22.-(1) Όταν υποβάλλεται παράπονο στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι, λόγω των παραλείψεων αρμόδιας αρχής να συμμορφωθεί προς ή να εφαρμόσει τις διατάξεις του Νόμου αυτού ή οποιωνδήποτε Κανονισμών που είναι εκάστοτε σε ισχύ, αναγέρθηκαν σε οποιοδήποτε τμήμα οποιασδήποτε επαρχίας εντός της οποίας η αρχή αυτή λειτουργεί οποιεσδήποτε οικοδομές οι οποίες δεν συμμορφώνονται με τις διατάξεις του Νόμου αυτού ή των Κανονισμών αυτών, το Υπουργικό Συμβούλιο, αν ικανοποιηθεί ότι θα ήταν προς το δημόσιο συμφέρον να ενεργήσει με αυτό τον τρόπο, εκδίδει Διάταγμα που θέτει χρονικά όρια για την εκτέλεση του θέματος του παραπόνου αυτού και, αν η παράλειψη δεν θεραπευτεί από την αρμόδια αρχή εντός των χρονικών ορίων που τίθενται στο Διάταγμα, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να διορίσει συμβούλιο από όχι περισσότερα από τρία πρόσωπα για να διερευνήσει το θέμα και υποβάλει σε αυτό έκθεση αναφορικά με αυτό.
(2) Συμβούλιο που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) έχει εξουσία-
(α) να εξασφαλίσει κάθε τέτοια απόδειξη, γραπτή ή προφορική, και να εξετάζει όλα τα πρόσωπα αυτά ως μάρτυρες ως ήθελε θεωρήσει αναγκαίο ή επιθυμητό να εξασφαλίσει ή εξετάζει
(β) να κλητεύει οποιοδήποτε πρόσωπο που διαμένει στη Δημοκρατία να παρευρεθεί σε οποιαδήποτε συνεδρία του συμβουλίου για να δώσει μαρτυρία ή να παρουσιάσει οποιοδήποτε έγγραφο που βρίσκεται στην κατοχή του και για να εξετάσει αυτό ως μάρτυρα ή για να παρουσιάσει οποιοδήποτε έγγραφο που βρίσκεται στην κατοχή του, τηρουμένων όλων των δικαίων εξαιρέσεων και να επιβάλλει χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι πέντε λίρες σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, αν και έχει κλητευθεί από το συμβούλιο όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, παραλείπει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της κλήσης και δεν δικαιολογεί την παράλειψη αυτή προς ικανοποίηση του συμβουλίου.
(3) Με τη λήψη της έκθεσης, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδώσει τέτοιο Διάταγμα ως ήθελε θεωρήσει αναγκαίο με σκοπό να θεραπεύσει τις παραλείψεις της αρμόδιας αρχής στο τμήμα της περιοχής που επηρεάζεται από την έκθεση και, χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των εξουσιών που έχουν αναφερθεί πιο πάνω, κάθε ένα τέτοιο Διάταγμα δύναται να προνοεί-
(α) ότι όλες ή οποιεσδήποτε οικοδομές σε τέτοιο τμήμα οι οποίες δεν συμμορφώνονται με τις διατάξεις του Νόμου αυτού ή των Κανονισμών, ανεξάρτητα από το ότι εκδόθηκε άδεια δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 20, κατεδαφίζονται ή μετακινούνται από το συμβούλιο
(β) ότι τα έξοδα της κατεδάφισης ή μετακίνησης καταβάλλονται από το πρόσωπο το οποίο ανέγειρε την οικοδομή ή από την παραλείπουσα αρμόδια αρχή ή από οποιαδήποτε μέλη της αρχής αυτής τα οποία, κατά τη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου, ήσαν υπεύθυνα για την παράλειψη, είτε τα μέλη αυτά εξακολουθούν να κατέχουν τη θέση είτε όχι
(γ) ότι η παραλείπουσα αρχή ή οποιαδήποτε από τα μέλη της, καταβάλλουν στον κάτοχο άδειας που εκδόθηκε δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 20 τέτοια αποζημίωση για την κατεδάφιση ή μετακίνηση της οικοδομής αυτού, ως ήθελε περιληφθεί στο διάταγμα.
(4) Όταν οποιαδήποτε έξοδα και οποιαδήποτε αποζημίωση που πρέπει να καταβληθεί δυνάμει του εδαφίου (3) εξακριβωθούν, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδώσει πιστοποιητικό σε σχέση με αυτά και, με την καταχώριση αντιγράφου του πιστοποιητικού αυτού στον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου της επαρχίας εντός της οποίας βρίσκεται η ιδιοκτησία, το πιστοποιητικό εκτελείται κατά της αρχής ή των προσώπων που αναφέρονται σ’ αυτό ως αν ήταν διάταγμα του Δικαστηρίου.