το Δικαστήριο δύναται να καθορίσει, πριν την έναρξη της ακρόασης, ποια γεγονότα ή αναφορές που καταγράφονται στη μαρτυρία κρίνονται ως άσχετα, επί των οποίων και δεν επιτρέπεται κυρίως εξέταση ή αντεξέταση.
(vi) το Δικαστήριο δύναται κατά την έναρξη της ακρόασης να καταδικάσει με την ανάλογη διαταγή ως προς τα έξοδα εκείνον τον διάδικο που επιχειρεί με τη μαρτυρία του να εισαγάγει άσχετα θέματα ή γεγονότα ή που πλατειάζει στην καταγραφή της ουσιαστικής μαρτυρίας.
(vii) Το Δικαστήριο δύναται κατόπιν προφορικού αιτήματος να δώσει άδεια για έκδοση κλήσης μάρτυρα με σκοπό να παρουσιαστεί στο Δικαστήριο για να υπογράψει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (i), ανωτέρω, δήλωση.
6. Όλες οι υποθέσεις, η χρηματική διαφορά των οποίων δεν υπερβαίνει τις €3.000, φέρουν επί του κλητηρίου εντάλματος ανάλογη ένδειξη και τοποθετούνται από το Πρωτοκολλητείο σε κατάλογο «Ταχείας Εκδίκασης», η δε εκδίκαση τους γίνεται στη βάση των αντίστοιχων μαρτυριών όπως κατατέθηκαν στο Δικαστήριο και εκτός αν το Δικαστήριο επιτρέψει ως κατωτέρω στην παράγραφο 7 αναφέρεται την εισαγωγή προφορικής μαρτυρίας, η υπόθεση ορίζεται για αγορεύσεις, προφορικές ή γραπτές κατά την κρίση του Δικαστηρίου, αφού ακούσει προς τούτο προηγουμένως τους διαδίκους.
7. Το Δικαστήριο δύναται να εκδίδει για τις υποθέσεις που καλύπτονται από την παρ. 6 ανωτέρω, κατ΄ εξαίρεση και μόνο, διαταγή ως προς την παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας από διάδικο ή μάρτυρα που ήδη κατέθεσε εγγράφως τη μαρτυρία του ή στην περίπτωση της υποπαραγράφου (γ) κατωτέρω ως προς την παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας από μάρτυρα που δεν κατέθεσε εγγράφως τη μαρτυρία του στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Όπου το Δικαστήριο κρίνει αυτεπαγγέλτως ότι επιβάλλεται η εξέταση ή αντεξέταση του διαδίκου ή του μάρτυρα.
(β) Όπου οποιοσδήποτε των διαδίκων υποβάλει στο Δικαστήριο τουλάχιστον ένα μήνα πριν την ημερομηνία κατά την οποία είναι ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση, αίτηση για να επιτραπεί η προφορική εξέταση ή αντεξέταση οποιουδήποτε μάρτυρα είτε του ιδίου, είτε του αντιδίκου του.
(γ) Όπου οποιοσδήποτε των διαδίκων υποβάλει στο Δικαστήριο τουλάχιστον ένα μήνα πριν την ημερομηνία κατά την οποία είναι ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση, αίτηση για να επιτραπεί η προφορική μαρτυρία οποιουδήποτε μάρτυρα του ιδίου που ένεκα της ιδιότητας του ή του αντικειμένου της μαρτυρίας του δεν υπήρχε η δυνατότητα να κατονομαστεί ενωρίτερα ή να καταγραφεί η κατάθεση του.
(δ) Το αίτημα καταχωρείται γραπτώς στο Πρωτοκολλητείο με ειδοποίηση προς τους υπόλοιπους διαδίκους και ορίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου για προφορική παράσταση σε χρόνο που το Δικαστήριο καθορίζει.
Στο αίτημα καθορίζεται απαραιτήτως το όνομα του διαδίκου ή μάρτυρα του οποίου η προφορική παρουσίαση απαιτείται, εκείνο το μέρος της μαρτυρίας επί της οποίας καθίσταται αναγκαία η προφορική εξέταση, ο λόγος και η αναγκαιότητα της προφορικής εξέτασης ή αντεξέτασης, καθώς και ο χρόνος που απαιτείται για την προφορική αυτή εξέταση.
