4.-(1) Κάθε αστυνομικός ή φύλακας ο οποίος διορίστηκε από τον Έπαρχο δυνάμει του άρθρου 3, δύναται με εύλογη υποψία να σταματήσει και ερευνήσει οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο με σκοπό να εξακριβώσει κατά πόσον έχει διαπραχθεί ποινικό αδίκημα κατά παράβαση του εδαφίου (3) του άρθρου 3 και να κατάσχει οποιοδήποτε τέτοιο μεταφορικό μέσο μαζί με οποιοδήποτε υλικό που βρέθηκε εντός αυτού.
(2) Οποιοδήποτε τέτοιο μεταφορικό μέσο και υλικά που κατασχέθηκαν δυνάμει του εδαφίου (1) θα κατακρατούνται στον πλησιέστερο αστυνομικό σταθμό για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις σαράντα οκτώ ώρες, εκτός αν στο μεταξύ ο Έπαρχος ή, σε περίπτωση έγερσης ποινικής διαδικασίας, το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εγείρεται η ποινική διαδικασία, διατάξει διαφορετικά.
(3) Κάθε πρόσωπο, το οποίο, έχοντας την ευθύνη οποιουδήποτε μεταφορικού μέσου, αρνείται να σταματήσει ή επιτρέψει την έρευνα ή κατάσχεση όταν αυτό απαιτείται από αστυνομικό ή φύλακα δυνάμει του εδαφίου (1), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό πενήντα λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής.