14Α.—(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του βασικού νόμου, δικηγόρος, υπήκοος κράτους μέλους, που είναι εγκατεστημένος και ασκεί το δικηγορικό επάγγελμα σε κράτος μέλος άλλο ή της Δημοκρατίας, δύναται να παρέχει κατά περίπτωση και για συγκεκριμένη υπόθεση ή θέμα, υπηρεσίες στη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους:
(2) Δικηγόρος, κατά την έννοια του εδαφίου (1), νοείται κάθε πρόσωπο που δύναται να ασκεί τις επαγγελματικές του δραστηριότητες στο κράτος μέλος προέλευσης υπό μία από τις ακόλουθες ονομασίες:
Αυστρία: Rechtsanwalt
Βέλγιο: Avocat/Advocaat/Rechtsanwalt
Γαλλία: Avocat
Γερμανία: Rechtsanwalt
Δανία: Advokat
Ελλάδα: Δικηγόρος
Ηνωμένο Βασίλειο: Advocate, Barrister, Solicitor
Ιρλανδία: Barrister/Solicitor
Ισπανία: Abogado
Ιταλία: Avvocato
Κάτω Χώρες: Advocaat
Λουξεμβούργο: Avocat
Πορτογαλία: Advogado
Σουηδία: Advokat
Φιλανδία: Asianajaja/Advokat