(ε) Το Δικαστήριο αφού ακούσει τους διαδίκους, ασκεί αναλόγως τη διακριτική του ευχέρεια και εκδίδει αυθημερόν και με συνοπτική αιτιολογία διάταγμα προφορικής παρουσίασης του διαδίκου ή μάρτυρα για σκοπούς διευκρίνισης της μαρτυρίας του.
Νοείται ότι ο χρόνος που καθορίζεται για την εξέταση ή αντεξέταση κάθε διάδικου ή μάρτυρα δεν θα υπερβαίνει τα 30 λεπτά, αλλά το Δικαστήριο κατά τη διακριτική του ευχέρεια δύναται κατά την εξέλιξη της ακροαματικής διαδικασίας να επεκτείνει ανάλογα το χρόνο.
8.
[Δ.Κ. 28.7.2017] (α) Όλες οι υποθέσεις, των οποίων το αντικείμενο της διαφοράς υπερβαίνει τις €3.000 φέρουν επί του κλητηρίου εντάλματος ανάλογη ένδειξη και τοποθετούνται από το Πρωτοκολλητείο σε κατάλογο «Ακροαματικής εκδίκασης», το δε Δικαστήριο εκδικάζει την υπόθεση στη βάση των μαρτυριών που κατατέθηκαν ενώπιον του, επιτρέπει δε σε διάδικο να εξετάσει, αντεξετάσει ή επανεξετάσει μάρτυρα, καθορίζοντας προς τούτο χρονικά πλαίσια κατά το στάδιο έκδοσης οδηγιών σε ειδικά προς τούτο οριζόμενη από το Δικαστήριο ημερομηνία.
(β) Η έκδοση οδηγιών ως ανωτέρω λαμβάνει υπόψη τις παραστάσεις των διαδίκων, την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, τα παραμένοντα επίδικα θέματα και τον αριθμό των μαρτύρων που απαραιτήτως δηλώνεται από τους διαδίκους ενώπιον του Δικαστηρίου στη βάση του καταλόγου σύμφωνα με το Θεσμό 5(3) και των οποίων ζητείται η παρουσία στο Δικαστήριο για σκοπούς μαρτυρίας ή διευκρίνισης αυτής.
(γ) Ο χρόνος που διατίθεται για την κυρίως εξέταση είναι 15 λεπτά και ο χρόνος για την αντεξέταση και επανεξέταση μαρτύρων καθορίζεται υπό του Δικαστηρίου ανάλογα με την δήλωση και τα έγγραφα που κατατίθενται στην κύρια εξέταση, (ενδεικτικά ο χρόνος είναι μέχρι 60 λεπτά και 10 λεπτά για την αντεξέταση και επανεξέταση αντίστοιχα).
Νοείται ότι το Δικαστήριο κατά την ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, δύναται να παρατείνει το χρόνο αυτό, τηρώντας τις πιο πάνω χρονικές αναλογίες.
9. Το Δικαστήριο δύναται σε κάθε περίπτωση να εκδώσει οποιεσδήποτε πρόσθετες των ανωτέρω οδηγίες, ως κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις με γνώμονα τα ακόλουθα κριτήρια:
(α) την εκδίκαση της υπόθεσης το ταχύτερο δυνατό
(β) τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των διαδίκων
(γ) τη διάσωση ή το μετριασμό των εξόδων
(δ) τη διαχείριση της υπόθεσης κατ΄ αναλογία προς:
(i) το χρηματικό αντικείμενο της διαφοράς
(ii) τη σπουδαιότητα της
(iii) το περίπλοκο των εγειρόμενων θεμάτων, πραγματικών ή νομικών.
(1) Σε αγωγές που δεν καθορίζεται χρηματικό ποσό αξίωσης θα τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις που αφορούν αντικείμενο διαφοράς που δεν υπερβαίνει τις €3.000, εξαιρουμένων των υποθέσεων που εκδικάζονται από τα Οικογενειακά Δικαστήρια και αφορούν γονική μέριμνα, δικαστική αναγνώριση τέκνου, προσβολή πατρότητας και προσβολή εκούσιας αναγνώρισης για τις οποίες θα τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις που αφορούν αντικείμενο διαφοράς άνω των €3.000.
