18Β.- (1) Ο Διευθυντής, όταν διατάσσει την απέλαση υπηκόου τρίτης χώρας δυνάμει του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου και η επιστροφή τέτοιου υπηκόου θα πραγματοποιηθεί διά της αεροπορικής οδού, εξετάζει αν είναι δυνατή η χρήση απευθείας πτήσης προς τη χώρα προορισμού.
(2) Σε περίπτωση που η επιστροφή υπηκόου τρίτης χώρας δεν είναι δυνατή για εύλογους και πρακτικούς λόγους με απευθείας πτήση προς τη χώρα προορισμού, ο Διευθυντής δύναται να ζητήσει διέλευση διά της αεροπορικής οδού μέσω άλλου κράτους μέλους Σένγκεν με αίτησή του προς την κεντρική αρχή του εν λόγω κράτους:
Νοείται ότι ο Διευθυντής δεν πρέπει καταρχάς να υποβάλλει αίτηση για διέλευση διά της αεροπορικής οδού μέσω άλλου κράτους μέλους Σένγκεν, εάν το μέτρο απομάκρυνσης απαιτεί αλλαγή αερολιμένος εντός της επικράτειας του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
(3) Η αίτηση διέλευσης διά της αεροπορικής οδού από το Διευθυντή προς την κεντρική αρχή του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση υποβάλλεται στον Τύπο αίτησης που παρατίθεται ως Παράρτημα Ι στον παρόντα Νόμο.
(4) Ο Διευθυντής δε διατάζει τη διέλευση διά της αεροπορικής οδού χωρίς την έγκριση της κεντρικής αρχής του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που η κεντρική αρχή του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν ανακοινώσει την απόφασή της στο Διευθυντή εντός δύο ημερών, προθεσμία η οποία μπορεί να παρατείνεται επί σαράντα οκτώ ώρες σε δεόντως αιτιολογημένες κατά την κρίση του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση περιπτώσεις, ο Διευθυντής δύναται να διατάξει την έναρξη της επιχείρησης διέλευσης μέσω κοινοποίησης προς την κεντρική αρχή του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
(6) Για τη διεκπεραίωση της δυνάμει του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου αίτησης, ο Διευθυντής διαβιβάζει προς την κεντρική αρχή του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον Τύπο που παρατίθεται ως Παράρτημα Ι στον παρόντα Νόμο και την έγκριση της διέλευσης διά της αεροπορικής οδού, σύμφωνα με το Παράρτημα Ι.
(7) Η Δημοκρατία υποχρεούται να δεχθεί αμέσως υπήκοο τρίτης χώρας, εάν:
(α) απορρίφθηκε η αίτηση ή ανακλήθηκε η άδεια διέλευσης διά της αεροπορικής οδού από την κεντρική αρχή του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,
(β) κατά τη διάρκεια της διέλευσης ο υπήκοος τρίτης χώρας εισήλθε χωρίς άδεια στο κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,
(γ) η απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας σε άλλη χώρα διέλευσης ή στη χώρα προορισμού ή η επιβίβαση στην πτήση ανταπόκρισης απέτυχε, ή
(δ) η διέλευση διά της αεροπορικής οδού δεν είναι δυνατή για άλλο λόγο.
(8) Οι δαπάνες που προκύπτουν κατά την απομάκρυνση και επανεισδοχή υπηκόου τρίτης χώρας βαρύνουν τη Δημοκρατία.
(9) Σε περίπτωση που παραχωρείται έγκριση από την κεντρική αρχή του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή σε περίπτωση διέλευσης διά της αεροπορικής οδού μέσω κοινοποίησης, ο Διευθυντής προβαίνει σε όλες τις δέουσες ρυθμίσεις, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η επιχείρηση διέλευσης πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει το πολύ εντός εικοσιτετραώρου:
Νοείται ότι η πιο πάνω αναφερόμενη προθεσμία παρατείνεται επί σαράντα οκτώ ώρες κατά ανώτατο όριο, σε περίπτωση κατά την οποία δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η ολοκλήρωση της επιχείρησης διέλευσης, και η κεντρική αρχή του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, μετά από αίτηση του Διευθυντή και κατόπιν διαβούλευσης μεταξύ τους, λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα συνδρομής για τη συνέχιση της επιχείρησης διέλευσης.
(10) Οι δαπάνες που προκύπτουν από την παροχή των υπηρεσιών της κεντρικής αρχής του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση αναφορικά με:
(α) την παροχή επείγουσας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από τις αρμόδιες αρχές του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση σε υπήκοο τρίτης χώρας και, εάν χρειασθεί, στο συνοδό του,
(β) τη διατροφή υπηκόου τρίτης χώρας και, εάν χρειασθεί, του συνοδού του, και
(γ) οποιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες παρέχονται από το κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δυνάμει του άρθρου 5 της Οδηγίας 2003/110/ΕΚ, στο βαθμό που αυτές είναι πραγματικές και μετρήσιμες, βαρύνουν τη Δημοκρατία.
(11) Σε περίπτωση που ο υπήκοος τρίτης χώρας απελαύνεται με συνοδεία, οι εξουσίες των συνοδών κατά τη διάρκεια της επιχείρησης διέλευσης διά της αεροπορικής οδού περιορίζονται στην αυτοάμυνα και, σε περίπτωση απουσίας οργάνων επιβολής του νόμου του κράτους διέλευσης, οι συνοδοί μπορούν να προβούν σε εύλογη και ανάλογη δράση για την αντιμετώπιση άμεσου και σοβαρού κινδύνου, προκειμένου ο υπήκοος τρίτης χώρας να μην αποδράσει, να μην προκαλέσει σωματική βλάβη στον εαυτό του ή σε τρίτο πρόσωπο ή οποιεσδήποτε υλικές ζημιές.
(12) Υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις, οι συνοδοί πρέπει να συμμορφώνονται με τη νομοθεσία του κράτους διέλευσης.
(13) Οι συνοδοί δε φέρουν όπλα κατά τη διάρκεια της διέλευσης διά της αεροπορικής οδού και οφείλουν να φέρουν πολιτική περιβολή και να επιδεικνύουν μέσα προκειμένου να πιστοποιήσουν την ταυτότητά τους, συμπεριλαμβανομένης της άδειας διέλευσης την οποία χορήγησε το κράτος διέλευσης, ή, ανάλογα με την περίπτωση, την κοινοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο (5) του παρόντος άρθρου, κατόπιν αιτήσεως των αρμόδιων αρχών του κράτους διέλευσης.