20.-(1) Όταν αποδεικνύεται προς ικανοποίηση του Υπουργικού Συμβουλίου ότι οργανισμός που πρόκειται να συσταθεί ως μη κερδοσκοπική εταιρεία θα συσταθεί για την προαγωγή του εμπορίου, τέχνης, επιστήμης, θρησκείας, αγαθοεργίας ή οποιουδήποτε κοινοφελούς σκοπού και προτίθεται να διαθέτει τα πλεονάσματα του αν υπάρχουν ή άλλο εισόδημα για την προαγωγή των σκοπών του, και να απαγορεύει την πληρωμή μερίσματος στα μέλη του το Υπουργικό Συμβούλιο με άδεια δύναται να δίνει οδηγίες για την εγγραφή του οργανισμού ως εταιρείας περιορισμένης ευθύνης χωρίς την προσθήκη της λέξης “λίμιτεδ”, στο όνομα της και ο οργανισμός δύναται να εγγράφεται ανάλογα και με την εγγραφή απολαμβάνει όλα τα προνόμια και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού υπόκειται σε όλες τις υποχρεώσεις εταιρειών περιορισμένης ευθύνης:
Νοείται ότι, αναφέρεται ρητά στο ιδρυτικό έγγραφο των εταιρειών ότι αυτές είναι μη κερδοσκοπικές.
(2) Όταν αποδεικνύεται προς ικανοποίηση του Υπουργικού Συμβουλίου-
(α) ότι οι σκοποί εταιρείας που έχει εγγραφεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου αυτού ως εταιρεία περιορισμένης ευθύνης περιορίζονται στους σκοπούς που αναφέρονται στο εδάφιο 1 και σε σκοπούς συναφείς ή που συμβάλλουν σε αυτούς
(β) ότι σύμφωνα με τα έγγραφα συστάσεως της εταιρείας οφείλει να διαθέτει τα πλεονάσματα της, αν υπάρχουν, ή άλλο εισόδημα, για την προαγωγή των σκοπών της και απαγορεύεται η πληρωμή μερίσματος στα μέλης της.
(γ) ότι σύμφωνα με το ιδρυτικό έγγραφο της, σε περίπτωση διάλυσης τέτοιας εταιρείας τα τυχόν πλεονάσματα διανέμονται αποκλειστικά σε μη κερδοσκοπικούς κοινωφελείς οργανισμούς, με σκοπούς παρόμοιους ή/και ανάλογους με τους σκοπούς της υπό διάλυση εταιρείας.
το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με άδεια να εξουσιοδοτεί την εταιρεία όπως με ειδικό ψήφισμα προβεί σε αλλαγή στο όνομα της που περιλαμβάνει ή που αποτελείται από την παράλειψη της λέξης “λίμιτεδ” και τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 19 εφαρμόζονται για την αλλαγή του ονόματος που γίνεται βάσει του εδαφίου αυτού όπως αυτά εφαρμόζονται στην αλλαγή του ονόματος βάσει του άρθρου εκείνου.
(3) Άδεια του Υπουργικού Συμβουλίου με βάση το άρθρο αυτό δύναται να παραχωρείται με τέτοιους όρους και τηρουμένων τέτοιων κανονισμών που το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε κρίνει σωστό και οι όροι και οι κανονισμοί αυτοί θα είναι δεσμευτικοί πάνω στον οργανισμό για τον οποίο παραχωρήθηκε η άδεια. Και, όταν η άδεια παραχωρείται σύμφωνα με το εδάφιο (1) αν το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε διατάξει με τον τρόπο αυτό θα περιλαμβάνεται στο ιδρυτικό έγγραφο και το καταστατικό ή σε ένα από αυτά τα έγγραφα.
(4) Οργανισμός στον οποίο χορηγήθηκε άδεια σύμφωνα με το άρθρο αυτό εξαιρείται από τις διατάξεις του Νόμου αυτού αναφορικά με τη χρήση της λέξης “λίμιτεδ” σαν μέρος του ονόματος του, της δημοσίευσης του ονόματος του και της αποστολής καταλόγων των μελών στον έφορο εταιρειών.
(5) Άδεια που παραχωρήθηκε σύμφωνα με το άρθρο αυτό δύναται οποτεδήποτε να ανακληθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο και με την ανάκληση ο έφορος καταχωρεί τη λέξη “λίμιτεδ” στο τέλος του ονόματος στο μητρώο του οργανισμού που παραχωρήθηκε η άδεια και ο οργανισμός παύει να απολαμβάνει τις εξαιρέσεις που του παραχωρήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο αυτό ανάλογα με την περίπτωση:
(6) Όταν οργανισμός αναφορικά με τον οποίο ισχύει η άδεια με βάση το άρθρο αυτό τροποποιεί τις διατάξεις του καταστατικού που αναφέρονται στους σκοπούς του, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, εκτός αν το θεωρήσει σκόπιμο να ανακαλέσει την άδεια, να τη μεταβάλει με την επιφύλαξη τέτοιων όρων και κανονισμών που το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε κρίνει σωστό αντίθετα ή επιπρόσθετα από πιθανούς όρους και κανονισμούς με την επιφύλαξη των οποίων βρισκόταν η άδεια προηγουμένως.
(7) Όταν ανακαλείται η άδεια που χορηγήθηκε με βάση το άρθρο αυτό, σε οργανισμό που στο όνομα του περιλαμβάνονται οι λέξεις “Εμπορικό Επιμελητήριο” ο οργανισμός πρέπει μέσα σε έξι εβδομάδες από την ημερομηνία της ανάκλησης ή μέσα σε μεγαλύτερη περίοδο που το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε κρίνει σωστό να επιτρέψει, να αλλάξει το όνομα του με άλλο όνομα που δεν περιλαμβάνει τις λέξεις αυτές, και-
(α) η ειδοποίηση που θα δοθεί στον οργανισμό σύμφωνα με την επιφύλαξη του εδαφίου (5) περιλαμβάνει δήλωση των προηγούμενων συνεπειών των διατάξεων του παρόντος εδαφίου, και
(β) τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 19 εφαρμόζονται για την αλλαγή του ονόματος με βάση το άρθρο αυτό όπως εφαρμόζονται για την αλλαγή του ονόματος με βάση το άρθρο εκείνο.
Αν οργανισμός παραλείπει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του εδαφίου αυτού θα υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν θα υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες για κάθε ημέρα που συνεχίζεται η παράλειψη.