Νοείται ότι, με συμφωνία των διαδίκων ακόμα και οι προαναφερόμενες κατηγορίες υποθέσεων δύνανται στην κατάλληλη περίπτωση και αφού αποδεχθεί τούτο το Δικαστήριο, να εκδικάζονται με εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν αντικείμενο διαφοράς κάτω των €3.000.
(2) Όλες οι υποθέσεις διατροφής, ανεξάρτητα από το χρηματικό ποσό της αξίωσης εκδικάζονται στην κατηγορία της «ταχείας εκδίκασης».
(3) Σε υποθέσεις διαζυγίου δεν είναι αναγκαία η έκδοση κλήσης για οδηγίες και το Δικαστήριο δύναται να ορίσει την υπόθεση για ακρόαση μετά τη συμπλήρωση των δικογράφων και την τήρηση τυχόν οδηγιών από το Δικαστήριο.
(4) Σε υποθέσεις γονικής μέριμνας το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ως προς το χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης και την αναγκαιότητα του χρόνου ετοιμασίας της έκθεσης του λειτουργού ευημερίας.
(5) Όπου στα Δικαστήρια ειδικών δικαιοδοσιών δεν υπάρχει υποχρέωση αναγραφής κλίμακος ή ποσού επίδικης διαφοράς, το Δικαστήριο δύναται, ανεξαρτήτως των διατάξεων της Δ.30, να χειριστεί την ενώπιον του υπόθεση κατά τον τρόπο που θα εξυπηρετηθεί η ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης. Προς τούτο δύναται να ακολουθήσει τις ειδικές ρυθμίσεις που γίνονται στους οικείους διαδικαστικούς κανονισμούς είτε αυτούσιες, είτε σε συνδυασμό με τις πρόνοιες της Δ.30.
[Δ.Κ. 6.2.2015]
[Δ.Κ. 13.5.2015] Ε.Ε., Παρ.2, 14.11.2014, Καν.5 (Όπως τροποποιήθηκε από Ε.Ε., Παρ.2, Μέρος Ι, 6.2.2015, Καν.3 και Ε.Ε., Παρ.2, Μέρος Ι, 13.5.2015, Καν.2). Οι διατάξεις των Δ.25 και Δ.30 εφαρμόζονται σε αγωγές που καταχωρούνται από 1.1.2015.
Οι διατάξεις των Δ. 25 και Δ. 30 εφαρμόζονται σε αγωγές που καταχωρήθηκαν από 1.1.2015, αναστέλλεται όμως η εφαρμογή τους αναφορικά και μόνο με αγωγές κλίμακας πέραν των €10.000 μέχρι 31.12.2015. Από 1.1.2016 οι Διατάξεις των Δ. 25 και Δ. 30 θα τυγχάνουν, ασχέτως κλίμακας, καθολικής εφαρμογής.
Νοείται ότι για αγωγές που καταχωρήθηκαν μέχρι και 31.12.2014 και αγωγές κλίμακας πέραν των €10.000 που καταχωρήθηκαν και θα καταχωρηθούν εντός της περιόδου της πιο πάνω αναστολής, ήτοι μέχρι 31.12.2015, οι πρόνοιες των υφιστάμενων πριν την έναρξη ισχύος των νέων Διαταγών 25 και 30, θα εξακολουθούν να εφαρμόζονται μέχρι την αποπεράτωσή τους.
[Δ.Κ. 6.2.2015] Ε.Ε., Παρ.2, 14.11.2014, Καν.4 (Όπως τροποποιήθηκε από Ε.Ε., Παρ.2, Μέρος Ι, 6.2.2015, Καν.3). Οι διατάξεις των Δ.25 και Δ.30 εφαρμόζονται κατ' αναλογία και στις διαδικασίες που λαμβάνονται στα Δικαστήρια Ειδικής Δικαιοδοσίας ανεξαρτήτως του τρόπου έναρξης της διαδικασίας σ' αυτά και οι έννοιες του κλητηρίου και της αγωγής στις Δ.25 και Δ.30 θα διαβάζονται αναλόγως.
[Κείμενο προστέθηκε από: Δ.Κ. 27.4.2018:] ΔΙΑΤΑΓΗ 30 : ΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΟΔΗΓΙΕΣ
1. (α) Ο ενάγων σε κάθε αγωγή υποχρεούται εντός ενενήντα ημερών από το χρόνο κατά τον οποίο τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα και προτού λάβει οποιοδήποτε νέο μέτρο στην αγωγή, εκτός από αίτηση για παρεμπίπτον διάταγμα, να εκδώσει κλήση για οδηγίες, οριζόμενη ενώπιον του Δικαστηρίου σε χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των εξήντα ημερών.
