256.-(1) Όταν εκδόθηκε διάταγμα εκκαθάρισης εταιρείας από το Δικαστήριο, και ο επίσημος παραλήπτης έκανε περαιτέρω έκθεση σύμφωνα με το Νόμο αυτό που δηλώνει ότι κατά τη γνώμη του διαπράχτηκε δόλος από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά την ίδρυση ή σύσταση της ή από οποιοδήποτε αξιωματούχο της εταιρείας σχετικά με την εταιρεία από τη σύσταση της, το Δικαστήριο δύναται, μετά από μελέτη της έκθεσης, να διατάξει όπως το πρόσωπο εκείνο ή ο αξιωματούχος παρουσιαστεί στο Δικαστήριο σε ημέρα που ορίζεται από το Δικαστήριο με σκοπό να εξεταστεί δημόσια για την ίδρυση ή σύσταση ή τη διεξαγωγή των εργασιών της εταιρείας ή ως προς τη συμπεριφορά και συναλλαγές του ως αξιωματούχος της.
(2) Ο επίσημος παραλήπτης λαμβάνει μέρος στην εξέταση, και δύναται, για το σκοπό αυτό, αν εξουσιοδοτηθεί από το Δικαστήριο, ειδικά για αυτό, να προσλάβει δικηγόρο.
(3) Ο εκκαθαριστής, όταν ο επίσημος παραλήπτης δεν είναι ο εκκαθαριστής, και οποιοσδήποτε πιστωτής ή συνεισφορέας δύναται να λάβει μέρος στην εξέταση είτε προσωπικά είτε με δικηγόρο.
(4) Το Δικαστήριο δύναται να υποβάλει στο εξεταζόμενο πρόσωπο τέτοιες ερωτήσεις που το Δικαστήριο θεωρεί σωστό.
(5) Το εξεταζόμενο πρόσωπο εξετάζεται ενόρκως και απαντά όλες τις ερωτήσεις που το Δικαστήριο δυνατό να υποβάλει ή επιτρέψει να υποβληθούν σε αυτό.
(6) Πρόσωπο το οποίο διατάχτηκε να εξεταστεί με βάση το άρθρο αυτό, με έξοδα του, πριν από την εξέταση του, εφοδιάζεται με αντίγραφο της έκθεσης του επίσημου παραλήπτη, και δύναται με δικά του έξοδα να προσλάβει δικηγόρο, που θα είναι ελεύθερος να υποβάλει σε αυτό τέτοιες ερωτήσεις που το Δικαστήριο δυνατό να θεωρήσει δίκαιο για να δυνηθεί να εξηγήσει ή τροποποιήσει οποιεσδήποτε απαντήσεις που δόθηκαν από αυτό:
Νοείται ότι, αν οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο υποβάλλει αίτηση το Δικαστήριο για να το απαλλάξει από οποιεσδήποτε κατηγορίες που έγιναν ή προτάθηκαν εναντίον του, είναι καθήκον του επίσημου παραλήπτη να εμφανιστεί στην ακρόαση της αίτησης και να επισύρει την προσοχή του Δικαστηρίου σε οποιαδήποτε θέματα που φαίνονται σχετικά στον επίσημο παραλήπτη, και αν το Δικαστήριο μετά την ακρόαση οποιασδήποτε μαρτυρίας που δόθηκε ή μαρτύρων που κλήθηκαν από τον επίσημο παραλήπτη, αποδέχεται την αίτηση, το Δικαστήριο δύναται να επιδικάσει στον αιτητή τέτοια έξοδα που κατά την κρίση του δυνατό να θεωρήσει σωστό.
(7) Πρακτικά της εξέτασης καταγράφονται, και διαβάζονται σε ή από, και υπογράφονται από, το εξεταζόμενο πρόσωπο, και δύνανται μετά να χρησιμοποιηθούν ως μαρτυρία εναντίον του, και επιτρέπεται η επιθεώρηση τους από οποιοδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα σε κάθε εύλογο χρόνο.
(8) Το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρεί σωστό, να αναβάλλει την εξέταση από καιρό σε καιρό.