(β) Η κλήση για οδηγίες εκδίδεται σύμφωνα με τον συνημμένο Τύπο 25, ο οποίος συμπληρώνεται με τις αναγκαίες λεπτομέρειες χρησιμοποιώντας προς τούτο και πρόσθετα φύλλα.
(γ) Σε περίπτωση που ο ενάγων αμελήσει ή παραλείψει να εκδώσει την προνοούμενη στην παράγραφο (α) πιο πάνω κλήση για οδηγίες, ο εναγόμενος δύναται, εντός περαιτέρω 15 ημερών, να αιτηθεί την απόρριψη της αγωγής και το Δικαστήριο δύναται, επιλαμβανόμενο τέτοιας αίτησης, είτε να απορρίψει την αγωγή με τέτοιους όρους όπως ήθελε κρίνει δίκαιο, είτε να θεωρήσει την αίτηση ως κλήση για οδηγίες δυνάμει της παρούσας διαταγής:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που παρέλθουν άπρακτες οι παραπάνω προθεσμίες, η αγωγή θα θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα και το Πρωτοκολλητείο θα θέτει το φάκελο της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου το συντομότερο δυνατό προς απόρριψή της, με έξοδα εναντίον του ενάγοντα.
Νοείται ότι, η έννοια του ενάγοντα και της αγωγής, καλύπτει και τον ανταπαιτούντα διάδικο, και, αναλόγως, την ανταπαίτηση.
(δ) Η κατά τα ανωτέρω απόρριψη της αγωγής ή της ανταπαίτησης, ως θα είναι η περίπτωση, δεν θα συνιστά κώλυμα καταχώρησης νέας αγωγής ή ανταπαίτησης με την ίδια αιτία αγωγής, τηρουμένων των προνοιών περί παραγραφής σε οποιοδήποτε νόμο.
(ε) Τα έξοδα εναντίον του ενάγοντα ή του ανταπαιτούντος ως θα είναι η περίπτωση, θα υπολογίζονται και η πληρωμή τους θα συνιστά προαπαιτούμενο καταχώρησης νέας αγωγής κατά την παράγραφο (δ) ανωτέρω. Το νέο κλητήριο θα φέρει σημείωμα ότι πρόκειται για «Νέα αγωγή σε σχέση με αγωγή αρ. .................................. που απορρίφθηκε την .................................. συνεπεία των προνοιών της Δ 30 Θ 1» και τα τέλη καταχώρησης της (χαρτόσημα, δικηγορόσημα ή άλλα) θα είναι τα διπλάσια εκείνων που αναλογούν στην κλίμακα της αγωγής ή της ανταπαίτησης ως θα είναι η περίπτωση.
2. (α) Διάδικος στην αγωγή υποχρεούται να καταθέσει στο Πρωτοκολλητείο μέσα σε 30 μέρες από την έκδοση και επίδοση της κλήσης το συνημμένο στον Τύπο 25, Παράρτημα, συμπληρωμένο ως προς όλα τα στοιχεία αυτού.
(β) Οι προθεσμίες που προβλέπονται στον Κανονισμό 1(α) και 2(α) ανωτέρω, δύνανται να παραταθούν, εάν καταδειχθεί στο Δικαστήριο ότι υπήρχε αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης με τις εν λόγω προθεσμίες ή άλλος καλός λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για παράτασή τους.
3. (α) Κατά την πρώτη εμφάνιση της κλήσης για οδηγίες ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως προνοείται στην παράγραφο 1(α) ανωτέρω, εκδίδονται οι ανάλογες οδηγίες από το Δικαστήριο στη βάση των αιτημάτων που καταγράφηκαν από τους διαδίκους στο Παράρτημα του Τύπου 25:
Νοείται ότι το Δικαστήριο δύναται, ως κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις, να εκδίδει είτε αυτεπάγγελτα, ή με κοινή δήλωση των διαδίκων, είτε στη βάση προφορικού αιτήματος ενός ή περισσοτέρων των διαδίκων, ανάλογα διατάγματα για τα θέματα που καλύπτονται από το Παράρτημα του Τύπου 25, εκδίδοντας, εάν χρειάζεται, συνοπτική προς τούτο απόφαση.
(β) Οι Διαταγές 14, 19 θεσμοί 6-9, 24, 28, 33, 38, 49, 57, 59 και 60 που αναφέρονται στο Παράρτημα του Τύπου 25, θα διαβάζονται υπό το πρίσμα της παρούσας Διαταγής:
Νοείται ότι διάδικος ο οποίος δεν συμπλήρωσε το Παράρτημα, εν όλω ή εν μέρει, δεν δικαιούται να υποβάλει ή να προωθήσει προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου οποιοδήποτε αίτημα που αφορά στην έκδοση σχετικών οδηγιών και θεωρείται ότι δεν επιθυμεί την έκδοση τέτοιων οδηγιών στο βαθμό και στην έκταση που δεν συμπλήρωσε το Παράρτημα.
4. Τηρουμένων των προνοιών του Κανονισμού 3 ανωτέρω, το Δικαστήριο καθορίζει ταυτόχρονα με την έκδοση των οδηγιών ή των διαταγμάτων, το χρόνο εντός του οποίου ο κάθε διάδικος θα συμμορφωθεί με τις οδηγίες ή τα διατάγματα που θα εκδώσει επί των θεμάτων που καθορίζονται στο Παράρτημα, ορίζει δε αμέσως την υπόθεση για έκδοση οδηγιών ως προς τη μαρτυρία που θα προσαχθεί από κάθε διάδικο.
5. (1) Το Δικαστήριο για αγωγές το αντικείμενο των οποίων είναι μέχρι €3.000 ως στον Θεσμό 7 κατωτέρω αναφέρεται, εκδίδει οδηγίες ως προς την ανταλλαγή εγγράφως της μαρτυρίας μεταξύ των διαδίκων λαμβάνοντας υπόψη
(α) τη δήλωση του διαδίκου ή του δικηγόρου αυτού ως προς τον αριθμό των μαρτύρων που προτίθεται να καλέσει προς υποστήριξη της υπόθεσης του.
(β) το χρόνο ετοιμασίας της μαρτυρίας από κάθε διάδικο.
(2) Τηρουμένων ειδικών οδηγιών που το Δικαστήριο ήθελε εκδώσει λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα της διαφοράς, περιλαμβανομένου και του βάρους απόδειξης, ο ενάγων καταχωρεί πρώτος τη μαρτυρία του μέσα στο χρόνο που θα καθορίσει το Δικαστήριο, ακολουθούμενος από τον εναγόμενο και τον τριτοδιάδικο, όπου υπάρχει, μέσα στο χρόνο που το Δικαστήριο θα καθορίσει για τον κάθε διάδικο:
Νοείται ότι όπου υπάρχουν πέραν του ενός εναγομένου, ή άλλου διαδίκου, που δεν έχουν κοινή υπεράσπιση, ή θέσεις, το Δικαστήριο εκδίδει ανάλογες οδηγίες για κάθε ένα από αυτούς.
(3) Το Δικαστήριο για αγωγές το αντικείμενο των οποίων υπερβαίνει τις €3.000 εκδίδει οδηγίες για την περαιτέρω πορεία και εκδίκαση της υπόθεσης στη βάση των πιο κάτω δεδομένων:
(i) οι διάδικοι υποχρεούνται κατά το στάδιο της έκδοσης οδηγιών να καταθέσουν στο Δικαστήριο κατάλογο με τους μάρτυρες που προτίθεται κάθε πλευρά να παρουσιάσει μαζί με σύνοψη της μαρτυρίας εκάστου:
Νοείται ότι ο κατάλογος μαρτύρων θα είναι ονομαστικός, αλλά εάν υπάρχουν λόγοι πρακτικής δυσχέρειας, θα δύναται ο ενδιαφερόμενος διάδικος να προσδιορίσει την ιδιότητα του μάρτυρα χωρίς αναφορά στο όνομά του.
(ii) κάθε διάδικος δύναται για καλό λόγο να καλέσει πριν κλείσει την υπόθεση του με σχετικό προφορικό αίτημα και πρόσθετο μάρτυρα ή μάρτυρες.
(4) Όπου οι διάδικοι συμφωνούν, το Δικαστήριο μπορεί να εκδώσει οδηγίες ως προς την ανταλλαγή εγγράφως της μαρτυρίας έστω και αν το αντικείμενο της αγωγής υπερβαίνει τις €3.000, οπότε ακολουθούνται οι διατάξεις των Θεσμών 5(1) και 5(2) ανωτέρω.
(5) Οποτεδήποτε καταχωρείται έγγραφη μαρτυρία, αυτή συμμορφώνεται με τους ακόλουθους κανόνες:
(i) Η έγγραφη μαρτυρία κατατίθεται με ένορκη δήλωση ή με δήλωση κατόπιν της νενομισμένης διαβεβαίωσης.
(ii) αποτελεί την όλη μαρτυρία του διαδίκου ή του μάρτυρα που την καταχωρεί.
(iii) είναι σε συμφωνία με τους ισχυρισμούς γεγονότων που περιέχονται στο κλητήριο ένταλμα, στην έκθεση απαίτησης ή την υπεράσπιση ή στην ανταπαίτηση, αναλόγως της περιπτώσεως.
(iv) περιλαμβάνει αναφορά στα έγγραφα ή αντικείμενα που υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς του διαδίκου ή μάρτυρα, τα οποία και επισυνάπτει σε πρωτότυπη ή δευτερογενή μορφή αποτύπωσης, κατά την κρίση του διαδίκου που καλεί το συγκεκριμένο μάρτυρα και τη φύση του εγγράφου ή αντικειμένου.
(v) πλατειασμοί ή αναφορές σε γεγονότα που κρίνονται από το Δικαστήριο άσχετα με τα επίδικα θέματα ή ότι δεν καλύπτονται από τα δικόγραφα, δεν λαμβάνονται υπόψη κατά την εκδίκαση της υπόθεσης και το Δικαστήριο δύναται να καθορίσει, πριν την έναρξη της ακρόασης, ποια γεγονότα ή αναφορές που καταγράφονται στη μαρτυρία κρίνονται ως άσχετα, επί των οποίων και δεν επιτρέπεται κυρίως εξέταση ή αντεξέταση.
(vi) το Δικαστήριο δύναται κατά την έναρξη της ακρόασης να καταδικάσει με την ανάλογη διαταγή ως προς τα έξοδα εκείνον τον διάδικο που επιχειρεί με τη μαρτυρία του να εισαγάγει άσχετα θέματα ή γεγονότα ή που πλατειάζει στην καταγραφή της ουσιαστικής μαρτυρίας.
(vii) Το Δικαστήριο δύναται κατόπιν προφορικού αιτήματος να δώσει άδεια για έκδοση κλήσης μάρτυρα με σκοπό να παρουσιαστεί στο Δικαστήριο για να υπογράψει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (i), ανωτέρω, δήλωση.
6. Όλες οι υποθέσεις, η χρηματική διαφορά των οποίων δεν υπερβαίνει τις €3.000, φέρουν επί του κλητηρίου εντάλματος ανάλογη ένδειξη και τοποθετούνται από το Πρωτοκολλητείο σε κατάλογο «Ταχείας Εκδίκασης», η δε εκδίκαση τους γίνεται στη βάση των αντίστοιχων μαρτυριών όπως κατατέθηκαν στο Δικαστήριο και εκτός αν το Δικαστήριο επιτρέψει ως κατωτέρω στην παράγραφο 7 αναφέρεται την εισαγωγή προφορικής μαρτυρίας, η υπόθεση ορίζεται για αγορεύσεις, προφορικές ή γραπτές κατά την κρίση του Δικαστηρίου, αφού ακούσει προς τούτο προηγουμένως τους διαδίκους.
7. Το Δικαστήριο δύναται να εκδίδει για τις υποθέσεις που καλύπτονται από την παρ. 6 ανωτέρω, κατ' εξαίρεση και μόνο, διαταγή ως προς την παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας από διάδικο ή μάρτυρα που ήδη κατέθεσε εγγράφως τη μαρτυρία του ή στην περίπτωση της υποπαραγράφου (γ) κατωτέρω ως προς την παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας από μάρτυρα που δεν κατέθεσε εγγράφως τη μαρτυρία του στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Όπου το Δικαστήριο κρίνει αυτεπαγγέλτως ότι επιβάλλεται η εξέταση ή αντεξέταση του διαδίκου ή του μάρτυρα.
(β) Όπου οποιοσδήποτε των διαδίκων υποβάλει στο Δικαστήριο τουλάχιστον ένα μήνα πριν την ημερομηνία κατά την οποία είναι ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση, αίτηση για να επιτραπεί η προφορική εξέταση ή αντεξέταση οποιουδήποτε μάρτυρα είτε του ιδίου, είτε του αντιδίκου του.
(γ) Όπου οποιοσδήποτε των διαδίκων υποβάλει στο Δικαστήριο τουλάχιστον ένα μήνα πριν την ημερομηνία κατά την οποία είναι ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση, αίτηση για να επιτραπεί η προφορική μαρτυρία οποιουδήποτε μάρτυρα του ιδίου που ένεκα της ιδιότητας του ή του αντικειμένου της μαρτυρίας του δεν υπήρχε η δυνατότητα να κατονομαστεί ενωρίτερα ή να καταγραφεί η κατάθεση του.
(δ) Το αίτημα καταχωρείται γραπτώς στο Πρωτοκολλητείο με ειδοποίηση προς τους υπόλοιπους διαδίκους και ορίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου για προφορική παράσταση σε χρόνο που το Δικαστήριο καθορίζει.
Στο αίτημα καθορίζεται απαραιτήτως το όνομα του διαδίκου ή μάρτυρα του οποίου η προφορική παρουσίαση απαιτείται, εκείνο το μέρος της μαρτυρίας επί της οποίας καθίσταται αναγκαία η προφορική εξέταση, ο λόγος και η αναγκαιότητα της προφορικής εξέτασης ή αντεξέτασης, καθώς και ο χρόνος που απαιτείται για την προφορική αυτή εξέταση.
(ε) Το Δικαστήριο αφού ακούσει τους διαδίκους, ασκεί αναλόγως τη διακριτική του ευχέρεια και εκδίδει αυθημερόν και με συνοπτική αιτιολογία διάταγμα προφορικής παρουσίασης του διαδίκου ή μάρτυρα για σκοπούς διευκρίνισης της μαρτυρίας του:
Νοείται ότι ο χρόνος που καθορίζεται για την εξέταση ή αντεξέταση κάθε διάδικου ή μάρτυρα δεν θα υπερβαίνει τα 30 λεπτά, αλλά το Δικαστήριο κατά τη διακριτική του ευχέρεια δύναται κατά την εξέλιξη της ακροαματικής διαδικασίας να επεκτείνει ανάλογα το χρόνο.
8. (α) Όλες οι υποθέσεις, των οποίων το αντικείμενο της διαφοράς υπερβαίνει τις €3.000 φέρουν επί του κλητηρίου εντάλματος ανάλογη ένδειξη και τοποθετούνται από το Πρωτοκολλητείο σε κατάλογο «Ακροαματικής εκδίκασης», το δε Δικαστήριο εκδικάζει την υπόθεση στη βάση των μαρτυριών που κατατέθηκαν ενώπιον του, επιτρέπει δε σε διάδικο να εξετάσει, αντεξετάσει ή επανεξετάσει μάρτυρα, καθορίζοντας προς τούτο χρονικά πλαίσια κατά το στάδιο έκδοσης οδηγιών σε ειδικά προς τούτο οριζόμενη από το Δικαστήριο ημερομηνία.
(β) Η έκδοση οδηγιών ως ανωτέρω λαμβάνει υπόψη τις παραστάσεις των διαδίκων, την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, τα παραμένοντα επίδικα θέματα και τον αριθμό των μαρτύρων που απαραιτήτως δηλώνεται από τους διαδίκους ενώπιον του Δικαστηρίου στη βάση του καταλόγου σύμφωνα με το Θεσμό 5(3) και των οποίων ζητείται η παρουσία στο Δικαστήριο για σκοπούς μαρτυρίας ή διευκρίνισης αυτής.
(γ) Ο χρόνος που διατίθεται για την κυρίως εξέταση είναι 15 λεπτά και ο χρόνος για την αντεξέταση και επανεξέταση μαρτύρων καθορίζεται υπό του Δικαστηρίου ανάλογα με την δήλωση και τα έγγραφα που κατατίθενται στην κύρια εξέταση, (ενδεικτικά ο χρόνος είναι μέχρι 60 λεπτά και 10 λεπτά για την αντεξέταση και επανεξέταση αντίστοιχα):
Νοείται ότι το Δικαστήριο κατά την ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, δύναται να παρατείνει το χρόνο αυτό, τηρώντας τις πιο πάνω χρονικές αναλογίες.
9. Το Δικαστήριο δύναται σε κάθε περίπτωση να εκδώσει οποιεσδήποτε πρόσθετες των ανωτέρω οδηγίες, ως κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις με γνώμονα τα ακόλουθα κριτήρια:
(α) την εκδίκαση της υπόθεσης το ταχύτερο δυνατό
(β) τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των διαδίκων
(γ) τη διάσωση ή το μετριασμό των εξόδων
(δ) τη διαχείριση της υπόθεσης κατ' αναλογία προς:
(i) το χρηματικό αντικείμενο της διαφοράς
(ii) τη σπουδαιότητα της
(iii) το περίπλοκο των εγειρόμενων θεμάτων, πραγματικών ή νομικών.
10. (1) Σε αγωγές που δεν καθορίζεται χρηματικό ποσό αξίωσης θα τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις που αφορούν αντικείμενο διαφοράς που δεν υπερβαίνει τις €3.000, εξαιρουμένων των υποθέσεων που εκδικάζονται από τα Οικογενειακά Δικαστήρια και αφορούν γονική μέριμνα, δικαστική αναγνώριση τέκνου, προσβολή πατρότητας και προσβολή εκούσιας αναγνώρισης για τις οποίες θα τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις που αφορούν αντικείμενο διαφοράς άνω των €3.000:
Νοείται ότι, με συμφωνία των διαδίκων ακόμα και οι προαναφερόμενες κατηγορίες υποθέσεων δύνανται στην κατάλληλη περίπτωση και αφού αποδεχθεί τούτο το Δικαστήριο, να εκδικάζονται με εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν αντικείμενο διαφοράς κάτω των €3.000.
(2) Όλες οι υποθέσεις διατροφής, ανεξάρτητα από το χρηματικό ποσό της αξίωσης, εκδικάζονται στην κατηγορία της «ταχείας εκδίκασης».
(3) Σε υποθέσεις διαζυγίου δεν είναι αναγκαία η έκδοση κλήσης για οδηγίες και το Δικαστήριο δύναται να ορίσει την υπόθεση για ακρόαση μετά τη συμπλήρωση των δικογράφων και την τήρηση τυχόν οδηγιών από το Δικαστήριο.
(4) Σε υποθέσεις γονικής μέριμνας το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ως προς το χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης και την αναγκαιότητα του χρόνου ετοιμασίας της έκθεσης του λειτουργού ευημερίας.
(5) Όπου στα Δικαστήρια ειδικών δικαιοδοσιών δεν υπάρχει υποχρέωση αναγραφής κλίμακος ή ποσού επίδικης διαφοράς, το Δικαστήριο δύναται, ανεξαρτήτως των διατάξεων της Δ.30, να χειριστεί την ενώπιον του υπόθεση κατά τον τρόπο που θα εξυπηρετηθεί η ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης. Προς τούτο δύναται να ακολουθήσει τις ειδικές ρυθμίσεις που γίνονται στους οικείους διαδικαστικούς κανονισμούς είτε αυτούσιες, είτε σε συνδυασμό με τις πρόνοιες της Δ.30.
11. Οι διατάξεις της Δ.30 εφαρμόζονται σε αγωγές που καταχωρούνται από 1.1.2015, αναστέλλεται όμως η εφαρμογή της αναφορικά και μόνο με αγωγές κλίμακας πέραν των €10.000 που κατατέθηκαν μέχρι 31.12.2015. Από 1.1.2016 οι Διατάξεις της Δ. 30 θα τυγχάνουν, ασχέτως κλίμακας, καθολικής εφαρμογής:
Νοείται ότι για αγωγές που καταχωρήθηκαν μέχρι και 31.12.2014 και αγωγές κλίμακας πέραν των €10.000 που καταχωρήθηκαν μέχρι τις 31.12.2015, θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται μέχρι την αποπεράτωσή τους, οι πρόνοιες των διατάξεων της Διαταγής 30 που ίσχυαν πριν την 1.1.2015.